Συνεργάτες

Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

Το κουκούνιασμα των βοδιών

ΤΟ ΚΟΥΚΟΥΝΙΑΣΜΑ ΤΩΝ ΒΟΔΙΩΝ
του Τάκη Ευθυμίου
Ο κούκουνας είναι μια μεγάλη μύγα που λέγεται και οίστρος. Πάει και κεντάει κυρίως τα βόδια το κατακαλόκαιρο, που κάνει πολύ ζέστα.
    Το βόδι δεν ανέχεται αυτό το κέντημα του κούκουνα, γι’ αυτό σκαρτίζει, δηλ. τρέπεται σε ξαφνική φυγή. Τότε, δεν το προφταίνει ούτε το γρηγορότερο λαγωνικό. Και τρέχει ασταμάτητα τόση ώρα, μέχρι ν’ απαλλαγεί από την ενοχλητική αυτή μύγα.
   Στο φρενιασμένο τρέξιμό του είναι πολύ επικίνδυνο, επειδή δεν βλέπει μπροστά του και τραβάει ίσια και παρασέρνει ό,τι κι αν βρει στο διάβα του, σαν παλαβό. Γι’ αυτό λένε: «Κουκούνιαξε σαν βόϊδι», που θα πει: πάει τρελάθηκε για τα καλά.
   Ο μυθοπλάστης λαός μας δεν παρέλειψε να σκαρώσει κι ένα μύθο για τον κούκουνα που λέει:

"Κάποτε ο Χριστός περνούσα από μια στράτα. Αποσταμένος και διψασμένος καθώς ήταν συνάντησε μπροστά του ένα βουκόλο και του ζήτησε να του φέρει λίγο νερό. Ο βουκόλος ήταν τεμπέλης και αρνήθηκε. Ο Χριστός τον παρακάλεσε να του δείξει, τουλάχιστον, που ήταν το νερό να πάει να πιει μόνος του. Εκείνος, αρχιτεμπέλαρος, αντί να του δείξει με το χέρι, σήκωσε το πόδι του προς το μέρος του νερού. Ο Χριστός αμίλητος κίνησε να πάει και στο δρόμο του συνάντησε ένα γιδοβοσκό, απ’ τον οποίο ζήτησε να του φέρει λίγο νερό. Ο γιδοβασκός προθυμοποιήθηκε, αλλά δίστασε μην κουκουνιάξουν τα γίδια του και τα χάσει αν τ’ αφήσει μόνα τους. Τότε, ήταν η εποχή που κουκούνιαζαν τα γίδια και όχι τα γελάδια.
Ο Χριστός δέχτηκε να φυλάξει αυτός τα γίδια όση ώρα θα έλειπε ο γιδάρης. Έτσι, ο τσοπάνης ανενόχλητος και ήσυχος πήγε και  έφερε νερό στο διψασμένο Χριστό, που το ήπιε και αφού ξεδίψασε, ευχαριστήθηκε για την καλοσύνη τού γιδάρη και διέταξε ο κούκουνας να φύγει αμέσως από τα γίδια και να κεντάει τα βόδια. Έτσι, ησύχασαν τα γίδια και από τότε υποφέρουν τα βόδια, επειδή ο βουκόλος φάνηκε τεμπέλης και αχάριστος".

   Ας παιδεύεται τώρα να  συμμαζεύει τα βόδια του όταν κουκουνιάζουν!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου