Συνεργάτες

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2020

Κοινωνία Μάνεσι 1902-1918

ΔΕΙΓΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΜΑΝΕΣΙ 1902-1918

Του Παναγιώτης Δημάκη, υπεύθυνου ιστορικού αρχείου Δήμου Αμφίκλειας-Ελάτειας

 Έργον ενυπόγραφον Κων. Τσίπη. Η κορνίζα από διακοσμητικό χαρτόνι εποχής. Έξοχο στήσιμο μορφών, τών Μανεσαίων δεύτερης γενιάς, Κλεομένη Κων. Δελή και τής συζύγου Άννας Κάλη, απο το Καλαπόδι, Σαρακατσαναίων, εκ γειτονικών προφανώς ομάδων, εγκατεστημένων στα πυκνά δάση, τής Κνημίδας, πού τηρούσαν αυστηρά, τούς ενδογαμικούς κανονισμούς, ενώ ήδη στήν ενδυμασία τής Άννας, έχουν προστεθεί τοπικά μοτίβα, πού κυριαρχούνται, απο τό λαμπρό βαθύχροο ερυθρό χρώμα, τού ριζαριού και το άσπιλο λευκό, αλλά και τις χρυσές ανταύγειες τής αρματωσιάς, ενώ διακρίνεται το αργυρό βραχιόλι της, τού Γάμου. Μία λεπτουργική και πολυεπίπεδη εργασία, τού συναφιού τών χρυσικών, ανυπόγραφη μεν, αλλά με άριστα τεχνικά στοιχεία, σφυρηλάτηση, κοκκίδωση και άλλα. 

ΤΟ ΒΡΑΧΙΟΛΙ ΤΗΣ ΑΝΝΑΣ ΚΑΛΗ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ ΜΑΝΕΣΗ*

* Ο οικισμός Μάνεσι, ή Μάνεση, αναγράφεται στα τουρκικά φορολογικά αρχεία από τήν απογραφή τού 1466 μ.Χ. και το 1506, 1540, 1571 (Οst Locris Kiel=Sauerwein 1460-1981). Το ίδιο ισχύει και για το Χούμπαβο* και Μπέλεσι*. Επίσης οι περιηγητές**, αλλά και ιστορικοί, τού Αγώνα,(βλ. Π Γ. Δημάκη Η Μάχη τού Μάνεση), πού διέτρεξαν τήν κοιλάδα τού Κηφισού, αναφέρονται με πολλές λεπτομέρειες στούς διάσπαρτους οικισμούς, πού επιβεβαιώνουν τήν κατοίκησιν τών Φωκέων, «κατά κώμας», στήν Χώρα τής Ελατείας. Μέρος μόνο τών τουρκικών φορολογικών καταστίχων έχει μελετηθεί και μικρότερο για τήν κοιλάδα τού Κηφισού. Στο μέλλον η έρευνα θα αποκαλύψει πολλά περισσότερα. Η εξέλιξη τού Μάνεση, είναι σαφέστερη περί τα τέλη τού 19ο αιώνα. Εκεί άρχισε να διαμορφώνεται η κοινωνική διαστρωμάτωση, από τούς απλούς ποιμένες–γεωργούς, σε πιο διακριτούς ρόλους τού κοινωνικού πυρήνα, πού προέκυψαν από τα περισσεύματα τής παραγωγής, όταν άρχιζαν να εμφανίζονται, βοηθητικά «παρασιτικά» επαγγέλματα, να αναγείρονται ανώγειες κατοικίες, σχολείο, χώροι αναψυχής κ.λ.π. Ο κατάλογος (1910) επαγγελμάτων πού παρατίθεται, μάς δίνει σε σύνολο κατοίκων 437 τα ακόλουθα: Εδωδιμοπωλείο Ι. Λαπατσάνη, Καφείον Κ. Δελής, βλ. Σημ. Παντοπωλείον Ασημάκη Γαβριήλ, Λ. Κατσαντώνη Εγχώρια προϊόντα, Δ. Μητσόπουλος – Παν. Παπαγεωργίου, Σιδηρουργείον–Λουκ. Τζαχείλα, Υποδιδάσκαλος Χ. Κασιδάκης, Ιερεύς Παπατριαντάφυλλος κ.λ.π. To σημερινό Μάνεσι (Λευκοχώρι) τού Δήμου Αμφικλείας-Ελατείας, ευρισκόμενο σε στρατηγικό σημείο, εν μέσω σχεδόν, τών Ελατικών Πεδίων, πού ήσαν περιώνυμα για τήν ευφορία των, έχει διατηρήσει λίγα από τα παλαιότερα χαρακτηριστικά του. Οι δρόμοι και οι οικίες έχουν ανανεωθεί, οι κάτοικοι απολαμβάνουν τήν πλούσια ανταπόδοση τού μόχθου των, αφού η φύση έχει προικίσει αφειδώλευτα, τήν εύφορον γή, τόσον πολυπαραγωγικής, όπως αναφέρει ο Θεόφραστος, πού «οι πυροί, παρά τήν Ελάτεια, ποιούσιν ημιόλια τα άλευρα». Βέβαια σήμερα οι Ωτίδες, τα πουλιά πού παρατήρησε και κατέγραψε ο Παυσανίας, δεν νέμονται τούς καλαμιώνες, ούτε τα «μεργκήσια» φυτρώνουν στα υγρολείβαδα. Σχεδόν χάθηκαν και τα κουνούπια, που έφθειραν τήν υγεία τών κατοίκων με τήν ελονοσία, τούς μολυσματικούς πυρετούς πού εβράχυναν τότε τον βίο. Όμως η ομογενοποίηση, οικισμών και αγροτοποιμενικών εγκαταστάσεων, με το νόμο περί ληστείας, μετεκίνησε διάσπαρτους, φερέοικους οικιστές, πού συμπλήρωναν τα κενά, λόγω ολιγανθρωπίας. Αυτό είναι, μαζί με άλλα, ο λόγος, πού πολλοί ποιμένες Σαρακατσαναίοι, βρίσκοντας γή ελεύθερη και αυξανόμενη, για βοσκή και καλλιέργεια, εγκαταστάθηκαν και αποκαταστάθηκαν και στο Μάνεση, κομβικό και στρατηγικό σημείο τών διαδρομών των.** ΟΙ ΝΤΕΛΗΔΕΣ ΤΟΥ ΜΑΝΕΣΗ. Στούς εκλογικούς καταλόγους τού Δήμου Ελατείας το 1892, έχουν καταγραφεί ώς ψηφίσαντες δημότες ο Κων. Παν. Δελής ετών 78 και ο Κων. Αθ. Δελής ετών 56 εργάτες γής, πού αξιόπιστη προφορική μαρτυρία, βεβαιώνει, ότι ήσαν Σαρακατσάνοι, εγκατεστημένοι σε ομάδες,** στα αδιάβατα δάση τής Κνημίδας, μεταξύ Καρυάς-Μύρεσι- Δημητράκη-Άγναντης και κατέβηκαν στον Κάμπο, αναμίχθηκαν, με τούς ντόπιους και τούς κοινωνικούς και ηθικούς των, κώδικες. Χωρίς να λείπουν οι αντιθέσεις, οι γάμοι, τα πανηγύρια, οι τελετές, αφαίρεσαν τις πατροπαράδοτες αγκυλώσεις, μεταξύ των, και, γεννήθηκε πάλι, αυτός ο Κόσμος, ο μικρός, ο μέγας, πού μεγαλούργησε έκτοτε, στήν Αντίσταση, στα Ελληνο-ιταλικά 1940, τήν εποποιία από τον Σαγγάριο, τήν Κρέσνα, το Μπιζάνι τού 12-13... Σημ. Καφείον Κων. Δελή καταγραφή επαγγελματιών Μάνεση 1910 καταλόγου Ιγγλέση.** Αρχείο συμβολαιογράφου Αλ. Χατζήσκου 11033/ 1860 ΓΑΚ Φθιώτιδος. Έχοντας μία ευαισθησία, απέναντι τής ποιμενικής, αυτής ομάδας, λόγω καταγωγής, από τούς σκληροτράχηλους αυτούς, κρημνοβάτες ποιμένες, τής Πίνδου, πού φώλιαζαν, ανιπτόποδες και χαμαικοίτες, στον πυρήνα τού Γένους τών Ελλήνων, από το Χαλίκι Ασπροποτάμου, στήν Καστανιά Τρικάλων, τήν Σαμαρίνα και τήν Οίτη, μέχρι τήν Χώρα τής Ελατείας, μέσω τής Βλαχόστρατας, ώς Ντελήδες, Ντελαίοι, Δελήδες, χωρίς καταγραφές και φύλλα πορείας, εκτός συναγωγών και ενδείξεων, μόνο με ισχνά και αβέβαια δείγματα, όπως η φωτογραφία 5 τής οικογενείας Δελή ή Ντελή, πού διεσώθη, τύχη αγαθή, χάρη στον εξαίρετο φιλόλογο Κλ. Δ. Κατσούλα, πού τήν διαφύλαξε, ώς άξιος απόγονος, στο προγονικό Εικονοστάσιο και μού τήν εμπιστεύθηκε, να τήν κοινοποιήσω. Η φωτογραφία τού Κων. Τσίπη, μάς κομίζει, ένα αμάχητο στιγμιότυπο, μίας συγκροτημένης οικογένειας, τού Μάνεση το 1917-1918, ντυμένη τα καλά της, επί τη ευκαιρία προφανώς, κάποιας Εμποροπανηγύρεως, τού περιφερόμενου φωτογράφου Τσίπη, τού οποίου, το Ιστορικό Αρχείο τού Δήμου Ελατείας, διαθέτει και άλλα ανάλογα, πού προσδιορίζουν, τις διαδρομές του, με τήν μηχανή και τα κασελάκια του. Οι Φωτογραφίες τού Τσίπη, δεν είναι βουβές, αλλά ομιλούσες και περιέχουν τμήματα και σπαράγματα, τής άγραφης Ιστορίας, μίας συμπαγούς Σαρακατσάνικης ομάδας, με Τσέλιγκα τον Ντελή πού κατείχε βοσκοτόπια στήν Ευρυτανία, στο Κούτσουρο, μεταξύ Καροπλεσίου και Νεράιδας. Περαιτέρω το αφήγημα πλαταίνει, με απολήξεις στήν ληστρική δραστηριότητα και μυθιστορηματική βιβλιογραφία εποχής, με τήν Αγγέλω τού Παπά κ.λ.π. Γυρίζοντας στήν εικόνα, με τήν οικογένεια Κλ. Δελή, θα θαυμάσουμε τήν λεπτοφυή, κορμοστασιά τού Δελή, φυλετικό εξαίρετο δείγμα, με το κεντητό γελέκι και σκουφάκι και ακόμη, τήν λευκή, κοντή άψογη φουστανέλα, πού έδωσε το προσωνύμιο "καψομούνιδες," (Σημ. Η λέξη αυτή προσδιορίζει, με παιγνιώδη τρόπο, τα επακόλουθα τής έλλειψης εσωρούχων στα παγωμένα τσελιγκάτα). Στούς Σαρακατσάνους αυτούς, με τις μαλλίτικες λευκές βλαχοκάλτσες, τα βαριά τσαρούχια, ήσαν χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Τα δύο παιδιά Κωνσταντής και Δημητρού, ακολουθούν τις ενδυματολογικές εξελίξεις, πού η λεγόμενη Πούντα, ο μολυσματικός πυρετός, πού έπληξε τότε, τούς καμπίσιους και ορεινούς πληθυσμούς, εξολόθρευσε οικογενειακώς, σχεδόν οριζόντια και η τοπική νοσηλευτική ομάδα ιατρών και παραϊατρικών εμπειρικών, μάταια προσπαθούσε, να ανακόψει, εντάσσοντας και τα οινοπνευματώδη, ακόμη και το σκόρδο, στήν φαρμακευτική αγωγή. Το ιστορικό νήμα συνεχίζει στο οδολόγιο του, στήν μικροκοινωνία τής εποχής, με τα ευρήματα σημαντικά και ασήμαντα, στούς επισφαλείς και δαιδαλώδεις λαβυρίνθους γραπτούς και άγραφους, τής Ιστορίας και μείς, να συλλέγουμε, σπαράγματα ενδυματολογικά, διηγήσεις οιονεί έγκυρες και συνειρμικά συμπεράσματα, ώς είδος μνημοσύνου.

ΧΑΡΤΗΣ ΤΟΥ ALDENHOVEN

Επιμέλεια-Ανάρτηση: Τάκης Ευθυμίου

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου