Γ Υ Φ Τ Ο Ι
[ΕΝΑΣ ΠΟΛΥΠΑΘΟΣ ΛΑΟΣ]
του Νίκου Δαβανέλλου
Σε κάποια πολύ μακρινά κι αλλοτινά χρόνια, λέγεται απ’ τους ιστορικούς 1000 με 1100 χρόνια πριν απ’ το σήμερα, εμφανίζεται τούτο το ξενικό στοιχείο - οι Γύφτοι - στο Βυζαντινό κόσμο κι από κει σιγά - σιγά σ' όλη την Ευρώπη και τα πέρατα του κόσμου. Βρίσκονται γραμμένοι, για πρώτη φορά, σε κιτάπια στα 852 στην Κωνσταντινούπολη και στα 1100 στο Άγιο Όρος.
Φύγαν απ’ τη δική τους γη, το Πατζάμπ που βρίσκεται στη Βορειοδυτική Ινδία εξ αιτίας κάποιας πείνας, κοινωνικής περιφρόνησης, θρησκευτικούς λόγους, ή ίσως διώχτηκαν από βάρβαρους και εισβολείς. Τίποτα δεν είναι εξακριβωμένο. Το μόνο θετικό είναι η χώρα της καταγωγής τους και που τούτο αποδείχτηκε μετά από μελέτη της γλώσσας τους, που είναι η Σανσκριτική.
Φτάνουν στην Περσία και μπαίνουν στο Βυζάντιο. Ξένοι καθώς είναι, φτωχοί και κακόμοιροι, ελεεινοί και τρισάθλιοι χωρίς τίποτα για να στεριώσουν τρέχουν από χωριό σε χωριό, από πόλη σε πόλη και από κει γιομίζουν ολάκερο τον κόσμο. Μηχανεύονται και σκαρφίζονται τα πάντα για να κρατηθούν στη ζωή. Κάνουν τους προσκυνητάδες, τους σταυροφόρους τάχατες. Δείχνουν γραφές απ’ τον Πάπα με υπογραφές και βουλοκέρι, και χαρτιά απ’ άρχοντες και δεσποτάδες. Μ’ αυτό τον τρόπο τα βολεύουν. Περνούν καλά. Τούτο κρατάει όσο τ’ όνειρο. Τους ανακαλύπτουν πως ούτε προσκυνητάδες είναι, ούτε σταυροφόροι. Καμιά βοήθεια πια. Μα πρέπει να ζήσουν. Άλλοι στήνουν το καμίνι τους - το γύφτικο όπως το λέμε - στα έμπα του χωριού και σφυροκοπούν το σίδερο. Άφταστοι σε τούτη την τέχνη. Λένε μάλιστα πως για τούτη τους τη τέχνη τους κουβάλησε ο δικός μας ο Μεγαλέξανδρος για να του φτιάνουν ασπίδες και όπλα. Άλλοι αρπάζουν την καραμούζα, την πίπιζα, το λαούτο, το τούμπανο, το βιολί, την κιθάρα και το κλαρίνο και παίζουν σε χαρές και πανηγύρια, γάμους και βαφτίσια. Αξεπέραστοι σε τούτη την τέχνη. Κι άλλοι μερώνουν την αρκούδα και το μαϊμάκι και τα μαθαίνουν να χορεύουν. Κάτι κονομάν και με τούτη την τέχνη. Κι άλλοι φτιάνουν κοφίνια και πανέρια και λεν τη μοίρα και διαβάζουν της τύχης τα γραμμένα. Και κάνουν τους ακροβάτες και τους σχοινοβάτες. Και βολεύονται. Και κακοζούν. Να όμως που οι γκαζέ - οι μη γύφτοι - εμείς οι «Ευρωπαίοι» - αρχίζουν να τους βλέπουν παρακατιανούς κι αμόρφωτους, μυξιάρηδες και βρώμικους, κλέφτες κι άρπαγες και κανίβαλους. Και στο κάτω, κάτω της γραφής ξένους που ζουν σε βάρος τους. Κάνουν συσκέψεις και συζητήσεις να δρουν μια φόρμουλα να τους ξεπαστρέψουν. Να ξεβρωμίσει ο τόπος, λένε οι κύριοι και κυράδες, άρχοντες και προεστοί. Και τη βρίσκουν τούτη τη φόρμουλα. Γράφουν νόμους, τρομερούς φοβερούς, κι απάνθρωπους για να τους ξαφανίσουν απ’ το πρόσωπο της γης. Μα καθώς αποδείχτηκε κάνουν λογαριασμό χωρίς τον ξενοδόχο, που λέει κι ο λαός. Έναν τούτοι κρεμούν και σκοτώνουν, δέκα φυτρώνουν πάνω απ’ τον τάφο του.
Βρισκόμαστε στα 1498 στη Γερμανία, στο Σπάιερ, όπου συνεδριάζει η βουλή. Συσκέφτονται, συζητούν και φτιάνουν νόμο. Πρέπει - γράφουν - με κάθε τρόπο να εκτελεστούν όλοι οι γύφτοι γιατί τους θεωρούν άπιστους και προδότες της χριστιανικής πίστης.
Λίγο αργότερα, στα 1500, στην ίδια χώρα, τη Γερμανία, στο Όσμπουργκ, δίνεται γενική διαταγή που απαγορεύει να μπαίνουν γύφτοι σε τούτη τη χώρα, και πως κάθε γράμμα και γραφή από πρίγκηπες και βασιλιάδες, πάπες και δεσποτάδες είναι άκυρη, χωρίς καμιά αξία. Έτσι μένουν χωρίς ίχνος προστασίας. Αρχίζει ένα φοβερό κυνηγητό για να ξεκαθαρίσουν τη χώρα τους από τούτους τους τιποτένιους. Το αίμα τρέχει στους δρόμους και τα λιγοστά υπάρχοντα τους ανάβουν φωτιές στις πλατείες.
Στα 1711 νέο φιρμάνι σε τούτη την ίδια χώρα. Διαταγή να την εγκαταλείψουν μέσα σε οχτώ μέρες. Μετά από τούτη τη προθεσμία κάθε γύφτος που Θα πιάνεται θα γίνεται «κτήμα» της πολιτείας και θα τουφεκίζεται χωρίς καμιά άλλη διαδικασία. Τα γυφτοπούλα κι οι γύφτισσες θα φυλακίζονται.
Φτάνουμε στην εποχή του Φρειδερίκου Γουίλιαμ του Ι. Τούτος τον Οχτώβρη του 1725 εκδίδει διαταγή που λέει πως κάθε γύφτος πάνω απ’ την ηλικία των 18 άσχετα απ’ το φύλο του που θα βρίσκεται στην Πρωσσία και που θα συλλαμβάνεται θα εκτελείται επί τόπου με τουφεκισμό.
Τρία χρόνια αργότερα, στα 1728 στο Άαχεν, συνεδριάζει κυβερνητική επιτροπή και παίρνει την απόφαση να ξεκαθαρίσουν τη χώρα μια και καλή από τούτα τα μιάσματα. Λένε λοιπόν πως κάθε γύφτος πάνω απ' τα 18 του χρόνια συλλαμβάνεται και τουφεκίζεται. Αν όμως προβάλλει κάποια αντίσταση του δίνουν μισή ώρα προθεσμία για να πέσει στα γόνατα του και να προσευχηθεί για τις αμαρτίες του, να ετοιμαστεί για το θάνατο του και ύστερα τουφεκίζεται
Κι αφού τίποτα δε γίνεται με τους νόμους και τις αποφάσεις που παίρνουν, σκέφτεται τότε ο Φρειδερίκος Γουίλιαμ Ι μαζί με τους συμβουλάτορές του και βρίσκουν νέους τρόπους και μεθόδους για το ξεκλήρισμα τούτης της φυλής. Στο έμπα της χώρας και κάθε πόλης στήνουν τεράστιες αγχόνες. Στο πάνω μέρος της κρεμάλας χάνουν επιγραφή: «Για τους κλέφτες και τους Γύφτους». Μα οι γύφτοι δεν ξέρουν να διαβάσουν για να συναιτισθούν. Κι έτσι τίποτα δεν γίνεται. Ξανασκέφτονται τούτοι οι «σοφοί» και αποφασίζουν να βάλουν δίπλα στην καραμανιόλα μεγάλες αφίσες που να δείχνουν ένα γύφτο πρώτα να μαστιγώνεται και ύστερα να τον κρεμούν στην αγχόνη. Τούτο το φτιάνουν με ζωηρά χρώματα και μεγάλο σχήμα για να ‘ναι εντυπωσιακό. Πιστεύουν πως με τούτο το νέο τρόπο θα ξεμπερδέψουν με τους γύφτους. Αμ δε. Αν όμως, αναγνώστη, θελήσεις ποτέ σου να τα δεις ταύτα τα τεχνάσματα, πήγαινε στο μουσείο του Νόρτιγγεν, θα δεις μια εικόνα που δείχνει ένα γύφτο με ξεσκισμένες τις σάρκες του - τις λιγοστές – απ’ το μαστίγωμα. Μετά να οδηγείται στην κρεμάλα που κιόλας δείχνει ένα γύφτο κρεμασμένο. Και η λεζάντα: ΤΙΜΩΡΙΑ ΠΟΥ ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΓΎΦΤΟΥΣ ΚΑΙ ΓΥΦΤΙΣΕΣ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ Σ' ΑΥΤΗ ΤΗ ΧΩΡΑ. Οι γύφτοι όμως δεν καταλαβαίνουν τίποτα από φοβέρες. Μπαίνουν στην Πρωσσία, συλλαμβάνονται και κρεμιούνται σαν τ’ ασπρόρουχα στο φράχτη. Κανένα δικαστήριο δεν βρίσκει έστω και έναν, για δείγμα που λέμε, αθώο γύφτο.
Τούτο το τρομακτικό κυνηγητό, τούτη η αιματοχυσία και η θανάτωση σταματούν, κοπάζουν κάπως στη Γερμανία στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν ο Γερμανός λόγιος Γκρίλλμαν ανακαλύπτει την καταγωγή των γύφτων. Παίρνουν κάποια αξιοπρέπεια στα μάτια των Γερμανών. Με το βιβλίο του πολλές ψυχές σώζονται. Μόνο ο Χίτλερ ξεχνάει και τον Γκρίλλμαν και την Άρια καταγωγή τους και τους καίει και σφάζει κατά χιλιάδες. Πάνω από 500.000 αυτοί που πληρώνουν με το αίμα τους στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Κάπου 28.000 νεκρούς γύφτους έχουμε μόνο στη Μπόσνια της Γιουγκοσλαβίας, σύμφωνα με τον ιστορικό Dr. R. Ubir. Όπου πατούν οι Γερμανοί οι Γύφτοι πληρώνουν πολύ άσχημα.
Και αφήνοντας την Γερμανία περνάμε στην Αυστρία που μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα η ζωή των γύφτων είναι αφόρητη και απελπιστική.
Στις 24 του Σεπτέμβρη στα 1701, ο Αυτοκράτορας Λεοπόλδος τους ανακηρύσσει παράνομους. Σφαγή και αιματοχυσία ακολουθούν τούτη την φοβερή διακήρυξη. Και φτάνουμε στα 1726 όπου ο Κάρολος VI δίνει διαταγή και εντολή να θανατώνεται κάθε γύφτος αρσενικός πάνω απ, τα 18, ενώ για κάθε γύφτισσα και γυφτόπουλο κάτω των 18 να του κόβεται το ένα αυτί. Κι ανάλογα σε ποια πόλη κατοικεί τούτη η γύφτισσα ή το γυφτάκι κόβουν και διαφορετικό αυτί. Στη Βοημία το δεξί, ενώ στην Σιλεσία και το Μαχρέν το αριστερό.
Ισπανία. Τούτη η χώρα έχει αρχίσει το ξεπάτωμα των γύφτων μόλις τούτοι κάνουν την εμφάνιση τους στα τέλη του δέκατου πέμπτου αιώνα. Στα 1492 αναγκάζεται τούτος ο άμοιρος και πολύπαθος λαός να φύγει για τη Βόρειο Αμερική και Ευρώπη για να γλιτώσει απ’ τη σφαγή και το ξεκεφάλισμα. Μερικοί τρυπώνουν σε κουφάλες δέντρων και σε σπηλιές. Άλλοι ανεβαίνουν ψηλά στα κορφοβούνια μακριά απ’ την ανελέητη σφαγή του Φερδινάνδου, του Κάρολου V και του Φίλιππου II. Και υποφέρουν τόσο πολύ που πληρώνουν κάθε στιγμή της ζωής τους με το αίμα τους. Και μέχρι τα δικά μας χρόνια απαγορεύεται στους ανθρώπους αυτής της φυλής να επικοινωνούν με τη γλώσσα τους, στα Ρώμικα, όπως λέγεται.
Και περνάμε στη Γαλλία. Στα 1561 συνέρχεται η Βουλή στην Ορλεάνη και αποφασίζει τον πλήρη αφανισμό των γύφτων. Παρ’ όλο που τα μέτρα είναι φοβερά και τρομερά, παρ’ όλο που το αίμα πλημμυρίζει τους δρόμους, τούτοι αντί να λιγοστεύουν, πληθαίνουν, γι’ αυτό και τούτος ο νόμος ξαναμπαίνει σε ισχύ στα 1612.
Στη διάρκεια της βασιλείας των Λουδοβίκων XIII και XIV οι γύφτοι μας, σφαγιάζονται ανελέητα. Επικηρύχνονται. Κάθε κεφάλι γύφτου και γύφτισσας τόση αμοιβή. Και σκοτώνουν αβέρτα οι Γάλλοι για να βγάλουν ένα καλό μεροκάματο. Κι όσοι καταφέρνουν να ζήσουν ρίχνονται στ' αμπάρια των σαπιοκάραβων και δρόμο για τις γαλλικές αποικίες.
Στην Αγγλία αρχικά τους θεωρούν προσκυνητάς και χωρίς δισταγμό τους δίνουν κάποια ψίχουλα να συντηρούνται.
Όμως στις αρχές του 16ου αιώνα τα πράγματα αλλάζουν. Έτσι στα 1530 στη βασιλεία του Ερρίκου του VIII ψηφίζεται νόμος που απαγορεύει τον ερχομό των γύφτων στη χώρα, αλλά και όσοι ζουν εκεί πρέπει να φύγουν μέσα σε 16 ημέρες. Αν όμως κάνουν του κεφαλιού τους τότε συλλαμβάνονται και τα λιγοστά υπάρχοντα τους δίνονται σαν αμοιβή σ’ αυτόν που τους πιάνει. Κι έτσι μένουν σύξυλοι.
Στα 1535 νέος, πιο σκληρός νόμος. Κάθε γύφτος που πιάνεται, μαστιγώνεται μέχρι θανάτου και ορκίζεται πως θα γυρίσει στην πατρίδα του ή εκεί που ζούσε για τρία συνεχόμενα χρόνια πριν έλθει στην Αγγλία. Τούτα τα πάθη του γίνονται αν τον πιάσουν για πρώτη φορά. Μα αν είναι για δεύτερη του κόβουν το πάνω μέρος του δεξιού αυτιού και για τρίτη φορά, θάνατος.
Στα 1537, ο Θωμάς Κρόμγουελ μαζί με τη Βουλή διακηρύχνουν πως όλοι οι γύφτοι της χώρας πρέπει να εξορισθούν ή να θανατωθούν. Και αφού τους δίνουν ειδικά διαβατήρια τους διώχνουν απ’ τη χώρα.
Στα 1555, στην διάρκεια της βασιλείας του Φιλίππου και της Μαίρης, οι νόμοι σκληραίνουν. Διαβατήρια και κάθε είδος άδειας διαμονής ή μετακίνησης θεωρούνται άκυρα. Μέσα σε 24 μέρες τους αναγκάζουν να φύγουν. Καθένας που βρίσκεται στη χώρα μετά απ’ την προθεσμία πρέπει να πληρώσει σαράντα λίρες και να φύγει, και σε περίπτωση που ξανασυλλαμβάνεται καταδικάζεται σε θάνατο.
Τούτος ο νόμος επαναλαμβάνεται στη διάρκεια της Ελισσάβετ και έχει σαν επικεφαλίδα: «ΝΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΩΝ ΠΑΓΑΠΟΝΤΉΔΩΝ ΠΟΥ ΑΥΤΟΟΝΟΜΑΖΟΝΤΑΙ ΓΥΦΤΟΙ». Τούτος ο νόμος στρέφεται όχι μόνο κατά των γύφτων μα και σ’ όσους κάνουν παρέα με τους γύφτους, μιλούν τη γλώσσα τους, συμπεριφέρονται ή ντύνονται σα γύφτοι. Είναι ένας νόμος που στρέφεται ενάντια σ’ όποιον είναι τεμπέλης, πανούργος, ελεεινός και μοιάζει σα γύφτος, ή σ’ όποιον λέει τη μοίρα ή λέει πως έχει μαγικές ικανότητες.
Μόνο στη Σκωτία τα πράγματα είναι πιο ανθρώπινα. Οι γύφτοι έχουν το δικαίωμα να κανονίζουν τις υποθέσεις τους, παίρνουν μέρος στο δικαστήριο, χορεύουν στις βασιλικές αυλές και θεωρούνται ίσοι με τους ντόπιους. Τούτα τ’ αγαθά και τα καλά μέχρι το 1573. Τούτη τη χρονιά ψηφίζεται νόμος που καταδικάζει κάθε εγκληματία, κλέφτη και μάγο. Έτσι οι γύφτοι πρέπει να διαλέξουν ανάμεσα στο να εγκαταλείψουν τη νομαδική ζωή και να βολευτούν κάπου μόνιμα ή να φύγουν απ’ τη χώρα. Υπάρχει ειδική παράγραφος που αναφέρεται στους δεξιοτέχνες ζητιάνους, εκείνους που διαβάζουν τα χέρια των ανθρώπων, που λεν της μοίρας τα γραφτά κλπ., μ’ άλλα λόγια τους γύφτους.
Αν όμως κάποιος κύριος με χρηστά ήθη και αρχές πάρει στη δουλεψιά του γύφτο τότε τούτος γλιτώνει την τιμωρία. Πρέπει όμως να μείνει στον ίδιο αφέντη τουλάχιστο για ένα χρόνο. Αν φύγει πριν συμπληρωθεί ο χρόνος, τιμωρείται αυστηρά και πρέπει μέσα σε 60 μέρες να φύγει απ’ τη χώρα.
Και για κάθε γυφτόπουλο ο νόμος λέει που αν είναι κάτω απ’ την ηλικία των 14 πουλιέται στο σκλαβοπάζαρο αν οι γονείς του δεν ζήσουν κάπου μόνιμα. Τούτος ο νόμος θα ξαναψηφισθεί στα 1576.
Στα 1597, (επαναλήφθηκε στα 1599 και 1600) νέο διάταγμα απ' τη βουλή που καταδικάζει κάθε γύφτο σε ισόβια και κάθε γράμμα και γραφή προστασίας θεωρούνται άκυρα. Στα 1609 νέος νόμος (επανάληψη στα 1619) απαγορεύει να δοθεί οποιοδήποτε είδος φιλοξενίας σε γύφτο.
Στα 1527 νέα διαταγή. Οι γύφτοι πρέπει να πιαστούν να πάνε στο στρατό που θα σταλεί για βοήθεια στο βασιλιά της Δανίας.
Στα 1665 εξορίζονται όλοι οι γύφτοι που συλλαμβάνονται για τις Δυτικές Ινδίες. Φεύγουν σαν κυνηγημένα πουλιά για να γλιτώσουν. Κρύβονται σε βουνά και δάση. Και οι απάνθρωποι νόμοι ψηφίζονται σήμερα δω κι αύριο κει.
Αλλού τους κατηγορούν για κανιβαλισμό. Αλλού για κλεψιά και για μαγεία. Άκρη δε βρίσκει κανείς. Βολεύονται κάπως στα 1761 στη βασιλεία της Μαρίας Θηρεσίας που για να τους εξευγενίσει κάπως τους αναγκάζει να στρατεύονται. Όμως λίγα χρόνια αργότερα, στα 1766, κάποιος υπουργός κι εδώ έχει φαεινή ιδέα, για να τους κάνει «κύριους» και «κυρίες», φτιάνει ένα νόμο που λέει μόλις γεννιούνται τα γυφτάκια να τα παίρνουν Ούγγροι να τα μεγαλώνουν. Ο νόμος θ’ αποτύχει παταγωδώς.
Στη Ρωσία, στη διάρκεια της Αικατερίνης II περνούν καλά με το να τους σπιτώσει όλους και να τους κάνει μόνιμους κάτοικους.
Βάσανα και προβλήματα στη Ρουμανία φυλακίσεις, εκτελέσεις, το ίδιο και στην Τσεχοσλοβακία και Βουλγαρία και Γιουγκοσλαβία και...
Τα πράγματα γίνονται καλύτερα απ’ τις αρχές του 19ου αιώνα όταν ιδρύονται λέσχες Τσιγγάνων όπως στην Αγγλία στα 1827 στη Σκωτία στα 1833 που προστατεύουν τούτους τους ανθρώπους. Γίνονται νόμοι που λένε ότι είναι υποχρεωτική η μάθηση (1908 και 1909 στην Αγγλία). Γίνονται νόμοι που τους υποχρεώνουν να γράφονται και τούτοι σαν κάτοικοι της χώρας, να ψηφίζουν και να ψηφίζονται...
Μόνο σε τούτη δω τη χώρα, την Ελλάδα δεν νοιάστηκε ποτέ κανένας για τούτους. Ούτε νόμος κατά, ούτε υπέρ. Θα ιδρύσουν κάποια λέσχη στην Αγία Βαρβάρα στα 1938 και θα γίνει κάποιος νόμος στα 1979 που τους αναγνωρίζει σαν πολίτες τούτης της χώρας χωρίς όμως να τους παρέχει καμιά ηθική και υλική βοήθεια. Αφημένοι στην τύχη τους και τη μοίρα τους πορεύονται. Κι ας έχουν βάλει και τούτοι κάποιο λιθαράκι σε πολλά πράγματα που τα θεωρούμε δικά μας. Έτσι για παράδειγμα, αναγνώστη, ποιος έφερε το κλαρίνο, ποιος κράτησε το δημοτικό μας τραγούδι; Δε βαριέσαι. Ποιος ρωτάει για τέτοια πράγματα.
Επιμέλεια-Ανάρτηση: Τάκης Ευθυμίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου