ΓΥΦΤΟΡΕΜΑ
Από την εφημερίδα του Συλλόγου Νεοχωριτών Τυμφρηστού το «Βελούχι»
Σήμερα το Γυφτόρεμα είναι ένας μικρός χείμαρρος που αποτελεί μια γραφική σήμερα νότα στο τοπίο του Νεοχωρίου Τυμφρηστού. Βαθιά η κοίτη του, δεν ξεχωρίζει πια, τυλιγμένη σφιχτά από βατουλιές, αγριόχορτα, λουλούδια και χοντρές καρυδιές, που τη σκεπάζουν σ' όλη τη διαδρομή του κι εξασφαλίζουν καταφύγιο, φωλιές, δροσιά και χώρο συναυλιών στ' αηδόνια και τα κοτσύφια. Δυο γεφυράκια ενώνουν τις όχθες του.
Οι πηγές του είναι τα νερά του Χαζνά και τα χαντάκια από της Κίτσαινας τη Λάκα και το Τουρκόμνημα. Περιφρονητικά του έδωσαν το όνομα αυτό. Τούτο όμως δεν αστειευόταν πριν από μερικά χρόνια. Φθινόπωρο και χειμώνα, με τα πολλά νερά που συγκέντρωνε, φούσκωνε επικίνδυνα. Με τις άγριες «κατεβασιές» του, με τα λασπόνερα, τις πέτρες και τα ξεριζωμένα δέντρα που κουβαλούσε, κατέτρωγε τις όχθες του, βάθαινε ολοένα και πιο πολύ, συχνά ξεχείλιζε κι έκανε καταστροφές, παράσερνε και τα γεφύρια.
Κάποτε, οι χωριανοί κατάλαβαν τι ήταν εκείνο που προξενούσε τις κατεβασιές: ήταν η καταστροφή του δάσους στο Κεφαλάρι του χωριού. Κάποιοι άμυαλοι, άλλοι κρυφά, άλλοι φανερά έκοβαν τα «δέντρα» (βελανιδιές) και τα έλατα για να ταΐσουν τα ζώα τους. Αλλά κι αντίκρυ στο Τουρκόμνημα δεν άφηναν να στανιάσει κέδρος κι έλατος. Έτσι, τα νερά της βροχής δεν τ' απορροφούσε η γδαρμένη γη. Κυλούσαν ορμητικά, βάθαιναν τα χαντάκια, αβγάτιζαν κι έκαναν πιο απειλητικά τα νερά του χειμάρρου.
Κάποτε το Κοινοτικό Συμβούλιο έβγαλε απόφαση που απαγόρευε την ξύλευση και την κλαδονομή από τη γύρω περιοχή. Αλλά ποιος την άκουσε! Μόνο ο αφορισμός από τον παπά έσωσε το δάσος και σταμάτησε το κακό.
Ένας Νεοχωρίτης που έζησε το γεγονός, διηγείται:
«Ήταν μια Κυριακή της άνοιξης - δε θυμάμαι ακριβώς τη χρονιά. Ίσως ήταν το 1924 ή εκεί κοντά. Όταν τελείωσε η λειτουργία, ο παπα-Μανθαίος, συνεννοημένος με τον Πρόεδρο της Κοινότητας, δε βγήκε, κατά το συνηθισμένο, να μοιράσει αντίδωρο, ενώ οι χωριανοί στέκονταν ακόμα στις θέσεις τους. Με τα άμφια, λοιπόν, όπως ήταν ντυμένος πήγε μπροστά στην εικόνα της πολυσέβαστης Γλυκοφιλούσας, σταυροκοπήθηκε τρεις φορές, έκαμε τρεις βαθιές "μετάνοιες" (υποκλίσεις ώς το δάπεδο της εκκλησίας), ύστερα πήρε με ευλάβεια πολλή από το προσκυνητάρι την εικόνα και κρατώντας την χωρίς το καλυμμαύχι του, συγκινημένος, αναμαλλιασμένος, στάθηκε στο πρώτο σκαλί της Ωραίας Πύλης. Με σκληρή, τρεμάμενη φωνή, που τράνταξε την εκκλησία έκαμε το "Μεγάλον Αφορισμό": "Το Γυφτόρεμα πάει να μας πνίξει. Πρέπει να προστατέψουμε το Κεφαλάρι του χωριού για να γλυτώσουμε. Αφορεσμένος να ‘ναι όποιος ματακόψει έλατο και κλαρί και ξύλα σ 'εκείνον τον τόπο γύρω". Και συνέχισε διαβάζοντας τώρα απ' ένα χαρτί που ακουμπούσε στο πίσω μέρος της εικόνας: "Οι παραβάται των επί κοινή ωφελεία καλώς δεδογμένων, αφωρισμένοι είησαν και κατηραμένοι και ασυγχώρητοι, λυθείεν δε αυτοί μηδαμώς, κληρονομήσειεν την λέπραν του Γεεζή και την αγχόνην του Ιούδα, στένοντες είεν και τρέμοντες επί της γης ως ο Κάιν και η οργή του Θεού είη επί τας κεφάλας αυτών, σχισθείσα δε η γη καταπίοι αυτούς...".
Εδώ τα τρεμάμενα λόγια του έσβησαν, δεν μπόρεσε να συνεχίσει, ενώ το εκκλησίασμα είχε κερώσει από τρόμο και κρατούσε την ανάσα του. Ο παπάς ξανάβαλε τη Γλυκοφιλούσα στη Θέση της, σταυροκοπήθηκε πάλι, ξαναπροσκύνησε τρεις φορές κι έκαμε απόλυση. Αυτό ήταν όλο! Κανένας δεν ξαναπείραξε ούτε φύλλο από το Κεφαλάρι, που αναπτύχθηκε γρήγορα κι έγινε από τότε ένα πυκνό, θαλερό, πανέμορφο δάσος, όπως το χαιρόμαστε σήμερα. Και το Γυφτόρεμα δεν "κατεβάζει"πια...»
Να, λοιπόν, ένα κομμάτι από την ιστορία της προστασίας του περιβάλλοντος, όπως γράφηκε στο Νεοχώρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου