Συνεργάτες

Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011

Πέτρινες κρήνες

ΠΕΤΡΙΝΕΣ ΚΡΗΝΕΣ
Του Αδάμη Θύμιου & Ευθυμίου Τάκη
από το βιβλίο: «Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική»
Το νερό, πολύτιμη πηγή ζωής, αποτελούσε και αποτελεί πρωταρχικό αγαθό για την ανάπτυξη τόσο του φυσικού περιβάλλοντος, όσο και του ίδιου του ανθρώπου. Έχοντας κατανοήσει την αξία του, ήδη από πολύ νωρίς, και διαπιστώνοντας ότι δεν μπορεί να ζήσει χωρίς το υδάτινο στοιχείο, ο άνθρωπος έχτιζε τους οικισμούς του κοντά σε θάλασσες, λίμνες και ποτάμια. Προκειμένου, μάλιστα, να προμηθεύεται και να χρησιμοποιεί ευκολότερα το νερό δημιουργούσε κατασκευές, όπως οι κρήνες, που είχαν ως κύριο σκοπό τη λήψη, τη συγκέντρωση και τη φύλαξη του υπερπολύτιμου νερού...
         Στην αρχαία Ελλάδα, όπου οι πηγές θεωρούνταν ιερές, οι κρήνες αρχικά ήταν ένα απλοϊκά σκαμμένο κοίλωμα σε πέτρα που βρίσκονταν κοντά στην πηγή. Αργότερα, απέκτησαν θρησκευτικό χαρακτήρα και μετατράπηκαν σε πλούσια διακοσμημένα κτίρια. Οι πιο γνωστές κρήνες ήταν η Εννεάκρουνος και η Κλεψύδρα στην Αθήνα, η Κασταλία στους Δελφούς, η κρήνη της Θεαγένους στα Μέγαρα, της Ιαλυσού στη Ρόδο, καθώς και οι κρήνες Γλαύκη και Πειρήνη στην Κόρινθο. Δημόσιες κρήνες υπήρχαν και στην αρχαία Ρώμη και ο πιο διαδεδομένος τύπος τους ήταν μια λίθινη δεξαμενή ορθογωνίου σχήματος με μικρό βάθρο που στο πάνω μέρος της έφερε μια σκαλιστή κεφαλή ανθρώπου ή ζώου, συνήθως λιονταριού απ' όπου έρεε και το νερό. Οι Ρωμαίοι, μάλιστα, είχαν αναπτύξει και τα νυμφαία, ένα τύπο διακοσμητικής κρήνης, όπου το νερό ανάβλυζε από κάποιο γλυπτό. Τέλος, στο Βυζάντιο ο συνηθέστερος τύπος κρήνης ήταν η "φιάλη" που βρίσκονταν στην αυλή των μοναστηριών. Το έντονο θρησκευτικό στοιχείο και συγκεκριμένα η ορθόδοξη παράδοση, υπήρξε η πηγή έμπνευσης για το διάκοσμο τους.
         Οι κρήνες εκτός από τον πρακτικό και λειτουργικό τους ρόλο για τη φύλαξη του νερού, εξήραν τη φαντασία των Ελλήνων και καλλιέργησαν αμέτρητες δοξασίες που σχετίζονται με το υδάτινο στοιχείο. Απέκτησαν υπερφυσικές ιδιότητες, ενώ θεωρήθηκε ότι κατοικούνται άλλοτε από όμορφες νεράιδες και άλλοτε από τερατόμορφα πλάσματα, έτοιμα να τιμωρήσουν όσους προσπαθούν να πιουν από την πηγή που προστατεύουν. Σύμφωνα με την Ελληνική παράδοση, λοιπόν, ο διάκοσμος τους με γοργόνες ή το σύμβολο του Σταυρού, έχει για σκοπό την απομάκρυνση των κακών πνευμάτων.
        Η λέξη κρήνη σημαίνει παραδοσιακή κατασκευή για τη λήψη, συγκέντρωση και παροχή πόσιμου νερού με κύριο σκοπό την ύδρευση. Η λέξη κρήνη είναι αρχαία και προέρχεται από τη ρίζα «κρας» του ιωνικού και επικού τύπου «κάρα-κάρη-κάρητος» που σημαίνει κεφάλι και δηλώνει το κεφαλόβρυσο, το κεφαλάρι, δηλαδή το μέρος απ’ όπου έβγαινε πολύ νερό.
        Η νεότερη ονομασία «βρύση», από το αρχαίο ρήμα «βρύω», αναβλύζω, σήμαινε κυρίως θέσεις απ’ όπου έβγαινε νερό από ένα κοίλωμα μέσα στο βράχο και υποδήλωνε κυρίως την πηγή του νερού. Για λόγους διευκόλυνσης και σωστής διαχείρισης του νερού στις θέσεις όπου ανάβλυζε νερό δημιουργήθηκε κάποιο κτίσμα, που σταδιακά απέκτησε ολοκληρωμένη μορφή με ξεχωριστή αρχιτεκτονική μορφή και μέγεθος ανάλογο με την ποσότητα του νερού.
        Οι κατασκευές αυτές ήταν μέλημα της κοινότητας ή της εκκλησίας, που ασκούσαν μια μορφή τοπικής αυτοδιοίκησης, τοπικών επαγγελματικών συντεχνιών ή πλουσίων ιδιωτών ευεργετών, ντόπιων ή αποδήμων, οι οποίοι μέσα από τη χορηγία αυτή αποσκοπούσαν όχι μόνο στην ευεργεσία προς το κοινωνικό σύνολο αλλά και στην προσωπική κοινωνική προβολή και καταξίωσής τους. Σε αρκετές περιπτώσεις, στο έργο τής κατασκευής μιας κοινόχρηστης κρήνης, συμμετείχαν με προσωπική εργασία οι κάτοικοι των χωριών.
        Δημιουργοί των κρηνών, σπάνια επώνυμοι και συνήθως ανώνυμοι, ήταν οι παραδοσιακοί τεχνίτες της πέτρας, οι λιθοξόοι. Τις παλιές κρήνες έφτιαξαν στην περιοχή που μιλάμε Ηπειρώτες μαστόροι. Τελευταία, εκτός από τους ντόπιους μαστόρους, κρήνες κατασκευάζουν και Βορειοηπειρώτες-Αλβανοί.  
 Ο μάστορας της πέτρας (λιθοξόος) Γιάννης Β. Γόνης από τον Άγιο Γεώργιο, μας είπε τα εξής σχετικά με την κατασκευή των πέτρινων κρηνών: «Μέχρι σήμερα έχω φτιάξει περισσότερες από είκοσι πέτρινες κρήνες και πελέκησα γύρω στις εξήντα πέτρινες κούπες, διαφόρων μεγεθών. Για να φκιάξω μια κούπα διάλεγα μια πέτρα καθάρια 100 κιλών περίπου. Πρώτα πελέκαγα την επιφάνεια, τον κάμπο όπως τον λέμε. Έπειτα με διαβήτη χάραζα την περιφέρεια και το ρουξούνι (γραβάτα) και πελέκαγα την εξωτερική επιφάνεια και τέλος τη γούρνα. Άφηνα ακατέργαστη πέτρα για αντίβαρο»
        Όσον αφορά τη μορφολογία τους, μπορούν να χωριστούν σε δυο βασικές κατηγορίες με πολλές παραλλαγές η κάθε μία, στην απλή μονόπλευρη ή ανοιχτού τύπου και στη σκεπαστή ή κλειστού τύπου. Οι κρήνες της πρώτης κατηγορίας αποτελούνται από ένα ορθογώνιο τοίχο που συνήθως καταλήγει σε τριγωνικό αέτωμα. Στην πρόσοψη του τοίχου υπάρχει άλλοτε τυφλή μονή ή διπλή αψίδα και άλλοτε παραλληλόγραμμη αβαθής εσοχή και σε ύψος ενός περίπου μέτρου από το έδαφος ένα πέτρινο στόμιο εκροής του νερού (χούφτα, κούπα, κοπάνα, κρουνός). Στη βάση του τοίχου υπάρχει ορθογώνια λεκάνη (γούρνα) μεταξύ δύο πεζουλιών που συγκεντρώνει το νερό και χρησιμεύει στο πότισμα των ζώων. Στην πρόσοψη υπάρχουν, επίσης, μικρές ορθογώνιες κοιλότητες (παραθύρες) για πρόχειρη τοποθέτηση μικροαντικειμένων, εικόνων, ανθοδοχείων και των κερασμάτων της κρήνης, όπως επίσης και μεταλλικών δοχείων (τάσια) για την πόση από τους διψασμένους διαβάτες. Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν οι κρήνες που σκεπάζονται είτε με τετράπλευρη στέγη σε σχήμα χαμηλής πυραμίδας, είτε με χτιστό θόλο. Η στέγη στηρίζεται είτε σε τρεις τοίχους είτε σ’ έναν ή δύο τοίχους και δύο ή μία ξύλινη ή πέτρινη κολόνα, αντίστοιχα. Το εσωτερικό δάπεδό τους είναι πλακόστρωτο και η αποχέτευση του νερού γίνεται συνήθως με μικρό υπόγειο κανάλι.
        Η καλλιτεχνική διάθεση και οι πνευματικές ανησυχίες των λαϊκών δημιουργών της κρήνης εκφράζονται κυρίως με τα διακοσμητικά στοιχεία και τις συμβολικές παραστάσεις που αποτυπώνονται στην κύρια πρόσοψη πάνω από τη γούρνα ή τους κρουνούς που τρέχει το νερό. Το αυτόχθονο λαογραφικό στοιχείο εκφράζεται με συμβολικά και αποτρεπτικά μοτίβα που συνδέονται με τις λαϊκές δεισιδαιμονίες σχετικές με το νερό και τις πηγές. Ο γλυπτικός διάκοσμος της βρύσης παράλληλα με το διακοσμητικό του χαρακτήρα έχει και σκοπό φυλακτικό-αποτρεπτικό, να προστατέψει δηλαδή το νερό, την πηγή της ζωής, από τα κακά πνεύματα. Στις νεότερες κρήνες, βέβαια, συνηθίζεται να τοποθετείται μαρμάρινη επιγραφή μνημειακού χαρακτήρα με το όνομα του δωρητή-χορηγού τους, τη χρονολογία κατασκευής ή ανακαίνισής της και σπάνια τα ονόματα των μαστόρων που την κατασκεύασαν.
        Βαθιά ριζωμένες στις δοξασίες του λαού μας κυριαρχούσαν παλιά αντιλήψεις που έχουν σχέση με το νερό και τις βρύσες όπως: ότι Νύμφες, Νεράιδες κι άλλα παράξενα πλάσματα τριγυρνούσαν στις σκιερές γωνιές των πλατανόδασων, φύλαγαν τις πηγές και τις βρύσες και λούζονταν στις όχθες του Σπερχειού, όπως και σε κάθε άλλο υγρό στοιχείο της πατρίδας μας.
Με τον καιρό όμως χάθηκαν από τη μνήμη των ανθρώπων. Οι κόσμοι περιχαράχθηκαν. Οι άνθρωποι, στην πλειοψηφία τους, αποκόπηκαν από τον κόσμο των θαυμάτων και των αερικών. Ωστόσο, ακόμη, και σήμερα υπάρχουν ανάμεσα μας κάποιοι ξεχωριστοί άνθρωποι που μπορούν να ταξιδέψουν στο ενδιάμεσο βασίλειο των πνευμάτων και επιμένουν στην ύπαρξη αυτών των περίεργων πλασμάτων, που έχουν ιδιαίτερη σχέση με τα ποτάμια και γενικά με το υγρό στοιχείο.
Οι Νύμφες, σύμφωνα με τον Όμηρο, ήταν θυγατέρες του Δία Αιγιόχου, του θεού της θύελλας. Άλλοι τις θεωρούσαν κόρες των ποταμών. Αν και γεννήθηκαν στον ουρανό, κατέληξαν να κατοικούν στα δάση και κυρίως στις πηγές των ποταμών. Η τεράστια σημασία που έχει το νερό στη φύση για τη βλάστηση, έκανε τις Νύμφες να θεωρηθούν σαν τροφοδότρες και γονιμοποιές δυνάμεις.
Οι Νύμφες ήταν γυναικείες μορφές, θεϊκής καταγωγής, ντυμένες με μακριά φορέματα. Ήταν πανέμορφες, τραγουδούσαν και χόρευαν μαζί με τον Πάνα, κοντά στις πηγές. Δεν ήταν αθάνατες, ζούσαν όμως πολύ και τρέφονταν με αμβροσία, όπως και οι θεοί. Υπήρχε, μάλιστα, κι ένας απολογισμός για τη διάρκεια της ζωής τους: «Εννιά φορές όσο ζούνε οι άνθρωποι ζει η φλύαρη καρακάξα, το ελάφι ζει τόσο, όσο τέσσερις καρακάξες, τρεις φορές όσο ένα ελάφι φτάνει το κοράκι, εννιά φορές όσο ζει το κοράκι ζει ο φοίνικας και δέκα φορές όσο ζει ο φοίνικας, ζουν οι πανέμορφες Νύμφες».
Επειδή θεωρούνταν κόρες των ποταμών, έπαιρναν τα ονόματα του ποταμού που τις είχε γεννήσει. Έτσι οι Νύμφες του Σπερχειού ονομάζονταν Σπερχειίδες.
Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, οι Νύμφες ήταν τροφοί πολλών και σημαντικών θεών ή ηρώων: ήταν εκείνες που αναλάμβαναν την ανατροφή τους, όταν βρίσκονταν σε πολύ μικρή ηλικία.
Οι Νύμφες λατρεύονταν από τους ανθρώπους, χωρίς όμως να υπάρχουν ναοί αφιερωμένοι σ' αυτές. Οι θυσίες προς τιμήν τους γίνονταν κοντά στις πηγές και μέσα σε σπηλιές. Συχνή ήταν και η ύπαρξη των βωμών τους μέσα στα ιερά των θεών.
Οι Νύμφες δεν ευεργετούσαν πάντα τους θνητούς, γιατί υπήρχαν φορές που τους προξενούσαν κακό, Το χειρότερο ήταν αν κάποιος τύχαινε να δει Νύμφη την ώρα που γυμνή έκανε το μπάνιο της μέσα στα νερά του ποταμού. Τότε έχανε τα λογικά του. ι ενικά ήταν ικανές να προκαλέσουν σύγχυση στο μυαλό των θνητών. Όσοι καταλαμβάνονταν από τέτοια έκσταση, έφευγαν από τα σπίτια τους και ζούσαν στα βουνά.
Δικαιολογημένα, λοιπόν, οι Νύμφες λατρεύτηκαν από τους προγόνους μας και συνδέθηκαν με το νερό, που θεωρείται η πηγή της ζωής. Οι Νεράιδες αποτελούν τη συνέχεια των Νηρηίδων της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας. Ας αναφερθούμε, όμως, αναλυτικά για τις όμορφες αυτές μορφές, που ο   λαός μας πιστεύει ότι έχουν πρόσωπο σαν μπουμπούκι.
Οι αρχαίες, λοιπόν, Νηρηίδες δε λησμονήθηκαν, καθώς περνούσαν τα χρόνια, αλλά άλλαξαν μορφή και προσαρμόστηκαν σε νέα δεδομένα, όπως ακριβώς τις θέλει η νεοελληνική παράδοση. Τα ονόματα τους πολλά. Τις συναντάμε σαν Ξωτικά, Αερικά, Ανεμικές, Καλομοίρες, Καλούδες και Ξωνέρια.
Εμφανίζονται σε σπηλιές, σε πηγές, σε ποτάμια, σε αλώνια, νερόμυλους και σταυροδρόμια. Διακρίνονται σε τοπικές και σε ξενικές. Οι πρώτες είναι καλές, αφού προστατεύουν τους ντόπιους κατοίκους. Οι ξενικές είναι επικίνδυνες. Ο λαός μας πιστεύει πως περνούν τη ζωή τους χορεύοντας και τραγουδώντας. Όταν σημειώνεται ξαφνική κακοκαιρία, είναι αποτέλεσμα των δαιμονικών χορών τους. Για τις διασκεδάσεις τους αρπάζουν οργανοπαίχτες και τραγουδιστές για συνοδεία. Εμφανίζονται συνήθως τα μεσάνυχτα μετά την πανσέληνο. Γευματίζουν στ' αλώνια κι αν κάποιος πατήσει την τάβλα τους, τον λαβώνουν και τότε μονάχα με μάγια μπορεί να θεραπευτεί. Όταν έκαναν μπάνιο στις πηγές και στα νερά του Σπερχειού, αυτά θόλωναν ανεξήγητα. Όποιος τύχαινε να κολυμπήσει σ' εκείνο το σημείο τότε «λέπριαζε».
Στους απλοϊκούς χωρικούς ακόμη και σήμερα, επικρατούν διάφορες δοξασίες και προλήψεις σχετικές με τις Νεράιδες. Έτσι, όταν δουν ξαφνικά πάνω στο βουνό μαύρο σύννεφο, ψιθυρίζουν: «μέλι και γάλα». Ακόμη, πάνω στη θημωνιά των σιτηρών χαράσσουν το σημείο του σταυρού, για να μην τη σκορπίσουν οι Νεράιδες.
Η υπνοβασία, η μελαγχολία και η αλαλία οφείλονται στο «λάβωμα» των Νεράιδων και όσοι πάσχουν απ’ αυτές τις ασθένειες ονομάζονται «νεραϊδοπαρμένοι» και θεραπεύονται μονάχα από τους νεραϊδάρηδες με τον ιξό και το νεραϊδόξυλο.
Οι Νεράιδες γνέθουν στους νεραϊδότοπους και συχνά ξεχνούν τα σφονδύλια τους εκεί, που λέγονται «νεραϊδοσφόνδυλα». Ακόμη, πιστεύετε ότι πλένουν τα αραχνοΰφαντα ασπρόρουχά τους, που τα υφαίνουν μόνες τους, στο Σπερχειό και τ' απλώνουν να στεγνώσουν πάνω σε ποταμίσιες πέτρες. Ο λαός μας τις φαντάζεται με ξανθοπράσινα μαλλιά που τα χτενίζουν με χρυσό χτένι. Μολονότι κινούνται γρήγορα, ζουν στα όρια μιας συγκεκριμένης περιοχής, για το λόγο αυτό υπάρχουν ορισμένα τοπωνύμια που φανερώνουν ότι αποτελούν τόπο διαβίωσης Νεράιδων, όπως: νεραϊδόπετρα, νεραϊδοσπηλιά ... Όσοι νεραϊδιάζονται για να θεραπευτούν πρέπει να προσφέρουν στις Νεράιδες μέλι, γάλα και ζαχαρωτά. Οι προσφορές αυτές τοποθετούνται σε τρίστρατα, όπου και συχνάζουν.
Αν κάποιος βρεθεί, βράδυ με φεγγάρι, δίπλα στις πηγές, στις βρυσούλες, στις κρήνες και στα φεγγίζοντα νερά του Σπερχειού, σίγουρα ...θ’ αντικρίσει και ...θ’ ακούσει τα αερικά και τις νεράιδες. Φτάνει να το θελήσει. Γιατί, τελικά, η πιο σίγουρη αλήθεια, αυτή που τίποτα δεν μπορεί να τη μετακινήσει, βρίσκεται στην αχαλίνωτη φαντασία του λαού μας. Είναι κρίμα να την καταστρέψουμε με επιστημονικές εξηγήσεις και ερμηνείες. Ας την αφήσουμε να οργιάζει, πλάθοντας αστείρευτες νεραϊδοϊστορίες.
         Αναρίθμητα είναι και τα λαϊκά έθιμα που αφορούν τις κρήνες, όπως το σημείο του σταυρού που κάνουν οι χωρικοί πριν να πάρουν νερό, το άναμμα του καντηλιού, που μερικές κρεμόταν από το θόλο της κρήνης και το έθιμο προσκυνήματος της νύφης την Δευτέρα μετά το γάμο. Ξεκινούσε, λοιπόν, η νύφη από το σπίτι μ’ ένα λαγήνι στο χέρι και προχωρούσε αμίλητη, έχοντας για συνοδεία συγγενείς της. Όταν έφτανε στη βρύση καθάριζε την πέτρινη κούπα, ασήμωνε τη βρύση και γέμιζε το λαγήνι της, ενώ σ’ όλη τη διαδικασία η συντροφιά της τραγουδούσε:

                                                                               Στείλε με μάνα μ’ για νερό,
                                                                               για να στο φέρω δροσερό,
                                                                               να σου το φέρω δροσερό,
                                                                               να ‘ρθω να βρέξω το γαμπρό
                                                                               κι όλο το συμπεθερ’κό.
                                                                               Στείλε με μάνα μ’ στείλε με
                                                                               κι αν αργήσω δείρε με,
                                                                               δείρε με και μάλωσέ με
                                                                               και βαριά βαλάντωσέ με.

                                                                               Πήγε η νύφη για νερό,
                                                                               να ραντίσει το γαμπρό…

        Ακόμα, γινόταν το καλάντισμα τη βρύσης το πρωί των Χριστουγέννων και το κέρασμά της την Πρωτοχρονιά. Η παραδοσιακή κρήνη είχε συνδεθεί άρρηκτα με την καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Δεν παρείχε μόνο την υδροδότηση της κοινότητας αλλά αποτελούσε το κέντρο του οικισμού. Το νερό ήταν απαραίτητο στον ελεύθερο χώρο της κεντρικής πλατείας και κατά μία έννοια αντικατόπτριζε  την υπερηφάνεια της κοινότητας.
         Όλοι οι δρόμοι του χωριού ήταν χαραγμένοι ώστε να οδηγούν σε κάποια δημόσια κρήνη και κάθε μονοπάτι και στράτα περνούσε από μια κρήνη, παρέχοντας στους οδοιπόρους το νερό, το πρωταρχικό αγαθό της ζωής. Πολλές φορές η κρήνη με το νερό αποτελούσε το βασικό πυρήνα γύρω από τον οποίον δημιουργούνταν ο οικισμός και ο αριθμός των κρηνών συνδέονταν με την οικονομική ανάπτυξη αυτού του χωριού, επειδή εξασφάλιζε το πότισμα των ζώων και την άρδευση των καλλιεργειών.
        Η κοινωνική ζωή είναι ακόμα ένας τομέας όπου η κρήνη έπαιζε σημαντικό ρόλο, ως τόπος συνάντησης των γυναικών και των νέων. Οι γυναίκες πήγαιναν καθημερινά στην κρήνη να γεμίσουν τα λαγήνια και τις φτσέλες με νερό, να πλύνουν τα υφαντά και τα ρούχα τους και οι νέοι έβρισκαν ένα πρόσφορο τόπο γνωριμίας και συνάντησης με τις αγαπημένες τους.
        Και στον καιρό της σκλαβιάς, στις πιο απόμακρες βρύσες, συναντιόνταν οι αρματολοί και κλέφτες για να πάρουν νερό και ν’ αναπαυθούν.
        Στην εποχή μας, αν και τα υδρευτικά δίκτυα έχουν αντικαταστήσει τις κρήνες, φαίνεται πως οι αυτές διατηρούν με πείσμα την αίγλη τους, τη μυστηριακή τους μορφή και αναβιώνουν με τη γραφικότητά τους τη λαϊκή μας παράδοση.
Το καλάντισμα της βρύσης την Πρωτοχρονιά στο Περίβλεπτο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου