ΤΑ ΕΞΩΤΙΚΑ ΕΛΑΦΟΚΕΡΑΤΑ
[Του Τάκη Ευθυμίου]
Το ελάφι, το περήφανο και ωραιότατο ιερό
ζώο της θεάς Άρτεμις, την ηλικία του τη γράφει κάθε χρόνο με την προσθήκη και
μιας νέας διχάλας στα κέρατά του, όπως τα δέντρα γράφουν τα χρόνια τους με τις
διάφορες κυκλικές επιστρώσεις στον κορμό τους.
Τα παράξενα κέρατα, που του προσδίδουν και την εξωτική ομορφιά, τού γίνονται κακός μπελάς, όταν το κυνηγάει ο άνθρωπος. Κι αυτό επειδή στα θαμνώδη μέρη προδίδεται η παρουσία του εύκολα και αναγκάζεται ν’ αποτραβιέται στα ψηλά βουνά, στα λόγγια, για να ξεφεύγει από το ερευνητικό βλέμμα του κυνηγού, εκεί πάνω που ζούσε και η ελληνική κλεφτουριά για να μην οι αρπαχτικές διαθέσεις του Τούρκου δυνάστη
Με γέλασε μια χαραυγή
τ’
αστρί και το φεγγάρι,
και
βγήκα νύχτα στα βουνά
νύχτα στα κορφοβούνια.
Κι
ακούω τα πεύκα να βροντούν
και
τις οξιές να τρίζουν
κι
ακούω τα λάφια που βοσκούν
κι όλα τα λαφομούσκια…
Όμως αν για το ελάφι τα κέρατα είναι μπελάς για τον άνθρωπο γίνονται στολίδι και κόσμημα. Τα κρεμάει στον τοίχο, όπως κρεμούσαν οι βασιλιάδες τα λάφυρα των αντιπάλων τους. Τα χρησιμοποιεί ακόμα για καμουφλάρισμα και κράζοντας, όπως ρεκάζουν τα ελάφια μεταξύ τους κατά την εποχή του ζευγαρώματος, τα ξεγελάει τα καημένα, τα κάνει να κοντοζυγώνουν κι ύστερα τα τουφεκάει. Ευτελέστατη πανουργία! Και μάλιστα για ένα πολύ δειλό ζώο, γνωστό για τη φυσική του δειλία από την αρχαία εποχή: «Ελάφοιο κραδίην έχων» τονίζει για τον φοβιτσιάρη ο Όμηρος. Αλλά και σήμερα ακόμα «αλαφιασμένο» ονοματίζουμε τον τρομαγμένο.
Τα κέρατα
του ελαφιού χρησιμοποιούνται ακόμα από χωρικούς της ορεινής πατρίδας μας για
χρηστικές λαβές μαχαιριών, έτσι για ενθύμιο… Τίποτε να μην πάει χαμένο από το
ωραίο ελαφοκέρατο, λάφυρο.
Ακόμα και
όπλο εναντίον των φιδιών χρησιμοποιείται. Ο κόσμος πιστεύει πολλές φορές κάτι που
δεν στέκει στη λογική. Έτσι λένε πως το ελάφι ακόμα κι αν ζευγαρώσει, δεν
γκαστρώνεται, αν πρώτα δεν βρει και φάει φίδι. Να λοιπόν ο λόγος που τα ελάφια
κυνηγάνε φίδια, όπου κι αν τα βρούνε, όπου κι αν τα πετύχουν, χυμούν καταπάνω
τους για να τα φάνε.
Μα και τα
φίδι ξέρουν τι τα περιμένει, γι’ αυτό αν ανταμώσουν ελάφι στρίβουν, φεύγουν κι
όλο φεύγουν σαράντα ράχες μπορούν να διαβούν στο φευγιό τους και πάλι να μη
σταθούν. Τα φίδια φοβούνται λοιπόν τα ελάφια, γι’ αυτό και το ελαφοκέρατο είναι
το φόβητρό τους. Όποιος έχει μαζί του κέρατο ελαφιού και το ξύσει λιγάκι μ’ ένα
κοφτερό μαχαίρι και το ρίξει στη φωτιά, φίδι για φίδι δεν μένει εκεί κοντά από
τη μυρωδιά του.
Αυτή η δοξασία φαίνεται να έχει τις ρίζες της στη ελληνική αρχαιότητα:
«‘Ελαφος όφιν νικά, κατά τινα φύσεως δωρεάν θαυμαστήν και ουκ αν αυτόν διαλάθοι εν τω φωλεώ ων ο έχθιστος, αλλά προσερείσας τη καταδρομή του διάκοντα προσάγει, και προκύπτοντα αυτόν εσθίειν άρχεται. Και μάλιστα γε δια χειμώνος δρα τούτο. Ήδη μέντοι τις και κέρας ελάφου ξέσας, είτα το ξέσμα εις πυρ ενέβαλε, και ο καπνός ανιών διώκει τους όφεις πανταχόθεν μηδέ την οσμήν υπομένοντας».
Εξάλλου
κάτι παρόμοιο δεν κάνουμε κι εμείς σήμερα που καίμε θειάφι, ώστε η μυρωδιά να
δράσει αποτρεπτικά ως προς την παρουσία των φιδιών;
Πηγή: «Τα ζώα &
τα πουλιά στους Ηπειρωτικούς θρύλους», Ε. Μπόγκας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου