Τα βατευτικά ή μαρκαλίκια
Λαογραφικά σημειώματα του Χρήστου Τούμπουρου
|
Τράγος: Η
αρσενική γίδα με χαρακτηριστικό γένι. Τράγος λέγεται και υβριστικώς ο παπάς,
γιατί έχει γένι και θυμίζει τράγο. «Λαθεύουν και οι παπαδιές και τρογκιούνται
με τα τραγιά στο τραγότσιαλο». Να πούμε ακόμα πως γίδι είναι το νεογνό της
γίδας, το κατσικάκι, ενώ ως ΓΙΔΙΑ ορίζονται το κοπάδι αποτελούμενο από γίδες
και τράγους, ανεξαρτήτως ηλικίας. «Μπήκαν, μωρέ, μπήκαν/τα γίδια στο μαντρί,/τα
πρόβατα στη στρούγκα».
Οι κάτοχοι της γίδας απευθύνονται στους κατόχους των αρσενικών ζώων, των τραγιών, για το βάτεμα. Ο τραγοκάτοχος παίρνει τα «βατευτικά» ή τα «μαρκαλίκια». Έτσι λένε το αντίτιμο για το ζευγάρωμα των ζώων, και αν δεν «στήσει» δηλαδή δεν γκαστρωθεί το θηλυκό, το επαναζευγαρώνουν χωρίς πληρωμή. Αν πάλι δεν γκαστρωθεί ο κάτοχος του αρσενικού επιστρέφει τα βατευτικά ή μαρκαλίκια. Όσες ημέρες τα θηλυκά ζώα, είναι στο αρσενικό, ο ιδιοκτήτης του αρσενικού, είναι υπεύθυνος για τη συντήρηση, αλλά και την ασφάλεια του θηλυκού ζώου. Όταν φθάσει εποχή του ζευγαρώματος, ο εκάστοτε ντελάλης φωνάζει: «Χωριανοί… ακούσατε, ακούσατε. Από μεθαύριο τη Δευτέρα αρχίζει ο μάρκαλος. Όποιος έχει μαρτίνες να τις πάει στο τραΐ του τάδε… (όνομα ιδιοκτήτη αρσενικού), για φέτος, είκοσι φράγκα η ταρίφα, άμα δεν στήσει η γίδα δεν πλερώνει. Το τάγισμα, το πότισμα και φύλαγμα ανέξοδο…».
Αν οι γίδες
μαρκαλίζονται με νταμάρια άσογα - όχι καλή ράτσα - και πρόκειται να γεννήσουν
ζαρικάτσικα, λισβά, τα στρίβουν. Το στρίψιμο γίνεται με τ' αλάτι. Τα ταΐζουν
δηλαδή αλάτι και παραδέχονται πως ο σπόρος που πήραν πάει στα πουφ. Για να
ξαναγκαστρωθούν, πρέπει να μαρκαληθούνε και πάλι. Διώχνουν λοιπόν τα ζαρότραγα
απ' το κοπάδι κι' αφήνουν τα σοϊλίτικα νταμάρια μ' αυτά να μαρκαλίζονται.
Παραδέχονται επίσης πως άμα φάνε τα γκαστρωμένα χλωρόν καπνό, γυρίζουν, αν
έχουν αρσενικό , αλλάζει και γίνεται θηλυκό.
Ως γίδι εννοούμε και το πρόσωπο που δεν έχει τρόπους, που είναι άξεστος και αγροίκος. Εξ’ ου το γιδερό, το γιδόπιασμα, το γιδοπέταγμα, γιδοξούρ’, γιδοξεπεταγμένο… γιδοκόπαδο, γιδομάντρι. Ιδιαίτερα τη λέξη γίδι τη χρησιμοποιούμε για να βρίσουμε μια γυναίκα αναίσχυντη αναιδή, ανάγωγη, ελευθεριάζουσα.«Μωρή μουρλή, μωρή τρελή, μωρέ γίδι και βατεμένη, που σε κάθε πλαϊά και ρεματιά μόνιμα είσαι πλαγιασμένη».
Χρήστος Τούμπουρος
Λογοτέχνης-Λαογράφος
Επιμέλεια-Ανάρτηση:
Τάκης Ευθυμίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου