Συνεργάτες

Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2015

Εκδρομή Μεγάλη Κάψη-Άγραφα

Μεγάλη Κάψη – Άγραφα. Μια εκδρομή του 2000
Νίκος Δ. Παπαδιονυσίου
Βάση μας ήταν το χωριό μου, η Μεγάλη Κάψη της ορεινής Φθιώτιδας, το σπίτι του Βαγγέλη Υφαντή όπου είχαμε διανυκτερεύσει φτάνοντας βράδυ της προηγούμενης. Ξεκινήσαμε κόντρα στον καιρό, με βροχή και πηχτή αντάρα και φόβο ότι η διαδρομή μας δεν θα ήταν εφικτή, γιατί εκτός από την επικινδυνότητα στην οδήγηση, μας περιόριζε τη θέα σε λίγα μέτρα, κρύβοντας τα πάντα που θα την έκαναν ενδιαφέρουσα.  Ο καιρός ήταν και η αιτία που αργοπορήσαμε στο ξεκίνημα. Φύγαμε γύρο στις 09:00. Ευτυχώς, λίγο πριν το Μαυρίλο, καθάρισε.
Τα Δυτικά, και Βόρεια Άγραφα υπήρξαν η ρίζα μου από τη πλευρά της μάνας μου. Τα Άγραφα της λίμνης Πλαστήρα, εκμεταλλεύονται από πολλά χρόνια και έχουν σχεδόν μονοπωλήσει την ονομασία και τη δόξα που προσέφεραν ειδικά τα πρώτα στη Ρούμελη από τα αρχαία χρόνια. Τη φήμη αυτών που τα έκαναν να μείνουν πραγματικά «άγραφα», κατοχυρώνοντας με το σπαθί τους την ονομασία τους στα φορολογικά ιδίως κιτάπια τόσο των Ρωμαίων και Βυζαντινών, όσο ειδικά των Τούρκων αργότερα, για την αδάμαστη ψυχή των διεσπαρμένων στα βουνά τσοπαναραίων, ως επί το πολύ σαρακατσάνων αλλά και βλάχων κατοίκων τους. Γνωστά για την απόλυτη φτώχια τους και τη δυσβατότητα του άγριου και πανέμορφου τοπίου τους.
Με μια διήμερη διαδρομή με τον Βαγγέλη Υφαντή και τον παλιό συνάδελφο και φίλο Γιώργο, κάπου είκοσι μέρες μετά το Πάσχα του 2000 πραγματοποιήσαμε μια παλιά μου επιθυμία. Τα περιηγηθήκαμε και πήραμε μια μικρή γεύση γι’ αυτά, όση μπορεί κανείς να πάρει μόνο σε δυο μέρες, όταν χρειάζονται πάνω από εβδομάδα για να τα ευχαριστηθεί κάποιος.
Ταυτόχρονα πραγματοποιήσαμε και μια άλλη κοινή επιθυμία πάνω στο πρόγραμμα να πατήσουμε όσο περισσότερες ασφάλτινες και χωμάτινες διαδρομές γνωρίζοντας όσες περισσότερες ομορφιές. Αυτό όμως σύμφωνα με συγκεκριμένη πορεία: Διαλέξαμε και κάναμε με όσο γίνεται μεγαλύτερη δυνατή προσέγγιση, τη «διαδρομή της πορείας προς το τέλος» του Άρη του Βελουχιώτη προσεγγίζοντάς την ή και πατώντας την.

Μη έχοντας κλείσει που θα κοιμόμασταν το βράδυ καθώς πηγαίναμε σχεδόν στο άγνωστο, μη γνωρίζοντας, εκτός από τη πορεία μας, χιλιόμετρα- ώρες- χρόνο ταξιδιού-διαμονής και πού, παρά εντελώς προσεγγιστικά, για καλό και για κακό φορτώσαμε και μερικές βελέντζες με την προοπτική ότι πιθανά θα χρειάζονταν να κοιμηθούμε στ’ αυτοκίνητο στο κρύο της εποχής. Ψωμοτύρι και τσίπουρο κρίθηκαν απαραίτητα.
Δεν θα περιγράψω με πολλά τη διαδρομή. Θα χρειαζόταν ένα δοκίμιο με υπέροχες περιγραφές τοπίων, περιστατικών, καταστάσεων, προσωπικών συγκινήσεων και άφθονες φωτογραφίες. Το μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής βιντεοσκόπησε ο Γιώργος. Εγώ πήρα λίγες φωτό νομίζοντας ότι έχω πάρει εφεδρικό φιλμ. Δυστυχώς ήταν κατεστραμμένο. Οι περισσότερες που χρησιμοποιώ, κακέκτυπες, είναι από το βίντεο που πρόβαλα, φωτογράφισα και μορφοποίησα χρόνια αργότερα.  
Μεγάλη Κάψη, Μερκάδα. Και νάσου!. Το πούσι εξαφανίζεται σαν από μαγεία φτιάχνοντάς μας την διάθεση. Μαυρίλο(1)μετά, Νεοχώρι, χωμάτινη διαδρομή μετά και στάση στην πηγή, την Αηλιόβρυση(2), πάνω στο χωματόδρομο που συνδέει το Νεοχώρι με τον περιφερειακό του Βελουχιού και τον δρόμο προς Φουρνά κλπ. Την πηγή που καλλιεργήθηκε με την ευγενική χορηγία του εκλιπόντος τελευταία Νεοχωρίτη Χαρίλαου Μηχιώτη, δημοσιογράφου και συγγραφέα της Εθνικής Αντίστασης και άλλων, απ΄ όπου σύμφωνα με συντοπίτες μας, ξεκίνησε ο Άρης με έξη συντρόφους του.
Συνεχίζοντας : Αγία Τριάδα(3), Αγία Παρασκευή(4), Δομιανοί(5). Ο περιφερειακός του Βελουχιού δεν είχε στρωθεί όλος με άσφαλτο αρχές 2000, πράγμα που έγινε  αργότερα. Ήταν ένας μάλλον καλός ή  υποφερτός χωματόδρομος.
Φεύγοντας από τους Δομιανούς και σύμφωνα με τους χάρτες μου, έπρεπε σε κάποιο σημείο ν’ αφήσουμε τον περιφερειακό και να πάρουμε κάποιον πολύ χειρότερο κατηφορικό δευτερεύοντα χωματόδρομο στα δεξιά μας προς τον Μέγδοβα (Ταυρωπό) προκειμένου προσπερνώντας τον να πάρουμε τον δρόμο από Δάφνη προς Βίνιανη.
Πήγαινα αργά-αργά μη μου ξεφύγει ο δρομάκος επειδή δεν υπήρχε καμιά σήμανση. Σε κάποιο σημείο, φοβισμένος μην τον έχω ήδη προσπεράσει, βλέπω ένα φτωχικό ερημικό σπιτόπουλο αριστερά, μια θεια να βάζει μπουγάδα ζεσταίνοντας νερό σ΄ ένα τεράστιο καζάνι με τα ξύλα αναμμένα από κάτω και κάποια αρνιά που γλίτωσαν την Πασχαλινή σούβλα. Σταμάτησα να την ρωτήσω. Μου έδειξε ακριβώς δεξιά το δρομάκι που δεν φαινόταν αν δεν το ήξερες. Κατεβήκαμε στο ποτάμι με άφθονο νερό την εποχή αυτή και περάσαμε, μετά μια μικρή στάση στο γεφύρι, προς Δάφνη(6).
Δυο γεφύρια στον Ταυρωπό (Μέγδοβα). Το «σύγχρονο» πάνω, για Δάφνη και το ιστορικό της Βίνιανης κάτωΣτη μέση, εμφυλιακή Belley σε παραπόταμο κοντά στη διασταύρωση για Χρύσω.
Μια μεγάλη ασφάλτινη διαδρομή μετά για να σταματήσουμε στην παλιά Βίνιανη(7) για να δούμε ότι μπορεί να δει κανείς σε μια τόσο μεγάλη εκδρομή- αστραπή. Νέα Βίνιανη στη συνέχεια, non stop, χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον, Κερασοχώρι(8) μετά,  Κρέντης(9) ύστερα από λίγο.
Σφάλμα που δεν σημείωσα τα χιλιόμετρα διαδρομών, χωμάτινων ή ασφάλτινων, ώστε να μπορεί κανείς να υποθέσει διαβάζοντας το παρόν ότι οι διαδρομές και ο χρόνος τους ήσαν αμελητέα. Από την άλλη θέλω να ψάχνω σε οδηγούς και να υπολογίζω αποστάσεις, έστω με σφάλματα,  από χάρτες με κλίμακες.
Γνωρίζοντας ότι στη Κρέντη είναι το τελευταίο βενζινάδικο, φουλάρισα. Πήραμε μετά από λίγο τον τραχύ «χωματόδρομο» προς Βορά για Άγραφα, δίπλα στον Αγραφιώτη, έχοντας από πάνω μας κυριολεκτικά τα Ανατολικά Άγραφα όπως και τα Δυτικά, όταν πιο πέρα περάσαμε στην απέναντι όχθη του ποταμιού. Αυτόν τον δρόμο που είναι ταυτόχρονα και το Ευρωπαϊκό Μονοπάτι Ε 4, που ενώνει όλη την Ελλάδα από τη Πελοπόννησο και συνεχίζει προς Βαλκάνια και Ευρώπη. Το ίδιο μονοπάτι  της πορείας προς το τέλος που πιθανά ακολούθησε κι’ ο Άρης.
Το 2011, ο τότε Δήμος Αγράφων με έδρα τη Δυτική Φραγκίστα που χαρακτηρίζεται ως ορεινός, αποτελείται από τους δήμους Φραγκίστας, Βίνιανης, Ασπροποτάμου, Απεραντίων και Αγράφων. Ο πρώην Δήμος Αγράφων και μπράβο του, είχε πάρει πιστοποιητικό Συστήματος Διαχείρισης της Ποιότητας μέχρι το 2009.
Ο Αγραφιώτης κυλάει ορμητικός και πάει να συναντήσει την τεχνητή λίμνη των Κρεμαστών. Είναι ένα ποτάμι μόνο της Ευρυτανίας με μήκος 58 χιλιόμετρα, χωρίζοντας την περιοχή σε Ανατολικά και Δυτικά Άγραφα. Ξεκινάει από τις κορφές της νότιας Πίνδου,  βγαίνει από τα όρια των Αγράφων συνεχίζοντας στην Δυτική Φραγκίστα. Πριν φτάσει στη λίμνη παλιότερα,  περνούσε κάτω από το άλλοτε φανερωμένο, άλλοτε βυθισμένο Γεφύρι του Μανώλη.
Η θρυλική γέφυρα του Μανώλη.(φωτό από  in.gr)
Οι εικόνες είναι μαγευτικές. Πανύψηλα βουνά, χιονισμένα και όχι, βράχια που κατεβαίνουν απότομα, απειλητικά, πάνω μας και προς το ποτάμι, τεράστιες σε ύψος και πλάτος σάρες που κατηφορίζουν μέχρι το ποτάμι, απρόβλεπτοι μικροοικισμοί- μαντριά, άγρια η βλάστηση παντού. Πανίδα με μεγάλη ποικιλία.
Σε κάποιο σημείο που σταματήσαμε για λίγο, παρατηρούμε απέναντι στην πλαγιά των Δ. Αγράφων, στην απόλυτη ερημιά, σε μια τεράστια σάρα, κάτι που φαινόταν από τη μεγάλη απόσταση σαν ένα τεράστιο- μακρύ λευκό σκουλήκι να κινείται τόσο αργά που έλεγες πως παραμένει ακίνητο. Απορούσαμε τι ήταν. Βλέπω με τα κιάλια. Μια σειρά πάνω από 300 πρόβατα κινιόταν αργά, με  προσοχή, κολλητά το ένα πίσω απ’ τ΄ άλλο, με τα σκυλιά και τελευταίο τον τσοπάνη τους, πιθανά πάνω σ’ ένα στενό μονοπάτι, σαν να φοβούνταν ότι με τυχόν άτσαλο περπάτημα θα γκρεμίζονταν. Γύριζαν στο μαντρί τους και στον τόπο διαμονής του βοσκού και πιθανά και της οικογένειάς του.
Αναρωτιόμασταν: Τι άνθρωποι ήσαν αυτοί που μπορούσαν να κάνουν στην απόλυτη ερημιά και μοναξιά με παρέα το πολύ ένα ραδιοφωνάκι !.
Τα πάντα ήσαν ανάλογα και ταυτόχρονα πολύ πιο εντυπωσιακά, πρωτόγονα και απόλυτα πιο καθαρά και αγνά απ’ ότι γνώριζα διαβάζοντας για την περιοχή και τους ανθρώπους της από βιβλία  και ταξιδιωτικές αφηγήσεις. Φαράγγια μικρά και μεγαλύτερα που με τα νερά τους καταλήγουν στο ποτάμι. Ξύλινα, λες ετοιμόρροπα γεφυράκια, μια μεταλλική γέφυρα Belley που εγκατέστησε φαίνεται ο στρατός στον Εμφύλιο, κάποια γεφύρια από μπετόν. Ένα μάλιστα απ’ αυτά που δεν είχε καιρό κατασκευασμένο, που το είχε μισοπάρει το νερό χειμώνα, πολύ στενό απομεινάρι με το γκρεμισμένο κομμάτι δίπλα του, το διάβηκα αφού κατέβασα τους συνεπιβάτες μου, όπως δείχνουν πιο πάνω φωτογραφίες, που με κατεύθυναν καθώς δεν έβλεπα αριστερά και δεξιά μου παρά μόνο το φαράγγι. Η οποιαδήποτε κουπαστή είχε γκρεμιστεί..
Παντού εικόνες όμορφες, να μη τις χορταίνεις. Δίκαια η Unesco χαρακτήρισε την περιοχή μία από τις πέντε πρώτες στον πλανήτη μας σε καθαρότητα περιβάλλοντος. Ο χρόνος λες και δεν έχει περάσει από τις προϊστορικές εποχές.
Σκεφτόμουν ότι η όλη εικόνα αυτών που βλέπαμε, έμοιαζε μ’ αυτήν των δικών μας χωριών πριν το 1950, όταν δεν υπήρχαν δρόμοι, παρόλο που εμείς είχαμε το μεγάλο πλεονέκτημα να είναι τα δικά μας κοντά σ’ έναν οδικό άξονα με σχετικά μεγάλη κίνηση, αυτόν προς Καρπενήσι, που έκανε τα πράγματα πολύ πιο εύκολα. Έχω επισκεφτεί πολλές απομονωμένες περιοχές, βουνά και χωριά της πατρίδας μας. Εδώ όμως είναι η πλέον δυσπρόσιτη περιοχή της, αιτία που την κάνει να μένει ανόθευτη και αληθινή. Αυτό όμως που επισημαίνω είναι το ότι η αγάπη των ανθρώπων για τα χωριά τους, τους έκανε να τα προσέχουν και να τα ομορφαίνουν.
Όλο το σκηνικό και οι λίγοι άνθρωποι που είδα και μίλησα μαζί τους, όχι μόνο στα Ευρυτανικά Άγραφα αλλά και στα Βόρεια, αυτά του νομού Καρδίτσας και γενικότερα, σ’ όλα τα χωριά τις ορεινής Φθιώτιδας κ’ Ευρυτανίας όπως από παιδί είχα γνωρίσει, πολύ περισσότερο όμως αυτό που έβλεπα τώρα, μ’ έκανε να επαναλαμβάνω παλιές μου σκέψεις. Σκέψεις σχετικά με την απομόνωση των ανθρώπων που αύξησε τους οικογενειακούς δεσμούς αλλά δημιούργησε και εχθρότητες και ανταγωνισμούς με γειτόνους και διπλανά  χωριά, απόλυτα φιλόξενοι όμως με τη παροιμιώδη Ρουμελιώτικη φιλοξενία προς τους ξένους. Για την φτώχεια  τους, απόλυτη πολλές φορές με τη ελάχιστη γη που είχαν να σπείρουν, αυτήν που τους έσπρωχνε εκτός να γίνουν τσοπαναραίοι, στη θρησκεία, τα γράμματα, τους αναδείκνυε  σπουδαίους λογοτέχνες, δάσκαλους, παπάδες, ανώτατους υπαλλήλους, μετανάστες στα Βαλκάνια στην αρχή, στην Αμερική αργότερα και Αυστραλία, στην εσωτερική μετανάστευση.  Και τέλος, μη βλέποντας διέξοδο, στη Επανάσταση.
Σκέψεις σχετικές με την εγκατάλειψή τους από τις ανύπαρκτες σχεδόν τότε και τώρα ακόμη εκάστοτε κρατικές δομές. Εκτός από τους αγώνες του Έθνους, όπου έσπευδαν να προσφέρουν το αίμα τους ώστε να «μεγαλουργεί» η Πατρίδα, η ίδια τους ξεχνούσε αμέσως μετά, ενώ άφηνε ν’ ασπρίζουν τα κόκαλά τους σε κάποιες παγωμένες, οικείες τους όμως, βουνοκορφές,
Σκέψεις σχετικές με την αναλογικά σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό καθαρότητα, λεβεντιά, ηθική και ευθύτητα στο χαρακτήρα, μέχρι αφελείας, πράγμα που τους έκανε και κάνει ευάλωτους στις κάθε είδους σχέσεις τους με καταγόμενους από άλλες συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες της χώρας μας που αποτελούν τη σύνθεση του Ελληνικού πληθυσμού. Λες και η καθαρότητα του τοπίου και του αέρα έχουν βάλλει τη σφραγίδα τους σ’  αυτό το τομέα.
Έμαθα το 2004 ή 5 ότι μετά χρόνων παρακλήσεων από τους κατοίκους, ανατέθηκε η ασφαλτόστρωσή του δρόμου των Αγράφων. Απ’ ότι μαθαίνω από προφορικές πληροφορήσεις, δεν έχει γίνει τίποτε ακόμη, παρά τοπικές συνδέσεις με μικροασφαλτοστρώσεις χωριών με τον δρόμο. Φαντάζομαι την οικολογική καταστροφή για την διαπλάτυνση και δημιουργία ασφαλών πρανών στο βράχο, με γέμισμα της ρεματιάς από μπάζα που θα σκεπάσουν τις πλαγιές με βλάστηση, φθάνοντας μέχρι το βάθος του Αγραφιώτη καλύπτοντάς το. Δεν σημαίνει ότι είμαι αρνητικός για τον δρόμο. Σίγουρα όμως, φέρνοντας πολύ περισσότερο κόσμο, θα καταστρέψει πολλά. Πρέπει όμως να γίνει ασφαλτόστρωση μόνο, με διαπλάτυνση σ’ ελάχιστα μικρά κομμάτια για τις διασταυρώσεις, με αυστηρή περιβαλλοντική μελέτη και έλεγχο μέτρο με μέτρο και με μεθόδους στερέωσης των πρανών με αγκυρώσεις, και ελάχιστες με εκσκαφές με αποκομιδή των μπάζων.
Ο χρόνος περνά αμείλικτος. Για να φέρουμε βόλτα όλη την προγραμματισμένη διαδρομή, ποιος ξέρει αν μου δοθεί η ευκαιρία να την ξανακάνω σκεφτόμουν, μας σπρώχνει να βάζουμε στόχους εφικτούς. Σκέφτηκα έχοντας όλο το πλάνο της στο μυαλό μου, ότι το μόνο που μας έμενε να κάνουμε ήταν να γνωρίσουμε το χωριό Άγραφα και να κοιμηθούμε, στο Πετρίλο ή μάλλον στα Πετρίλα του Νομού Καρδίτσας.
Προσπερνάμε χωρίς να σταματήσουμε να δούμε σχεδόν εγκαταλημένα χωριά,  όπως την Βαρβαριάδα, τον  πρώτο οικισμό που εμφανίζεται με το παράπηγμα- καφενείο του Μπάρμπα-Λάμπρου Κοντογούνη, που αργότερα ασχολήθηκαν πολλοί μαζί του και είναι οικισμός του Μάραθου, πατρίδας του Κατσαντώνη. Τον οικισμό Σελίστα, το Μοναστηράκι κσι τον Μάραθο(10) δεξιά και τον Καρβασαρά(11).
Πιο πάνω σε μια διασταύρωση εφήνουμε τον δρόμο και ανεβαίνουμε δεξιά για το χωριό Άγραφα (840μ. υψ.), 4 χιλ. πιο πάνω. Είχε ήδη γίνει έδρα του Δήμου Αγράφων που του αφαιρέθηκε με τον Καλλικράτη. Φθάσαμε περίπου στις 15:00.  Στην είσοδο περίπου του πανέμορφου χωριού το μάτι μας πήρε ένα παλιό πέτρινο γεφύρι. Ο Γιώργος δεν έφτανε να βιντεοσκοπεί. Δυστυχώς δύσκολες οι φωτό από βίντεο. Δεν αποδίδουν σχεδόν τίποτε. Οι δικές μου, ελάχιστες.
Φθάνοντας σταματάμε πάνω από τη μεγάλη πλατεία, σ’ ένα και μοναδικό λόγω εποχής ανοικτό μαγαζί. Θέλαμε κάτι βάλουμε στο στόμα μας. Βρήκαμε μόνο κάτι καφέδες με μπισκότα. Το χωριό, με σημαντική τουριστική υποδομή, το πλέον ανεπτυγμένο τουριστικά στ’ Άγραφα, με ξενώνες και μέρη να φας και μια όμορφη πλακοστρωμένη πλατεία, ήταν άδειο σχεδόν από κόσμο που ήλθε κι’ έκανε Πάσχα. Πήγαμε στην εντυπωσιακή αλλά κλειστή εκκλησία του Αγίου Δημητρίου,  προστάτη του χωριού. Άλλες εκκλησιές όπως μας είπαν, είναι κάποιες πολύ παλιές, όπως του Άγίου Γεωργίου, της Κοίμησης της Θεοτόκου, της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα και άλλες.
Η ώρα περνούσε και είχαμε όχι τόσο πολλά χιλιόμετρα αλλά άγνωστο χωματόδρομο και  άγνοια του τι πιθανά θα ανταμώσουμε μέχρι τα Πετρίλα όπου έπρεπε να φτάσουμε πριν μας βρει η νύκτα. Γυρίσαμε πίσω και ξαναπήραμε τον δρόμο μας για τα βόρεια.
Τα Επινιανά(12) ψηλά αριστερά μας στα Δ. Άγραφα. Το Τρίδενδρο(13)αριστερά του Αγραφιώτη. Ακολουθούν τα Βραγγιανά(14), δεξιά στ’ ανατολικά Άγραφα, αρκετά έξω από τον δρόμο μας και αριστερά μας, σχεδόν πάνω στον δρόμο μας το Τροβάτο(15). Ανάβαση μετά για το διάσελο τα Τρία Σύνορα, τα σύνορα Ν. Ευρυτανίας και Ν. Καρδίτσας σε υψ. περίπου 1800 μ. Από το σημείο αυτό αρχίζει μετά λίγο η σταδιακή κατάβαση προς Πετρίλα(16) Καρδίτσας. Φτάσαμε στα Πετρίλα λίγο πριν σκοτεινιάσει. Ήμουν προετοιμασμένος να δω αυτό που είδα. Το Πετρίλο ήταν στην ουσία τα Πετρίλα. Μια συστάδα οικισμών σε κοντινή οριζόντια απόσταση που ήδη τα είχα δει σε χάρτες της περιοχής, αρχαία μαντριά που με τα χρόνια μεταβλήθηκαν σε οικισμούς, στην ουσία σημαντικής απόστασης επικοινωνίας. Βασικό τους το Πετρίλο στο οποίο κατέληγε ο ασφαλτόδρομος από το Μουζάκι. Το χωριό έδειχνε να κατοικείται απ μόνιμους κατοίκους. Από μέσα του περνά το Ε4. Ευτυχώς βρήκαμε να δειπνήσουμε και διανυκτερεύσουμε σε ένα «μαγαζί», ταβέρνα- χάνι. Προλάβαμε για μόνο ένα δυο λεπτά τον μαγαζάτορα που έφευγε για Μουζάκι. Το έκλεινε για ημέρες. Αλλιώς θα διανυκτερεύαμε στ’ αυτοκίνητο ξεπαγιάζοντας, σχεδόν νηστικοί, κουκουλωμένοι στις βελέντζες του Βαγγέλη που για καλό- κακό είχα πάρει μαζί μου. Το κρύο ήταν υπερβολικό. Φουντώσαμε το τζάκι. Για βραδινό μας έκανε καμιά δεκαριά φρέσκα αυγά- μάτια, ντόπιο υπέροχο τυρί. Από την κατάψυξη έβγαλε παγωμένο αρνί σούβλας, υπόλοιπο από το Πάσχα. Για να μπορεί να φαγωθεί, το έκοψε σε πολύ λεπτές φέτες με πριονάκι και τις ζέστανε. Εξαφανίστηκε μαζί με λίγο τσίπουρο. Σκεπαστήκαμε με κάτι βαριές βελέντζες στα κρεβάτια μας και κυριολεκτικά ξεραθήκαμε στον ύπνο.
Την άλλη μέρα, ξεκινήσαμε πρωί μέσα σ’ ένα οργιαστικό περιβάλλον από βλάστηση, πουλιά και τρεχούμενα γάργαρα νερά πηγών και παραποτάμων του Αχελώου, όπως το Πετριλιώτικο Ρέμα που χύνεται στον Αχελώο, με ντόπιες ελληνικές πέστροφες. «Επιτρέπεται το ψάρεμα με μονάγγιστρο» έγραφε κάποια χειρόγραφη, στραβοβαλμένη και κακοποιημένη ταμπέλα, με  πρόθεση να προστατευτεί η πέστροφα από το υπερβολικό ψάρεμα.  Λέγεται ότι σ’ αυτά τα νερά ψάρευε ο βασιλιάς Παύλος.
Οδηγώντας μετά πάνω στον άσχημο χωματόδρομο, άλλοτε χώμα και άλλοτε πέτρα, φτάσαμε στη περίφημη Μονή της Σπηλιάς(Κοίμησης της Θεοτόκου)του 1064 που κτίστηκε από τους αδελφούς Αθανάσιο και Παρθένιο από Στεφανιάδα και είναι προσκύνημα στα Β. Άγραφα. Περιοχή με υπέροχη θέα στα 800 μ.
Δεν βρήκαμε ψυχή παρά μόνο απομεινάρια του εορτασμού του Πάσχα από πιστούς, άφθονα σκουπίδια δηλαδή.
Συνεχίζοντας το δρόμο μας  περάσαμε από τη Στεφανιάδα και τη Λίμνη της που προέκυψε από κλείσιμο ρεματιάς το 1963-64 μετά μεγάλη κατολίσθηση και δημιουργία έτσι ενός φυσικού χωματοφράγματος, κρατώντας κι’ ένα μέρος του χωριού στον βυθό της. Το χωριό έμοιαζε εγκαταλελειμμένο. Κλειστό ήταν και κάποιο καφενείο(;) κοντά στην λίμνη όπου προγραμμάτιζα καφέ.
Φύγαμε προς Β.ΒΔ πατώντας μετά φόβου θεού στο δρόμο, στη μεγάλη σάρα που έχει δημιουργήσει η κατολίσθηση. 
Από την περιοχή του εγκαταλελειμμένου λόγω εποχής, όνομα και πράγμα, χωριού Αετοχώρι, και πιο πέρα, αγναντέψαμε από ψηλά τη περιοχή του Πετρωτού και τον Αχελώο.
Δεν είχαμε το χρόνο να κάνουμε μια μεγάλη παράκαμψη για κατέβουμε απ΄ τα ψηλά για να πάμε. Εγώ ήδη είχα επισκεφτεί την περιοχή για επαγγελματικούς λόγους δύο χρόνια πριν, λίγο μετά το ξεκίνημα της σήραγγας εκτροπής του Αχελώου προς Δρακότρυπα και του φράγματος εκτροπής Συκιάς, μέσω των χωριών της Αργιθέας.
Στη μέση, με συνεργάτες και επιστημονικό προσωπικό του έργου στην είσοδο της σήραγγας εκτροπής του Αχελώου το 1998.
Στο Πετρωτό (και για μεγαλύτερη ακρίβεια δυτικότερα στη Μεσούντα, νότια του Μυριόφυλλου) ήταν το τέλος της πορείας του Άρη του Βελουχιώτη. Στις 12 Ιουνίου του 1945 δέχτηκε επίθεση και οπισθοχώρησε. Μετά καταδίωξη στα γειτονικά χωριά, έπεσε μαχόμενος, κατ’ άλλους αυτοκτόνησε. Δεν συνεχίζω με τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για τον εμπαθή διασυρμό της σωρού του..
Συνεχίζοντας το δρόμο μας και «πέφτοντας» στη συνέχεια στα κοντινά του Ασπροπόταμου, όπως ονομάζανε από παλιά οι κάτοικοι των κατά μήκος της ροής του χωριών τον Αχελώο (οι «Ασπροποταμίτες» όπως αυτοαποκαλούνται, από τις πηγές μέχρι τις εκβολές του), ακολουθώντας μια μέση πορεία από Β. προς Ν., και αφού περάσαμε από χωριά όπως ο Μάραθος, τα Ξεράκια, περάσαμε από τα (Μικρά)Βραγκιανά, έδρα του Δήμου. Δημιουργήθηκαν με την εγκατάσταση εκεί μόνιμα, πολύ παλιά, πέντε οικογενειών από τα «Mεγάλα» Βραγγιανά Ευρυτανίας. Ιστορική εκεί  είναι η Ι. Μ. Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, 16ου αι. Με το Δήμαρχο είχα επικοινωνήσει πριν από 15 ημέρες να τον ρωτήσω για την κατάσταση των δρόμων. Μου είπε να ανταμώσουμε εκεί. Μάλιστα θα μας πέρναγε με το περατάρι (εναέριο βαγονάκι σε συρματόσχοινο) πάνω απ’ τον Αχελώο. Θα ήταν μια αξέχαστη εμπειρία. Δεν σταματήσαμε γιατί ο χρόνος δεν μας έπαιρνε. Αποπειραθήκαμε όμως να περάσουμε το ποτάμι ή έστω να δούμε το περατάρι να λειτουργεί ρωτώντας κάποιον πως πάμε. Το μόνο που πετύχαμε ήταν να πέσουμε σ’ ένα δρόμο που είχε υποστεί επικίνδυνη καθίζηση πολλών μέτρων. Κοβόταν κυριολεκτικά κάτω απ’ τα πόδια μας, με από κάτω γκρεμό, χωρίς κάποια προειδοποίηση. Πρόλαβα και σταμάτησα. Κατέβασα το Βαγγέλη και το Γιώργο και με αλλεπάλληλες μανούβρες γύρισα τα πίσω με τη ψυχή στο στόμα.
«Περατάρι» για τον Αχελώο στα Νταλανέϊκα Βραγκιανών (Φωτό από το in.gr)
Όλη η περιοχή μου θύμιζε ορεινή Φθιώτιδα- Ευρυτανία του 1950 και πριν σε μέγιστο βαθμό απ’ οπουδήποτε προηγούμενα!. .
Έξω απ’ τα Βραγκιανά ένας παπάς μαζί με άλλους αργόσχολους ξαπλωμένος στο χορτάρι παρακολουθούσε πανευτυχής κοντά του μια D- 9 να πλαταίνει το χωματόδρομο. Πιο κάτω, μακριά από το χωριό, βλέπουμε στα δεξιά του δρόμου μια τσίγκινη παράγκα κι’ από έξω μια ..ουρά ανθρώπων, σαν κάτι να μοιράζανε.

Μερικοί κάθονταν σε δυο- τρία τραπεζάκια και έπιναν το καφεδάκι τους. Από περιέργεια και για τον καφέ, σταματήσαμε. Κάποιοι μοίραζαν τις ..συντάξεις στους συνταξιούχους. Επειδή δεν υπήρχε Τράπεζα στη περιοχή, κάποιος ή κάποιοι πήγαιναν στη πιο κοντινή τράπεζα στην Ευρυτανία, τις εισέπρατταν και τις μοίραζαν.
Μας πλησίασε μια πολύ όμορφη κοπέλα. Ήταν γραμματέας στο Δήμο. Κατάλαβε ποιοι ήμασταν, είχε ενημερωθεί από τον δήμαρχο. Μας ζήτησε συγνώμη από μέρους του για την απουσία του νομίζοντας ότι τον είχαμε αναζητήσει. Τον είχαν καλέσει έκτατα σε Συνέδριο των δήμων  στη Χαλκιδική. Πού να τολμήσουμε να πούμε ότι δεν σταματήσαμε καν να τον δούμε!...
Αφού ήπιαμε μια μπύρα τελικά που μας κέρασαν, συνεχίσαμε το δρόμο μας προς Ρογκιά.  Σύντομα στη συνέχεια μπήκαμε πάλι στην Ευρυτανία, από τα δυτικά πλέον σύνορα των δύο νομών. Μετά μερικά χιλιόμετρα άρχισε ο ασφαλτόδρομος. Αν θυμάμαι καλά πλησίαζε στα Κέδρα Ευρυτανίας.
Όσο και να φαίνεται περίεργο, αισθανθήκαμε σαν να μπαίνουμε στον πολιτισμό!.. Την διαφορά έκανε η πλήρης εγκατάλειψη της περιοχής του νομού Καρδίτσας εκείνη την εποχή, ειδικά στο οδικό δίκτυο. Πιστεύω σήμερα τα πράγματα να είναι καλύτερα.
Μεταξάδες, Πρασιά, Φουσιανά, Κάτω Ραπτόπουλο, Ραπτόπουλο, Λιθοχώρι, ξεκούραση και φαγητό στην ιστορική Γρανίτσα(17) μετά.
Καθίσαμε σε μια ψησταριά γεμάτη παπάδες και δεσποτάδες που μας προσκάλεσαν και φιλοξένησαν βλέποντας ότι δεν είχαμε που αλλού να πάμε. Οι άλλες ψησταριές ήσαν κλειστές. Είχαν κάποια γιορτή και τους κάλεσε εκεί ο Δεσπότης που, όπως μάθαμε, κάθε χρόνο με την ίδια ευκαιρία τους δεξιώνεται και σε κάποιο άλλο χωριό της Ευρυτανίας. Δεν υπήρχε κανείς άλλος ιδιώτης στο μαγαζί. Εμάς μας δέχθηκαν, με μεγάλη μάλιστα καλοσύνη και ευχαρίστηση τα φιλόξενα γεροντάκια παπάδες, βλέποντας ότι ερχόμαστε σκονισμένοι από βόρεια. Αυτή η καλοσύνη  μετατράπηκε μάλιστα σε έκπληξη και θαυμασμό, όταν τους είπα ότι ο παππούς μου, ο Στυλιανός Υφαντής, ήταν εκκλησιαστικός ξυλογλύπτης και ιεροψάλτης έχοντας φτιάξει έργα (τέμπλα, άμβωνες, δεσποτικά, προσκυνητάρια) σε 60 χωριά της Ρούμελης. Τον γνώριζαν κάποιοι προσωπικά, άλλοι γνώριζαν και ονομάτισαν έργα του στη περιοχή.  Μεταξύ αυτών κάποιος περαστικός τεχνίτης του ΟΤΕ που άκουσε τη συζήτηση, μας είπε κι’ αυτός κάτι ανάλογο.
Η συγκίνηση μου και του Βαγγέλη γι’ αυτή την απρόσμενη αναγνωρισιμότητα ήταν μεγάλη. Και για μόνο αυτό το περιστατικό θα άξιζε όλο αυτό το γρήγορο και για πολλούς, όχι για μας, σίγουρα κουραστικό οδοιπορικό.
Ο παπάς της Γρανίτσας μετά το φαγητό μας ξενάγησε στην εκκλησία του νεομάρτυρα Μιχαήλ Μαυρουδή.
Το ξ/δ της Γρανίτσας και η παρέα μου του 1998 με τον Λ. Θεοδώρου έξω από το εργαστήρι του.
Την Γρανίτσα, είχαμε επισκεφτεί με τη σύντροφό μου και φίλους μας το 1998, όπου και διανυκτερεύσαμε και κάναμε και την γνωριμία του ζωγράφου Λευτέρη Θεοδώρου που λειτουργεί και προσωπικό μουσείο. Αργότερα, το 2003, με ζευγάρι φίλων, πολύ γνωστό οικονομικό δημοσιογράφο και τη σύντροφό του, όπως και μετά το Πάσχα του 2005 με τον Γιώργο, τον ίδιο του τωρινού ταξιδιού, και φίλο καθηγητή του ΕΜΠ,  με τις συντρόφους τους. Ήλθαμε όμως από Νότο, από άλλες διαδρομές της ορεινής Φθιώτιδας κι’ Ευρυτανίας και μετά από προσκύνημα στο Κάψη.
                                                             Στη γέφυρα της Τέμπλας
Στη γέφυρα  της Τατάρνας 
Ο Ι. Ν. Μεταμόρφωσης του Σωτήρος του 1725 στην Ανατολική Φραγκίστα
Συνεχίσαμε, Γέφυρα της Τέμπλας. Λημέρι, Βούλπη, Γέφυρα της Τατάρνας, Λογγίτσι, Αμπάρες, Γέφυρα του Μανώλη, Δυτική και Ανατολική Φραγκίστα, Παρκιό  και Γέφυρα, κλπ, μέχρι Καρπενήσι, αφού περάσαμε γρήγορα- γρήγορα από τόσες άλλες γνωστές ομορφιές της Ευρυτανίας, τόσο πολυειδομένες από μένα, επιστρέφοντας απόγευμα στο Κάψη, κουρασμένοι αλλά γεμάτοι ευχαρίστηση.

Από τα άφθονα πηγαία νερά στην Α. Φραγκίστα
Η εμφυλιακή γέφυρα Belley στο Παρκιό..
Τι άλλο θα ήθελα να δω τότε και δεν είχα τον χρόνο: Πολλά χωριά των Αγράφων που δεν είχαμε χρόνο να τα χαρούμε, όπως την Μαυρομάτα και την Χρύσω και άλλα στη περιοχή του Αγραφιώτη .. Τη υπέροχη Χρύσω επισκέφτηκα με φίλους το 2012..

. . . . . . . . . . . . . . . . . .
(1)Το Μαυρίλο, πολύ όμορφο χωριό, σε υψόμετρο 920 μέτρων, είναι γεμάτο πηγές, με τα νερά τους να χρησιμοποιούνται στο παρελθόν για πότισμα και κινητήρια δύναμη νερόμυλων για άλεσμα αλευριού και κατασκευή μπαρούτης. Στην κύρια πηγή του χωριού που ονομάζεται Γκούρα (λέξη σλάβικη που σημαίνει μεγάλη πηγή) φημολογείται ότι  πριν 200 χρόνια είχαν εντοπιστεί ερείπια αρχαίου ναού - βωμού του θεοποιημένου Σπερχειού. Αρχαία Ελληνικά φύλα (Αινιάνες, Αιτωλοί και Δόλοπες) κατοίκησαν στην ευρύτερη περιοχή. Από την περιοχή, έχουν περάσει λαοί όπως Γαλάτες, Σλάβοι, Βούλγαροι, Φράγκοι, Βενετοί, Καταλανοί και Αρβανίτες που αφομοιώθηκαν αφήνοντας γλωσσικά κατάλοιπα και τοπωνύμια. Το χωριό που το 1470 πέρασε στην Οθωμανική διοίκηση, άκμασε το 17ο αιώνα με κύριες δραστηριότητες τη γεωργία, κτηνοτροφία, βιοτεχνία των νερόμυλων και κύρια με τους μπαρουτόμυλους. Η κατασκευή του ανακαινισμένου από τον Δήμο Αγίου Γεωργίου τότε μπαρουτόμυλου ξεκίνησε το 2002 και εγκαινιάστηκε το 2008.  Αξιόλογοι οι μεταβυζαντινοί ναοί του Αγίου Δημητρίου (1728) στην πλατεία του χωριού και του μικρού ναού του Αγίου Αθανασίου για τους οποίους εργάστηκε και ο Στυλιανός Υφαντής, παππούς μου, για συμπληρώματα στο τέμπλο του πρώτου και δεσποτικό και προσκυνητάρι.
 (2)Σε συζήτηση που βρέθηκα τυχαία το 2007 ή 2008 με ανθρώπους του τότε Δήμου Αγίου Γεωργίου άκουσα ότι επρόκειτο ν’ ασφαλτοστρωθεί ο χωματόδρομος αυτός. Υπέδειξα να παρακαμφθεί το κομμάτι μπροστά στην Αηλιόβρυση και να πλακοστρωθεί για επίσκεψη πεζών μόνο, όχι αυτοκινήτων. Ευτυχώς, 2012, δεν είχε γίνει ασφαλτόστρωση...
(3) Στη κορυφή της Αγίας Τριάδας βρίσκεται ο ομώνυμος πετρόχτιστος ναός της. Το λιθόχτιστο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία αναστηλώθηκε πρόσφατα. Είχε αξιόλογο Σχολαρχείο, την ''Φώτειο Βιβλιοθήκη'' και τις εκκλησίες του Αγίου Βησσαρίωνα και του Αϊ Γιάννη με τα ξυλόγλυπτα τέμπλα τους και αξιόλογες αγιογραφίες. Είναι γενέτειρα των: Πάνου Βασιλείου, Ιστορικού και λαογράφου,  του Κωνσταντίνου Μερεντίτη, Πανεπιστημιακού με σπουδές στη φιλολογία, φιλοσοφία, θεολογία, Βυζαντινή και Εκκλησιαστική Μουσική, του Φώτη Καραπιπέρη, επιμελητή στο Μετεωρολογικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και Υφηγητή της Μετεωρολογίας, του  Χρυσόστομου Καραπιπέρη, πολιτικού, βουλευτή Ευρυτανίας από το 1950 μέχρι το 1981, Υφυπουργού Συγκοινωνιών, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Γεωργίας.
(4) Τ’ όνομα του με λιγοστούς κατοίκους όμορφου χωριού προέρχεται από το ναό της Αγίας Παρασκευής του 1850. Όμορφο εικονοστάσιο, το «προσκυνητάρι» βρίσκεται στον δρόμο προς Δομιανούς, με δυο  άλλης εποχής κιονόκρανα να στηρίζουν τη σκεπή του. Εικάζεται ότι μάλλον έχουν μεταφερθεί από ευρήματα του  αρχαίου οικισμού Γλας, που βρίσκεται σχετικά κοντά και ψηλότερα.  
(5) Οι Δομιανοί έχουν χαρακτηριστεί παραδοσιακό χωριό. Πήραν το όνομά τους απ’ τον πρώτο ηγούμενο του Μοναστηριού της μονής Δαμιανό, της Παναγίας της Δομνιανίτισσας, μονής αφιερωμένης στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Χαρακτηριστικά των Δομιανών εκτός από το πράσινο, τα πέτρινα σπίτια, τα παραδοσιακά καλντερίμια και τα άφθονα τρεχούμενα νερά είναι οι αξιόλογοι αρχαιολογικοί χώροι. Πιστεύεται ότι σε ακατοίκητο  συνοικισμό υπήρχε αρχαίος οικισμός.  Ανατολικά του χωριού, υπάρχει το γραφικό εκκλησάκι του Αϊ Γιάννη. Πιθανολογείται σαν Ευρυτανική Οιχαλία. Σημαντικό αξιοθέατο είναι και ο αναπαλαιωμένος Μύλος με υδροκίνηση. Βρίσκεται σε σπουδαία θέση πάνω από την είσοδο του χωριού και ανήκει στη Μονή της Παναγίας, προσφέροντας και σήμερα τις υπηρεσίες του για αλέσματα.

(6) Η Δάφνη λεγόταν παλιά Κερέσοβα. Καταστράφηκε επί Τουρκοκρατίας και οι κάτοικοι κατέφυγαν στη Χρύσω. Το χωριό ξανακτίστηκε από βοσκούς στη σημερινή του θέση με διάφορα ονόματα. Η σημερινή ονομασία οφείλεται σε μια δάφνη που βρίσκεται για χρόνια στην αυλή της εκκλησίας παλιού μοναστηριού που είχε πάψει να λειτουργεί  και καταστράφηκε ολοσχερώς με τους σεισμούς του 1966. Αξιοθέατα ο παλιός ναός του Αγίου Ιωάννη η παλιά εκκλησία των Αγίων Ταξιαρχών, με παλιά βρύση.

(7) Η παλιά Βίνιανη σε υψόμετρο 620 μ. παλιά ήταν ένα από τα πιο πολυάνθρωπα χωριά της Ευρυτανίας. Το όνομά της έχει λατινικές (βλάχικες)ρίζες. Προέρχεται από τη λέξη vinum          (κρασί). Σήμερα διατηρεί ελάχιστα παραδοσιακά σπίτια, έχοντας εγκαταλειφθεί λόγω κατολισθήσεων το 1966, ενώ κατοικείται η σχεδόν απρόσωπη Νέα Βίνιανη, που έχει κτιστεί νοτιότερα. Τα εγκαταλειμμένα πετρόκτιστα σπίτια, μισογκρεμισμένα έχουν παραδοθεί στην κατάρρευση. Στις 22/11/1942, από εδώ ξεκίνησαν Βελουχιώτης και Ζέρβας για να ανατινάξουν τη γέφυρα του Γοργοποτάμου. Στο παλιό της σχολείο συστήθηκε στις 9 Οκτωβρίου του 1944 η πρώτη κυβέρνηση της ελεύθερης Ελλάδας, η Κυβέρνηση του Βουνού (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης - ΠΕΕΑ). Στις ημέρες μας το παλιό σχολείο έχει μετατραπεί σε Μουσείο Αντίστασης. Στο Μουσείο αυτό υπάρχει αρκετό φωτογραφικό και έντυπο υλικό της εποχής εκείνης που αναφέρεται στην Πρωτεύουσα της τότε Ελεύθερης Ελλάδας, Βίνιανη.
Ένα όμορφο μικρό φαράγγι με τρεχούμενα νερά όλο το χρόνο ξεκινά από τον χωματόδρομο που ενώνει παλιά και Νέα Βίνιανη και καταλήγει στον Ταυρωπό, λίγο πριν το τοξωτό γεφύρι της Βίνιανης που συνέδεε το χωριό και το Καρπενήσι με μονοπάτι. Στο φαράγγι υπάρχουν 3 μικροί καταρράκτες με τον μεγαλύτερο με ύψος 30 μ. και παλιοί νερόμυλοι του χωριού.
(8)Το Κερασοχώρι (Κεράσοβο, υψ, 1180 μ.) που αποτελεί έδρα σήμερα του δήμου Βίνιανης, είναι κι’ αυτό ένα από τα ιστορικά χωριά της Ευρυτανίας με σημαντικά συμβάντα στην Τουρκοκρατία αλλά και παλιότερα, όπως μαρτυρά το Κάστρο του όπου διασώζονται ίχνη αρχαίου οικισμού και φρουρίου. Στην δικτατορία "φιλοξένησε" επώνυμους εκτοπισμένους πολιτικούς κρατούμενους. Πολλά από τα όμορφα παλιά του σπίτια στέκουν εγκαταλελειμμένα και μισσγκρεμισμένα. Αξιόλογη είναι η εκκλησία της Παναγίας με τις μεταβυζαντινές τοιχογραφίες της. Άλλες εκκλησιές είναι ο μητροπολιτικός ναός της Αγίας Παρασκευής με ξυλόγλυπτο τέμπλο φερόμενο σαν έργο του τεχνίτη Κυρίτση, το εκκλησάκι της Αγίας Θεοδώρας, οι Άγιοι Απόστολοι και ο Αϊ Λιας. Τέμπλο, Δεσποτικό και εικονοστάσι κατασκεύασε σε εκκλησιά ή εκκλησιές στο Κεράσοβο και ο Στυλιανός Υφαντής. Δεν γνωρίζω σε ποια. Είναι κάτι που θα προσπαθήσω να ερευνήσω μελλοντικά. Στα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης στο Κεράσοβο λειτούργησε το στρατηγείο του ΕΛΑΣ με επικεφαλής τους Σαράφη και Σάντο. Έχει αστυνομική τμήμα, ιατρείο, γυμνάσιο και τάξεις λυκείου, όπως και κατασκήνωση των ταχυδρομικών. Αποτελεί ''πύλη'' για τα χωριά των Αγράφων από την Ανατολική περιοχή της Ευρυτανίας .

(9)Ο σχετικά νέος οικισμός Κρέντης, υψ.720 μ., χτισμένος σε κομβικό σημείο της κεντρικής Ευρυτανίας καθώς είναι και πύλη για τ’ Άγραφα αντικατέστησε την παλιά μισογκρεμισμένη από τον σεισμό του 1966 Κρέντη. Δίπλα στο νέο καθεδρικό ναό του Αγίου Νεκταρίου, υπάρχει μια από τις παλιότερες εκκλησίες της Ευρυτανίας, ο Άγιος Αθανάσιος (του 16ου αι.). Και η Κρέντη ή ο Κρέντης κατά πολλούς, είναι περιοχή ιστορική για την εποχή της Τουρκοκρατίας.

(10) Ο Μάραθος(παλιό Μύρεσι, υψ. 890 μ.) στ’ Α. Άγραφα με απογραμμένους 320 κατοίκους,  είναι το χωριό του πρωτοκλέφτη  Αντώνη Κατσαντώνη. Έχει την παλιά εκκλησία  των Παμμεγίστων Ταξιαρχών (1592) με  περίφημες τοιχογραφίες και εικόνες . Άλλα αξιοθέατα του χωριού είναι παλιά η εκκλησία του Αγίου Νικολάου, η σπηλιά του Σέλλου, ο παλιός νερόμυλος στον Μυρεσιώτη ποταμό που έχει μικρούς  καταρράκτες.  Στου Βελή τη Ράχη ο Κατσαντώνης σκότωσε τον Βεληγκέκα. Στο χωριό υπάρχει ορειβατικός ξενώνας.
(11)Ο Καρβασαράς, παραφθορά του Καραβάν-Σεράι, ένα από τα πολλά παλιά χάνια της Τουρκοκρατίας, που σημαίνει σταθμός καραβανιών και ταξιδιωτών για την ανάπαυση ανθρώπων και ζώων στην  εποχή εκείνη αλλά και αργότερα, μέχρι την εποχή που τα μονοπάτια γίνανε δρόμοι για αυτοκίνητα, είναι οικισμός του Μάραθου. Βρίσκεται δυτικά του Αγραφιώτη. Η λέξη χωριών με το ίδιο όνομα ή και σαν Κραβασαράς, συναντιέται σε πολλά μέρη της Ελλάδας, από παλιά χάνια της Τουρκοκρατίας.
(12)Τα Επινιανά, ή ''Πιγκιανά'' (υψ. 1.100 μ.) είναι ένα πανέμορφο χωριό με άγνωστη μη καταγεγραμμένη ιστορία, πράγμα  που γίνεται κατανοητό από την ύπαρξη κοντά του ερειπίων απροσδιόριστης εποχής και βρύσης  από τα χρόνια του Βυζαντίου. Νότια, στο ''Καπριόρι,''(λέξη βλάχικη) υπάρχουν ερείπια παλαιοχριστιανικού οικισμού. Παλιό ποιμενικό χωριό, περιλαμβάνει διάφορους οικισμούς.
Αξιοθέατα είναι η Μονή της Παναγίας της Στάνας,  το Φαράγγι του Ασπρορέματος, που με μονοπάτι του λαξευμένο στα τοιχώματα του φαραγγιού, κατασκευασμένο από αιώνες συνδέει το χωριό με οικισμούς του, οι εκκλησίες του Αγίου Γεωργίου  και του προφήτη Ηλία. Ο δρόμος από τον κεντρικό οδικό άξονα μέχρι επάνω στο χωριό, ασφαλτοστρώθηκε το 2007.
Στο Μοναστήρι Παναγιά της Στάνας(15ου ή 16ου αι.), στο σπήλαιο ενός γρανιτένιου βράχου, είναι χτισμένο το καθολικό της παλιάς μονής, 3 χιλιόμετρα από τον δρόμο. Κατά την παράδοση στα μέσα του 12ου αι. βρέθηκε στην σπηλιά η εικόνα της Γέννησης της Θεοτόκου από κτηνοτρόφους, οπότε κτίστηκε η πρώτη εκκλησία. Κατ’ άλλους η εικόνα μεταφέρθηκε εκεί για να προφυλαχτεί την περίοδο της Εικονομαχίας από το Στάνο της Αμφιλοχίας. Μια άλλη παράδοση αναφέρει ότι η ονομασία της προέρχεται από τις στάνες των κτηνοτρόφων. Έχει σπουδαία αρχιτεκτονική, μικρό όμορφο ξυλόγλυπτο τέμπλο και τοιχογραφίες. Το μοναστήρι σήμερα ανήκει στην ενορία Αγ. Γεωργίου των Επινιανών.
(13) Στο Τρίδενδρο (παλιό Βελισδόνι, υψ, 980 μ.), πανέμορφο και παραδοσιακό χωριό, όπου λέγεται ότι λειτούργησε επί Τουρκοκρατίας σχολείο ιατρικής από τον Νικόλαο   Βελισδονίτη, γιατρό του Σουλτάνου . Στο χωριό υπάρχει ένας τεράστιος πλάτανος που χρησίμευσε σε οικογένεια σαν σπίτι. Πάνω από τον πλάτανο βρίσκεται η εκκλησία της Άγίας Παρασκευής κτισμένη στη θέση παλιού ναού. Άλλες εκκλησιές είναι αυτές του Αγίου Δημητρίου πολιούχου του χωριού, με παλιό δημοτικό σχολείο στο προαύλιό του, που επαναλειτουργεί από το 2008 και το εκκλησάκι του Αϊ-Λια. Λειτουργεί ορειβατικός ξενώνας.
Είναι μικρό χωριό με 50 μόνιμους κατοίκους το χειμώνα, απογραμμένους 175.
(14) Τα Βραγγιανά (ή Μεγάλα Βραγγιανά, υψ. 1080 μ.) που έχουν ονομασία μάλλον σλάβικη, είναι πατρίδα των Ευγένιου Γιαννούλη του Αιτωλού και του μαθητή του Αναστάσιου του Γόρδιου, μεγάλων δασκάλων του δουλομένου έθνους στη Σχολή που ίδρυσε ο πρώτος, το «Ελληνομουσείο». Περιλαμβάνουν κοντινούς οικισμούς. Οι κάτοικοι ασχολιόνταν παλιά  με την κτηνοτροφία και ραφή ενδυμάτων. Αξιοθέατα είναι το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής (1605), με εικόνες του 1647 με την κοντινή του πηγή Φοντάνα. ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, με τοιχογραφίες του 1646 και εικόνες του 1615 και ο Άγιος Δημήτριος, πιθανά παλιότερος από τον 170 αι., όσες απόμειναν από τις παλιότερα περίπου, όπως λέγεται, 24 εκκλησιές.
(15) Το Τροβάτο (υψ. 1060 μ.)είναι το βορειότερο χωριό της Ευρυτανίας και το μοναδικό χωριό της περιοχής με ασφαλτοστρωμένο περιφερειακό δρόμο. Από την περιοχή του  και αυτή των Βραγγιανών πηγάζει ο Αγραφιώτης. Νότια βρίσκεται το εκκλησάκι της Παναγίας με τοιχογραφίες του 1644. Ο Άγιος Δημήτριος είναι του 1450. Σύμφωνα με  μαρμάρινη πλάκα, ο ναός φιλοξένησε το Παιδαγωγικό Φροντιστήριο Στερεάς  της Π.Ε.Ε.Α στα έτη 1941-1944. Στο Τροβατιανό το ρέμα υπάρχει η "Πιασμένη Γη". Γεωλογικό φαινόμενο όπου για είκοσι μέτρα περνά υπόγεια το ρέμα. Στο Τροβάτο στεγάζεται επίσης Μουσείο Λαϊκής Τέχνης. Στην απογραφή του 2001 το χωριό 346 κατοίκους
Λόγω της κοντινής απόστασης από Ν. Καρδίτσας, εξυπηρετείται περισσότερο από το Μουζάκι.
(16)Το Πετρίλο με πλούσια βλάστηση, γραφικά σπίτια και μοναδικές εκκλησίες Βρίσκεται περίπου στο κέντρο των βορείων Αγράφων. Είναι το μεγαλύτερο χωριό στην Α. Αργιθέα. Στην τουρκοκρατία γνώρισε μεγάλη ακμή με πάνω από 30 εκκλησιές(σήμερα σώζονται 12). Την Άνοιξη του 1944  εγκαθίσταται προσωρινά η κυβέρνηση του βουνού. Αποτελείται από πολλούς οικισμούς , σ’ ένα πέταλο γύρω από τον Πετριλιώτη ποταμό. Είναι οι οικισμοί, Καμπουρέικα, Αργυρέικα, Μάγειρος, Κρανιά(Χάρη), Χαλκιόπουλο, Βασιλάδες, Ρώσση κι άλλοι μικρότεροι οικισμοί Λιβάδια, Λαθηρέικα, Τεκέικα, Κουκλαρέικα, Παγουρέικα, Βλαχογιαννέικα, Βασιλακέικα, Βιλέικα, Έλατος, Οξυάρα και Μαργαρέικα.
Αξιοπρόσεχτες οι εκκλησίες και τα μοναστήρια του Πετρίλου.
(17) Η Γρανίτσα(υψ. 850 μ.) σε δασωμένη κατηφορική περιοχή του όρους Λιάκουρα, δίπλα στον ποταμό Γρανιτσιώτη, είναι πατρίδα του Στέφανου Γρανίτσα, του Δημοσθένη Γούλα, του Μιχάλη Σταφυλά και πολλών άλλων σπουδαίων δημιουργών της ευρυτανικής τέχνης. Γενέτειρα του νεομάρτυρα Μιχαήλ Μαυρουδή, που μαρτύρησε το 1544. Αξίζει να δει κανείς εδώ, το Λαογραφικό Μουσείο με διάφορα αντικείμενα λαϊκής τέχνης, προσωπογραφίες και προσωπικά αντικείμενα των Ζαχαρία Παπαντωνίου και Στέφανου Γρανίτσα,  την προσωπική βιβλιοθήκη του Ζαχαρία Παπαντωνίου. Επίσης των ντόπιων ζωγράφων Χρήστου Καγκαρά και Λευτέρη Θεοδώρου. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι 10 εκκλησίες του χωριού, χτισμένες σε διάφορες περιόδους. Έχει καλή ξενοδοχειακή υποδομή και ψησταριές.

Επιμέλεια-Ανάρτηση: Τάκης Ευθυμίου



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου