Συνεργάτες

Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2015

Το περίπτερο & η ιστορία του

ΤΟ ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ
Μια νότα νοσταλγίας και αναπόλησης
[Επιμέλεια: Γιώργος Καλλιώρας]
Το περίπτερο του Πάνου Παπακώστα στον Άγιο Γεώργιο Φθιώτιδας, δεκαετία ‘60
Η λέξη «περίπτερο» είναι σε χρήση από την αρχαιότητα, ως επιθετικός προσδιορισμός. Συγκεκριμένα, ο ναός που περιβαλλόταν από κίονες σε όλες του τις πλευρές ονομαζόταν «περίπτερος ναός». 
Στην αρχή λοιπόν, ήταν μικρά καπνοπωλεία, τα οποία εμφανίστηκαν αμέσως μετά την πρώτη ίδρυση του Ελληνικού κράτους στο Ναύπλιο και λίγο μετά ήλθαν και στην Αθήνα. 
Σιγά-σιγά τα προϊόντα που πωλούσαν πλήθαιναν και έτσι έφτασε στις προθήκες τους το πρώτο φιλολογικό περιοδικό, το «Ίρις» το οποίο πωλούνταν προς 25 λεπτά. 
Από το 1889 ξεκίνησε η χορήγηση αδειών σε τραυματίες πολέμου και έτσι ξαφνικά ο αριθμός τους μεγάλωσε κατά πολύ. Την εποχή εκείνη, ο μόνος τρόπος ενημέρωσης ήταν οι εφημερίδες, οι οποίες πολύ γρήγορα έγιναν μέρος της γκάμας των περιπτέρων, βοηθώντας στην ανάπτυξή τους.
Πιο συγκεκριμένα, τα πρώτα περίπτερα εμφανίστηκαν, μετά την ήττα της Ελλάδας στον πόλεμο  του 1897 με την Τουρκία, σε αστικά κέντρα της περιφέρειας.  

Στην Αθήνα το πρώτο περίπτερο  έκανε την εμφάνισή του στην οδό Πανεπιστημίου το φθινόπωρο του 1911. Το 1914 η όψη των περιπτέρων γίνεται ομοιόμορφη σε όλη τη χώρα: 0,70x0,70 μ. Ένα μικρό πρόχειρα κατασκευασμένο ξύλινο κουβούκλιο με ελάχιστα προϊόντα, προσπαθούσε  να καλύψει τις ελάχιστες οικονομικές ανάγκες της εποχής και να δώσει μια ανάσα σε ανθρώπους που είχαν δώσει σημαντικό κομμάτι της ζωής τους για την Ελλάδα.
Ο γνωστός χρονογράφος και ποιητής των αρχών του 20ου αιώνα Σωτήρης Σκίπης σε άρθρο του στην εφημερίδα ΣΚΡΙΠΤ στις 20 Οκτωβρίου 1919 γράφει για τα πρώτα περίπτερα που έκαναν την εμφάνισή τους στην Αθήνα:
«Άξιος συγχαρητηρίων έγινε ο κ. Δήμαρχος ο οποίος αποφάσισε την ανέγερσιν πολλών περιπτέρων εις τας Αθήνας, τα οποία θα εκχωρήσει εις τους τραυματίας του πολέμου, η εις μέλη οικογενειών φονευθέντων πολεμιστών». 
«Δεν φαντάζεται κανείς πόσα καλά θα προκύψουν αμέσως-αμέσως, εκ της ανεγέρσεως των περιπτέρων. Τα περίπτερα θα είναι ένας στολισμός της πόλεως, θα εξυπηρετηθούν δι' αυτών και θα εύρουν πόρον ζωής πλειστοί ανάπηροι των δύο πολέμων. 
Θα εξαπλωθή δια του μέσου τούτου το ελληνικόν έντυπον, είτε εφημερίς, είτε περιοδικόν, είτε φυλλάδιον, είτε βιβλίο. Και θα γίνουν αίτια όπως οι μεγάλαι επαρχιακαί μας πόλεις θα κουνηθούν λιγάκι και θα μιμηθούν λιγάκι των πρωτεύουσαν». Μια άκρως γλαφυρή αναπαράσταση του ρόλου του περιπτέρου στην Ελλάδα των επόμενων 90 χρόνων. 
Το 1922 και πιο συγκεκριμένα τον Σεπτέμβρη το Υπουργείο Περιθάλψεως κατέθεσε νομοσχέδιο σύμφωνα με το οποίο οι Νόμοι 254 και 1960, οι οποίοι αναφέρονται στα ήδη ανεγερθέντα περίπτερα, αλλά και σε αυτά που πρόκειται να αναγερθούν στο μέλλον, θα παραχωρούνται προς αποκλειστική χρήση στην «Πανελλήνιον Ένωσιν Τραυματιών Πολέμου 1912-1921».
Η Ένωση θα είναι ο μοναδικός επίσημος φορέας που θα έχει προηγούμενη έγκριση του Υπουργείου Συγκοινωνιών, το οποίο θα καθορίζει το σχήμα και το μέγεθος των περιπτέρων που αναμένεται να ανεγερθούν. 
Η παραχώρηση περιπτέρου σύμφωνα με το νομοσχέδιο είναι προσωπική και μόνο υπόθεση,  δεν επιτρέπεται να πωληθεί, να μεταβιβαστεί, να μπει σε καθεστώς υποθήκης και να υπομισθωθεί. Επίσης επιτρέπεται συνεταιρισμός μόνο μεταξύ δύο εταίρων, μόνο με την άδεια του Υπουργού Συγκοινωνιών. 
Σε περίπτωση θανάτου του κατόχου η χρήση και εκμετάλλευση του περιπτέρου, μεταβιβάζεται αυτόματα στην γυναίκα και τα παιδιά του αναπήρου-τραυματία και αυτό μόνο για μια πενταετία, και αργότερα περιέρχεται και πάλι στον έλεγχο της Ένωσης. 
Το ποσό μισθώσεως ξεκινούσε από τις 20 δραχμές, και έφτανε μέχρι τις 250 δραχμές. Τα όποια χρήματα θα εισπραχθούν, θα διατεθούν υπέρ της δημιουργίας ειδικού Ταμείου προικοδοτήσεως θυγατέρων και τραυματιών πολέμου. 
Τεκμηριωμένες πληροφορίες για τα προϊόντα που είχαμε τα πρώτα χρόνια στο περίπτερο μέχρι τις αρχές του Μεσοπολέμου, και τα τέλη της δεκαετίας του 1940 δεν υπάρχουν. Το μόνο που είναι σίγουρο πως στο περίπτερο υπήρχαν οι εφημερίδες, τα χύμα τσιγάρα και κάποια υποτυπώδη ζαχαρώδη προϊόντα. 
Οι εφημερίδες την εποχή εκείνη ήταν το βασικό και ίσως το μοναδικό μέσω ενημέρωσης, σε μια Ελλάδα, η οποία συνεχώς συνταρασσόταν από πολεμικές συγκρούσεις. Οι οποίες εξελίξεις συνέβαιναν καθημερινά γίνονταν γνωστές μέσα από τις εκδόσεις των εφημερίδων.
Γεγονότα μεγάλης ιστορικής σημασίας, αλλά και γεγονότα ουσιαστικά για την πορεία και την εξέλιξη της χώρας, τα μάθαινε ο κόσμος μέσα από τις εφημερίδες. Σε πολλές περιπτώσεις και γεγονότα ιστορικής σημασίας, οι εφημερίδες τυπώνονταν τρεις και τέσσερις φορές για να ενημερώσουν τους Έλληνες ανά την επικράτεια. 
Σημαντικός ο ρόλος του περιπτέρου και σε αυτή την περίπτωση. Η ανάρτηση των εφημερίδων στις προθήκες των περιπτέρων, αποτελούσε ένα σημαντικό γεγονός για την καθημερινότητα των κατοίκων των μεγάλων αστικών κέντρων σε εποχές κρίσιμες για την πορεία και την ανάπτυξη της Ελλάδας. 
Το προϊόν όμως που στήριξε το περίπτερο για αρκετές δεκαετίες, ακόμη σε πολλές περιπτώσεις μέχρι και σήμερα, δεν ήταν άλλο από τα τσιγάρα.
Σε μια αρκετά δύσκολη οικονομικά εποχή και συγκυρία για την Ελλάδα, τα περίπτερα διέθεταν τα χύμα τσιγάρα. Ο καθένας που ήθελε να καπνίσει ένα τσιγάρο πήγαινε στο περίπτερο, άφηνε μερικές δραχμούλες και αγόραζε όσα τσιγάρα του επέτρεπε το βαλάντιο του. 
Στα περίπτερα δόθηκε αποκλειστικό δικαίωμα πώλησης καπνοβιομηχανικών προϊόντων, κάτι που λειτούργησε στην αρχή ως φοροεισπρακτικός μηχανισμός για να εξασφαλίζει το κράτος έσοδα από την πώληση του καπνού. Πριν από την εμφάνισή τους, χύμα τσιγάρα και καπνό πωλούσαν πλανόδιοι που δεν μπορούσαν να ελεγχθούν αποτελεσματικά.    
Το 1934 ο Γιάννης Γεωργακάς ίδρυσε το περίπτερο με το όνομα Μινιόν, αρχικά στην οδό Σταδίου και μετά στην Αιόλου 104. Για πρώτη φορά κλείνει τις δύο πλαϊνές πτέρυγες του περιπτέρου και τις μετατρέπει σε βιτρίνες όπου εκθέτει διάφορα είδη: στυλό, γυαλιά, είδη ξυρίσματος, σουγιάδες, ψαλίδια κ.λπ. Το εγχείρημά του έμελλε να γίνει ο προπομπός του πολυκαταστήματος «Μινιόν».
Το 1943-'44 εισέρχονται και άλλες κατηγορίες δικαιούχων: θύματα πολέμου και θύματα ειρηνικής περιόδου.  
Τα πρώτα ζαχαρώδη και αναψυκτικά άρχισαν να κάνουν την εμφάνιση του στα περίπτερα στα τέλη της δεκαετίας του 1940. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες προφορικές μαρτυρίες που συγκεντρώσαμε, αυτό συνέβη περισσότερο στα περίπτερα του Πειραιά και λιγότερα στα περίπτερα της Αθήνας, όταν μπήκαν τα πρώτα ψυγεία με πάγο.
Έτσι, με αυτό τον τρόπο δόθηκε η δυνατότητα στις εγχώριες εταιρίες παραγωγής αναψυκτικών (ΗΒΗ) να διαθέσουν στα περίπτερα της εποχής τα προϊόντα τους. Μάλιστα είναι σημαντικό να τονίσουμε πως τα πρώτα ψυγεία με πάγο χρησιμοποιήθηκαν και ως αποθηκευτικοί χώροι για τα τσιγάρα, λόγω κυρίως της υψηλής θερμοκρασίας τους.
Οι παλιότεροι θα θυμούνται τις λεμονάδες και τις γκαζόζες της ΗΒΗ, που έδωσαν μια άλλη νότα δροσιάς και ξεκούρασης στους διψασμένους Αθηναίους.

Επιλογή-Ανάρτηση: Τάκης Ευθυμίου


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου