Συνεργάτες

Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2016

Ηρακλέους Πυρά

Η «ΗΡΑΚΛΕΟΥΣ ΠΥΡΑ» ΣΤΗΝ ΟΙΤΗ
[Πάνω στα χνάρια των θρύλων]
του Νίκου Λουκόπουλου

Πολύ λίγοι από τις αμέτρητες στρατιές των ορειβατών, πού ανε­βαίνουν συχνότατα στην καλοπάτητη και λούλουδο σπαρτή Οίτη, έχουν κάπως σαφείς γνώσεις για την «Ηρακλέους Πυρά» ή «Φρυγία», το περίφημο αυτό ιερό στα ψηλώματα του βουνού, όπου γίνονταν στ’ αρχαία χρόνια, λατρευτικές τελετές, τα «Οιταία Ηράκλεια», σανά­μνηση της μυθικής αυτοπυρπόλησης του θρυλικού ήρωα Ηρακλή, όταν ο δηλητηριασμένος με το αίμα του Κένταυρου Νέσσου χιτώνας, του προκάλεσε αβάσταχτους πόνους. Και ακόμα πιο λίγοι, ελάχιστοι, είναι εκείνοι που την επισκέφτηκαν κάποτε την «Πυρά».
Και να μην απέχει περισσότερο από ένα τέταρτο της ώρας από τη σπηλιά της Καταβόθρας, ή πέντε μόνο λεπτά από τον αμαξόδρομο της άλλης πλευράς, αν έρχεται κανείς από κει!
Ένας μικρός περίπατος, από τα λακκώματα όπου μαζεύουμε τους νάρκισσους, μας φέρνει άκοπα πάνω στην ψηλή ράχη των σε­πτών ερειπίων, για να νιώσουμε τη συγκίνηση της άμεσης επαφής με κατάλοιπα του πολιτισμού και τη γοητεία των θρύλων των μακρινών μας προγόνων. Κατάλοιπα πού βρίσκονται μέσα σ' ένα μεγαλειώδες φυσικό περιβάλλον, ανάμεσα σε ευρύ στεφάνι κορυφών της Οίτης, σε μια δρασκελιά από τους αλπικούς όγκους των Βαρδουσίων και εν όψει των πεντάψηλων κοφτών βράχων της Γκιώνας.

Τη γνωριμία με τα ερείπια του ιερού αργά την έκαμαν και οι αρχαιολόγοι. Ίσαμε τη δεύτερη δεκαετία, του 20ου  αιώνα, την ονομασία  «Πυρά»  ή «Φρυγία» την έδιναν ειδικά  στην κορυφή της Οίτης «Γρεβενά», που οι αρχαιόφιλοι, όσοι μπορούσαν, την επισκέπτονταν με την ιδέα ότι πατούσαν εκεί που, κατά τη μυθολογία, η σταλμένη από τον Δία νεφέλη αγκάλιασε τον φλεγόμενο Ηρακλή και τον μετέφερε στα δώματα του Ολύμπου. Στην κορυφή αυτή ανέβηκε, κα­τά μία περιοδεία του, και ο Ελληνολάτρης βασιλιάς, Όθων με την Αμαλία. Ο Όθων, που ήξερε αρκετά από την αρχαία μας μυθολο­γία, ρωτάει κάποια στιγμή τον αποσπασματάρχη της συνοδείας του:
-Τάχα απ' αυτήν εδώ την κορφή να σφεντόνισε ο Ηρακλής το Λίχα στη θάλασσα;
-Μεγαλειότατε, απαντάει διστακτικά ο σχεδόν αγράμματος βαθμοφόρος, με συμπάθιο, δεν ξέρω καλά. Να ρωτήσουμε το Βελέντζα πού είναι αρχαιότερος στην καταδίωξη της ληστείας!
Και το μεν ανέκδοτο έχει το ζουμί του, αλλά, το μυθολογικό περιστατικό του Λίχα διαδραματίστηκε στην Εύβοια. Ούτε σφεντονίστηκε από εκεί πάνω ο Λίχας, αλλά ούτε και ήταν το Γρεβενό η κορφή όπου ανέβηκε ο αλλόφρων από τους πόνους Ηρακλής για να στήσει την Πυρά του, όπως υπέθετε τον περασμένο αιώνα και ο Γερμανός αρ­χαιολόγος Λουδοβίκος Ρος και άλλοι ειδικοί που δεν είχαν υπόψη τους κανένα συγκεκριμένο σημάδι. Τους διέφευγε όμως μια ουσιώ­δης λεπτομέρεια ή μάλλον δεν στάθμιζαν κατά την αξία τους τις μυ­θολογικές πληροφορίες:
Η «Πυρά του Ηρακλέους» πρέπει να ήταν σε θέση πολύ χαμηλότερη, και ειδικά να γειτονεύει με πηγές ποταμού. Γιατί, κατά τον Ηρόδοτο (Ζ 198) «... ο ποταμός Δύρας, καθώς λένε, ανεφάνη για να βοηθήσει τον Ηρακλή που φλέγονταν».
Πραγματικά σε μια γειτονική προς τις πηγές του Δύρα, του σημε­ρινού Γοργοπόταμου, ψηλή, γυμνή ράχη της Οίτης (υψ. 1.700), στο νοτιότερο άκρο του υψιπέδου της Καταβόθρας με τους νάρκισσους, υπάρχουν εκτεταμένα ερείπια οικοδομημάτων δωρικού ρυθμού. Οι κάτοικοι της Παύλιανης από ανέκαθεν γνώριζαν την ύπαρξη «μαρ­μάρων» πάνω στη ράχη. Λέγεται μάλιστα ότι το 1864 ξεθεμέλιωναν ογκόλιθους των κτισμάτων και τους μετέφεραν στο χωριό για να ξα­ναχτίσουν την παλιά τους εκκλησία, επειδή τους θεωρούσαν άφθαρ­τους από τον ήλιο και τους παγετούς.
Ωστόσο στις αρχές του 20ου  αιώνα και ακριβώς το 1918 ο αρχαιολόγος της περιοχής Νικ. Γ. Παπαδάκις, έτυχε νακούσει γιαυτά τα «μάρμαρα». Αμέσως επισκέφθηκε το μέρος και από τις κάθε είδους ενδείξεις πού υπήρχαν, με επιστημονική αλλά και ανθρώπινη, συγκί­νηση διαισθάνθηκε πώς βρισκόταν μπροστά στην «Ηρακλέους Πυρά», στα υλικά χνάρια πανάρχαιων μύθων και θρύλων της Ελλάδας. Και η διαίσθηση του αρχαιολόγου μετατράπηκε σε βεβαιότητα, τον Αύγου­στο του επομένου έτους 1919, όταν ο Παπαδάκις έκαμε αρκετά ευρείας εκτάσεως ανασκαφές και καθόρισε σαφώς τις θέσεις των δια­φόρων κτισμάτων και της «Πύρας».
Αλλ' ας κάνουμε μια σύντομη επισκόπηση του ιερού. Τα ερείπια του ναού βρίσκονται στο νότιο μέρος της ράχης. Ανά­μεσα στο μεγάλο αριθμό των λαξεμένων σε τιτανόλιθο ογκόλιθων του κτίσματος, που κατάκεινται σκόρπιοι, βρίσκεται κι ένας ακέραιος σπόν­δυλος με ραβδώσεις από κίονα δωρικού ρυθμού. Ξεχωρίζουμε επίσης και μερικά τρίγλυφα του διαζώματος του ναού, τα οποία είναι πελε­κημένα στον ίδιο ογκόλιθο με τη μετόπη. Αλλά και άπειρα άλλα αρχι­τεκτονικά μέλη παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον και προκαλούν την προσοχή ακόμα και του μη ειδήμονα επισκέπτη.
Δεκαπέντε περίπου μέτρα ανατολικότερα από το ναό βρίσκεται ορθογώνιος βωμός, 6X4 μέτρα, με κρηπίδα από δυο ισοδομικές σει­ρές τιτανόλιθων και με μερικούς ορθοστάτες. Εκεί δίπλα υπάρχει κι ένα βάθρο δυο βαθμίδων με μήκος πάνω από τα 5 μέτρα.
Τέλος 150 μέτρα προς τα βορεινά του ναού διαγράφεται σαφέ­στατα η στοά, το μεγαλύτερο κτίσμα του ιερού, που στις ισοδομικές βάσεις της σώζονται δύο ή τρεις σειρές των καλά πελεκημένων τιτα­νόλιθων.
Τα κτίσματα αυτά και  ειδικότερα ο ναός και ο βωμός, είχαν ανε­γερθεί κατά τους χρόνους της ακμής των Αιτωλών, δηλαδή τον 3ο π.Χ. αιώνα, κατά διαπίστωση του αρχαιολόγου  Παπαδάκι.
Ανάμεσα στα μικρά ευρήματα της ανασκαφής ήταν κι ένα σιδε­ρένιο ρόπαλο μήκους 40 εκ., μικρογραφία του γνωστού ροπάλου που συνήθως κρατάει στα αγάλματα ο Ηρακλής. Επίσης βρέθηκαν πολλά πήλινα αγγεία με μαύρη βαφή από τα οποία τα τέσσερα είχαν και χαράγματα. Σ' ένα ήταν γραμμένο: ΕΡΑΚΛΕΙ. Βρέθηκαν ακόμα τρία κομμάτια μιας μοναδικής επιγραφής. Στο ένα κομμάτι αναφέρεται: «Κόμμοδον, τον γνωστόν εν βασιλεύσιν Ηρακλέα κ.λπ.». Για κεραμίδια δεν αναφέρει ο Παπαδάκις. Κατά την επίσκεψη μου όμως βρήκα κάμποσα χοντρά θραύσματα μεγάλων κεράμων, ίσως της στέγης.
Πλουσιότερα ήταν τα ευρήματα στο χώρο της κυρίως «Πυράς», μέσα στα απανωτά στρώματα της τέφρας των ετησίων καύσεων. Διαπιστώθηκε, από τα ευρήματα αυτά, πώς ή λατρεία του Ηρακλή, γίνονταν επί μακρά σειρά αιώνων και ειδικά από τον 6ο π.Χ., αι. τουλάχιστο και ίσαμε τα τελευταίοι χρόνια της Ρωμαϊκής κυριαρχίας.
Η κυρίως «Πυρά», όπου γίνονταν κάθε χρόνο οι θυσίες, είναι ένας τετράπλευρος λάκκος 25X30 μ. με μονολιθικό περιχείλωμα. Η βορεινή πλευρά της είναι σχεδόν κολλημένη στη νότια πλευρά του ναού, του οποίου πολλοί ογκόλιθοι είχαν ασβεστοποιηθεί επιφανειακά από τις φλόγες της φωτιάς που ανάβονταν κάθε χρόνο. Είναι καταφανές πως η ένταση και η έκταση της φωτιάς ήταν πελώρια.
Στα επάλληλα στρώματα της τέφρας των καύσεων βρέθηκαν, κατά τις ανασκαφές, απειράριθμα κόκκαλα, μισοκαμένα, από βόδια, γουρούνια και πρόβατα. Η τεράστια ποσότητα τους δείχνει πως, στο μάκρος των αιώνων, είχαν θυσιαστεί ολόκληρες μυριάδες ζώων. Βρέ­θηκαν εξ άλλου ανακατεμένα με τα κόκκαλα και απομεινάρια διαφό­ρων αντικειμένων, δηλαδή: Δεκάδες αιχμές δοράτων και μαχαιριών που μετά τις σφαγές των ζώων αφιερώνονταν - εργαλεία υλοτομι­κά - ιερά σκεύη - αρχαϊκή σφίγξ ορθόπτερη - σιδερένια κατεφθαρμένα δακτυλίδια - δυο πόρπες. Επίσης βρέθηκαν δυο αγαλμα­τάκια που παριστάνουν τον Ηρακλή γυμνό στη γνωστή θέση επιθέ­σεως. Στο ένα, πού είναι επιμελημένης αρχαϊκής τέχνης, λείπουν τα πόδια. Το δεύτερο, πολύ καλής ώριμης τέχνης, είναι άρτια διατηρη­μένο. Τέλος βρέθηκαν και νομίσματα, τα περισσότερα Αιτωλικό, αρ­κετά των Αινιάνων και Λαμιέων και δυο των Οιταίων.
Αυτά όλα μετά φέρθηκαν βέβαια στα μουσεία. Εδώ όμως, στη γυμνή ραχοκοκαλιά της πλαγιάς του Ξεροβουνίου της Οίτης, απομέ­νει ριζωμένος ο πλούτος των αρχιτεκτονικών μελών των κτισμάτων του ιερού, όπου οι πρόγονοί μας τιμούσαν τον περίφημο ήρωα της Ελληνικής μυθολογίας, τον ημίθεο Ηρακλή.
Και αξίζει, θαρρώ, να πατάμε κάποτε πάνω σαυτά τα ίδια τα χνάρια που τα σημάδεψαν οι προαιώνιοι μύθοι και θρύλοι της φυλής των Ελλήνων. Και να νιώθουμε τη χαρά της επικοινωνίας μαυτά τα εντυπωσιακά κατάλοιπα του αρχαίου πολιτισμού, εκεί ψηλά, στην καρδιά των βουνών της Ρούμελης.
Πηγή: Περιοδικό «Υπάτη»
Επιμέλεια: Τάκης Ευθυμίου


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου