Συνεργάτες

Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2011

Καταστροφή της Δυτικής Φθιώτιδας από τους Τούρκους

Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΦΘΙΩΤΙΔΑΣ
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ ΤΟ 1695 
του Κολοκύθα Κων/νου από το βιβλίο του
«ΣΚΟΡΛΙΑ-ΠΥΡΓΟΣ-ΠΤΕΛΕΑ»
Για την αιτία της γενικής καταστροφής της δυτικής Φθιώτιδας και της Σκόρλιας έδωσε πληροφορίες στους προγόνους μας ο δαυλοσηματοφύλακας του φυλακίου Σκόρλιας. Στη συνέχεια από γενιά σε γε­νιά η εξιστόρηση έφτασε στους παππούδες μας και έτσι γράφεται σή­μερα.
ΓΙΑΤΙ ΕΓΙΝΕ
Ο ξεσηκωμός των Ελλήνων εξόργισε την τουρκική αρχή. Γι’ αυτό δημιουργήθηκαν βάρβαρα τμήματα καταστροφής στα οποία δυστυ­χώς κατατάχθηκαν πολλοί κακοποιοί και απάνθρωποι Έλληνες. Ο στρατός αυτός πειθαρχούσε όμως και στις εντολές του αγά της Σπερχειάδας. Πάντα σύμφωνα με τις πληροφορίες και τη γνώμη του Παπαγιάννη, ίσως οι Έλληνες να ήταν και βαρβαρότεροι από τους Τούρκους...
Τα τμήματα αυτά ξεκίνησαν από την Υπάτη, όπως μας λέει η πα­ράδοση.
(Η ηλικιωμένη Βασιλική Σκούρα το 1932 θυμόταν ότι όταν ήταν μικρή άκουγε τις συζητήσεις των γε­ρόντων της Τσούκας, στη χασαποταβέρνα του πατέρα της - σήμερα σ' αυτό το σημείο είναι το παντοπωλείο του Βασιλείου Ν. Τσάρα-. Ομολογούσε πώς καταστράφηκαν τα χωριά Σοφού και Βίτωλη και πώς γλίτωσε η Τσούκα τις καταστροφές. Έλεγε ότι η Τσούκα ήταν μεγάλο χωριό αλλά άγονο και φτωχό. Η ανάγκη τους έκανε να έχουν καλές σχέσεις με τον Αγά της Σπερχειάδας και να εργάζονται στο τσιφλίκι του. Ήταν σωστοί στη συμπεριφορά και στη δουλειά τους αφού δεν μπορούσαν να κά­νουν και διαφορετικά. Ευχαριστημένος ήταν και ο αγάς. Η επιτροπή της Τσούκας έπαιξε σπουδαίο ρόλο ως προς τη διαχείριση του χωριού και έτσι απέφυγαν το 1695, με μια επέμβαση του Αγά, την πρώτη καταστροφή. Υπάρχει όμως και δεύτερη διάδοση από τους γέροντες της Τσούκας ότι το χω­ριό το προστάτευσε ο Άγιος Γεώργιος, πολιούχος του χωριού. Αφού κατέστρεψαν το Πλατύστομο και την Λιβανίτσα, βάδισαν για την Τσούκα. Στην πορεία παρουσιάστηκε ο Άγιος Γεώργιος προσποιού­μενος ότι θα τους καθοδηγήσει. Σκόπιμα τους άλλαξε το δρόμο και τους κατέβασε πιο κάτω από τον μύλο του Σπανού. Μετά εξαφανίστηκε αφήνοντας λευκά αποτυπώματα από τα πέταλα του αλόγου σε μια μεγάλη πέτρα. Πράγματι υπήρχε στην εποχή μου η πέτρα αυτή με άσπρα σημάδια αλλά δε γνωρίζω αν υπάρχει ακό­μα σήμερα.)
Η διαταγή ήταν σκληρή: Να μην αφήσουν τίποτα όρθιο στο πέρασμα τους σε όλη την ύπαι­θρο, για να σπάσει το ηθικό του πληθυσμού και των αγωνιστών.
ΠΩΣ ΕΓΙΝΕ
Το βάρβαρο τμήμα προχωρώντας προς το Λιτόσελο κατέστρεφε τα πάντα: σπίτια, εικονίσματα και όλο το χωριό. Όπως είχε ακουστεί, μόνο η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου σώθηκε.
Το 1954 ρώτησα το μακαρίτη τώρα ιερέα Βασίλειο Στεφανή, πώς και έγινε αυτή η εξαίρεση και δεν κατέστρεψαν την εκκλησία του Α­γίου Γεωργίου. Μου απάντησε ότι οι Τούρκοι φοβούνταν την εικόνα του Αγίου και τα θαύματα του. Οι μακαρίτες Δημήτριος Γιαννόπουλος και Δημήτριος Στεφανής είχαν αντίθετη γνώμη. Έλεγαν ότι οι Τούρκοι δεν αντιλήφθηκαν την εκκλησία. Προσπάθησα να πληροφο­ρηθώ από τους γέροντες του Ροβολιαρίου αν αυτή η φάλαγγα επισκέ­φτηκε το χωριό τους και μου απάντησαν καταφατικά, με κάποιες επι­φυλάξεις.
Το δεύτερο τμήμα μπήκε στην περιοχή της Σοφούς και την κατέ­στρεψε. Μόνο το μύλο της Νέλης, που υπαγόταν στην περιφέρεια του Αγά, δεν έθιξαν. Στη συνέχεια οι κάτοικοι έκαναν σπίτια πιο κάτω και έτσι το χωριό μοιράστηκε στην Άνω Σοφού και στην Κάτω Σοφού.
Η Βασιλική Σκούρα ομολογούσε ότι η Σοφού ήταν κτισμένη σε ω­ραία και ζηλεμένη τοποθεσία. Ημιπεδινή, προσηλιακή, με παραγω­γική έκταση γύρω από το χωριό και με πολλές φυσικές πηγές νερού. Σε αυτή την τοποθεσία παραχείμαζαν πολλά κοπάδια. Από τις πολλές στάνες ονομάστηκε η περιοχή Παλιόστανη. Όπως έλεγε η Σκούρα, ίσως αυτή να ήταν η αιτία που καταστράφηκε η Σοφού. Δηλαδή οι συ­χνές φιλονικίες των κατοίκων με τους τσελιγκάδες που φύλαγαν τα κοπάδια των μπέηδων και που παραβίαζαν συχνά τα σύνορα και προ­ξενούσαν ζημιές στα σπαρτά τους. Αυτά τα επεισόδια δυσαρεστού­σαν τον Αγά. Η Σοφού είχε επίσης καλή παραγωγή μεταξιού, δημη­τριακών προϊόντων, ρεβιθιών και ιδίως νόστιμων κουκιών. Τα τελευ­ταία τα καλλιεργούσαν σε άνυδρα χωράφια γύρω από το χωριό. Η τοποθεσία αυτή λεγόταν και ακούγεται ακόμα και σήμερα Κουκήθρες. Επίσης είχε και πλούσια παραγωγή κηπευτικών στην πεδινή το­ποθεσία κάτω από το σημερινό εικόνισμα της Αγίας Παρασκευής. Ε­κεί ήταν περιβόλια με οπωροφόρα δέντρα και μουριές. Η θέση αυτή και σήμερα λέγεται Περιβόλια.
Τις πληροφορίες της Βασιλικής Σκούρα μας τις βεβαιώνει και έ­νας χάρτης του αρχαιολογικού μουσείου Λαμίας που είχε την καλο­σύνη να μου τον προσφέρει ο κ. Δημήτριος Νάτσιος, διευθυντής του μουσείου, γι' αυτό και τον ευχαριστώ.
Μετά την καταστροφή της Σοφούς το βάρβαρο τμήμα προχώρησε δυτικά, πέρασε το Ροβολιαρίτη ποταμό και έφτασε στα Κουκιά (ση­μερινή Πτελέα) και στη Λεύκα, αλλά δεν προξένησε καμιά ζημιά για­τί ο τόπος ήταν υπό την προστασία του μπέη. Μετά προχώρησε στα χωριά Νεοχωράκι και Μάντησι. Τα κατέστρεψαν και πέρασαν στα χωριά Μερκάδα κλπ.
Μια δεύτερη ομάδα έφτασε στην παλιά Βίτωλη. Κατέστρεψε τα πάντα και την εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, η οποία και δεν ξανά οικοδομήθηκε από τότε. Μερικοί κάτοικοι της Βίτωλης έκαναν σπίτια νοτιότερα προς τη ντίρα της Σκόρλιας, πιο πάνω από το λόφο της Α­γίας Παρασκευής. Έτσι και εδώ έγιναν δύο συνοικισμοί: Άνω και Κάτω Βίτωλη.
Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΣΚΟΡΛΙΑΣ
Από τη Βίτωλη ο στρατός των Τούρκων έφτασε στη Σκόρλια. Εδώ έχουμε καλύτερες και βασικότερες πληροφορίες, χρονολογί­ες και πώς εξελίχθηκαν τα γεγονότα. Μάρτυρας και πάλι ο δαυλοσημαδότης Παπαγιάννης. Ήταν ο τελευταίος που αποχώρησε από τους κατοίκους και ο πρώτος που επανήλθε λόγω πόστου. Πέρασαν όλες οι σκηνές του ολέθρου από τα μάτια του και τα αυτιά του.
Η καταστροφή έγινε το πρώτο δεκαήμερο του Ιουλίου του 1695. Τη φάλαγγα τη διοικούσε ο ακαταλόγιστος τουρκόφιλος Γερακάρης Λυμπεράκης από την Πελοπόννησο.
Ακούγοντας και βλέποντας τους καπνούς της καταστροφής των άλ­λων χωριών, οι κάτοικοι της Σκόρλιας εγκατέλειψαν τα σπίτια και τα υπάρχοντα τους και αποτραβήχτηκαν σε απόκρυφες ρεματιές. Έμει­ναν λίγοι που δε μπορούσαν να μετακινηθούν. Αυτοί είχαν την ατυχί­α να χάσουν τη ζωή τους. Τέτοια περίπτωση ήταν η παπαδιά του χω­ριού. Ήταν έγκυος στις μέρες της και δε μπορούσε να μετακινηθεί. Αναγκαστικά έμεινε στο σπίτι της και για συντροφιά κάθισε και η μη­τέρα της στο πλάι. Η τελευταία κρύφτηκε μέσα στο σπίτι σε αθέατο μέρος για να βλέπει όλες τις κινήσεις από την πόρτα μέχρι το κρεβά­τι της. Ποτέ δεν υπολόγιζαν να τους συμβεί τέτοιο κακό.


  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου