Ανατίναξη
μεταλλείων στον Παρνασσό
[Αντίσταση κατά των
κατακτητών]
[Η αρπαγή του ορυκτού πλούτου από τη
χώρα μας ήταν ανάμεσα στις πρώτες προτεραιότητες του
άξονα, καθώς αποσκοπούσε στη διασφάλιση ανελλιπούς τροφοδοσίας της γερμανικής
και ιταλικής πολεμικής βιομηχανίας με τις απαραίτητες πρώτες ύλες. Η εξάπλωση του πολέμου προκάλεσε δυσκολίες στην τακτική
ροή σε ύλες. Αυξήθηκαν οι ανάγκες και
μειώθηκαν οι πηγές. Το πρόβλημα αυτό, σε συνδυασμό με τη διακοπή προμήθευσης σε άλλα μέτωπα, έλαβε οξύτατες
διαστάσεις. Η Αντίσταση έχει και
στον τόπο μας να παρουσιάσει έργο].
23.
03. 1943
Τμήμα του Αρχηγείου Φθιώτιδας του ΕΛΑΣ, υπό την
ηγεσία του Κώστα Καραγκούνη, ανατίναξε τα μεταλλεία βωξίτη στο χωριό
Αποστολιάς (κάτω Κάνιανη) την 23η Μαρτίου 1943.
Ανατινάξεις
του
Φοίβου Γρηγοριάδη
Οι λαχτάρες των Ιταλών της Γραβιάς δεν σταματούν, όμως, με
το «κάζο ντι Μαριολάτα». Δύο νύχτες
αργότερα νομίζουν ότι έφθασε η συντέλεια του κόσμου ή το λιγότερο ότι θα υποστούν επίθεση ανταρτών
ενισχυμένων με πυροβολικό, από βορρά και νότο!
Η
μικρή δύναμις του αρχηγείου Φθιώτιδος με τους οπλαρχηγούς Αλ. Μυλωνά και Αλ. Ραχούτη εισέδυσε
ανάμεσα στις εχθρικές φρουρές Γραβιάς και Άμφισσας, κατέλαβε θέσεις στο δημόσιο δρόμο και εκάλυψε σαμποτέρ που κατέστρεψαν
τα μεταλλεία βωξίτου της Τοπόλιας.
Το σαμποτάζ πραγματοποιήθηκε χωρίς καμία εχθρική αντίδραση, προς
μέγιστον παράπονον του συλληφθέντος από τον Μυλωνά διευθυντού των Μεταλλείων,
Γερμανού Ιακώβου. Τις ίδιες ώρες κατεστρέφοντο και τα μεταλλεία της Αποστολιάς
(βορείως Γραβιάς) από τον υπολοχαγό Μηχανικού Κ. Καραγκούνη, που βγήκε από τη
Λαμία, ειδικώς γι' αυτή την αποστολή. Οι άνδρες του αρχηγείου Φθιώτιδος μετά το
σαμποτάζ τράβηξαν προς τον Παρνασσό και σμίξανε στην Πάνω Αγόριανη με τους
«επιτελείς» και τα αρχηγεία Παρνασσίδος και Λοκρίδος, που έφθασαν κι αυτά από τη Δεσφίνα. Το άλλο, της Αττικοβοιωτίας,
γύρισε πίσω στην περιοχή του, με πενταμελή διοίκηση από τους Ορέστη,
Πελοπίδα, Αχιλλέα, Βαρδουλάκη και Αβορίτη. Θα το «ξανασυναντήσουμε εν καιρώ»,
όπως θα συναντήσουμε και το αρχηγείο
Λοκρίδος, που κι αυτό τράβηξε και «ξεκάμπισε» στην περιοχή του.
Στο πέρασμα της άλλης δυνάμεως των
ανταρτών, «ξυστά» από τη Γραβιά, από τα ακραία σπίτια
της, το ιταλικό τάγμα «δοκιμάστηκε» και πάλι. Χάλασε ο κόσμος από
τα αλυχτίσματα των σκύλων και όλων των κατοικίδιων του χωριού, εν συνεχεία, αλλά, παρά την
απερίγραπτη φασαρία, ούτε περίπολος φάνηκε, ούτε σκοπός ακούστηκε. Και την άλλη μέρα, ενώ οι αντάρτες παρέμειναν στα
γειτονικά Καστέλλια (μισή ώρα με τα πόδια), το απομεσήμερο οι Ιταλοί
κινήθηκαν, μαζί με αυτοκίνητα βραδυπορούντα,
έξω της Γραβιάς. Αυτή τη φορά, όμως, δεν έβγαιναν για επιδρομή, αλλά
φεύγανε οριστικά από την κωμόπολη. Ίσως να υπήρχε
και παλιότερο σχέδιο εγκαταλείψεως εκείνου του συγκοινωνιακού κόμβου, ίσως
όμως και οι «δοκιμασίες» του τάγματος να επετάχυναν την εφαρμογή του
σχεδίου.
Ελληνικά
μεταλλεύματα και γερμανικά όπλα
του
Χρήστου Χατζηιωσήφ,
Καθηγητή
της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης
Στην ηπειρωτική Ελλάδα η εισαγωγή της υποχρεωτικής εργασίας πραγματοποιήθηκε
λίγους μήνες αργότερα απ' ό,τι στην Κρήτη. Αρχικά οι επιταγμένοι εργάτες
χρησιμοποιήθηκαν στα τεχνικά έργα της Βέρμαχτ, αλλά αργότερα διοχετεύτηκαν και στα ορυχεία, για να εντείνουν
την εξόρυξη σημαντικών για την πολεμική
βιομηχανία μεταλλευμάτων. Χρώμιο εξορυσσόταν στην περιοχή του Ολύμπου
και σε δυο μεγάλα ορυχεία στη Θεσσαλία, στο Τσαγκλί και στον Δομοκό, που
βρίσκονταν, όμως, στην ιταλική ζώνη κατοχής. Μολυβδαίνιο εξορυσσόταν στην
Αξιούπολη, βολφράμιο είχε εντοπισθεί στο Δενδρωτό στον Λαχανά, ενώ από τη Χαλκιδική μεταφέρονταν τα σωρευμένα από την προπολεμική
περίοδο αποθέματα πυρίτη. Ο βωξίτης προερχόταν από τις γνωστές θέσεις στη Στερεά Ελλάδα, που ανήκαν στην ιταλική ζώνη,
όπως και το σιδηρονικέλιο. Τα ορυχεία ανήκαν σε διάφορες ελληνικές
επιχειρήσεις που συνέχισαν να τα εκμεταλλεύονται
και παρέδιδαν στους Γερμανούς με βάση πολυετή συμβόλαια. Σημαντικότερες
από αυτές ήταν οι ελληνογαλλικές Μεταλλευτική Εταιρεία -σιδηρονικέλιο, Λάρυμνα- και Μεταλλευτική Ένωση -χρώμιο, Δομοκός-
και η οικογένεια Αλέξανδρου Αποστολίδη από τον Βόλο - χρώμιο, Τσαγκλί και
Ρόδιανη. Πριν από τον πόλεμο είχε επενδύσει
στον ελληνικό βωξίτη η γερμανική Hansa Leichtmetall AG, αλλά η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων βωξίτη διακόπηκε πολύ
νωρίς εξαιτίας σαμποτάζ της Αντίστασης. Η
εταιρεία Κρουπ ίδρυσε επί τούτοις για το συντονισμό των ελληνικών συμφερόντων της κατά την Κατοχή την Griechischer Bergbau AG, σε συνεργασία με τον Αριστοτέλη
Μακρή, και την Mazedonischer Bergbau AG. Τα ιταλικά συμφέροντα κηδεμόνευε η
εταιρεία Montecantini.
Σε ειρηνικές συνθήκες και σε διεθνές
επίπεδο τα ελληνικά ορυχεία δεν ήταν κατά κανόνα
ανταγωνιστικά. Τα αποθέματα τους σε μετάλλευμα ήταν σχετικά περιορισμένα, οι
εγκαταστάσεις τους ανεπαρκείς και κυρίως υπέφεραν από κακή οδική σύνδεση. Στις συνθήκες, όμως, του πολέμου,
όταν η γερμανική βιομηχανία ήταν αποκομμένη από τη διεθνή αγορά, η
ελληνική εξορυκτική βιομηχανία κάλυπτε
σημαντικό μέρος των γερμανικών αναγκών. Ιδιαίτερα για το χρώμιο που χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή ειδικών
χαλύβων, το γερμανικό υπουργείο Εθνικής Οικονομίας έκρινε ότι «ο
εφοδιασμός της γερμανικής αμυντικής βιομηχανίας με μεταλλεύματα χρωμίου από
την Ελλάδα [ήταν] αποφασιστικής σημασίας»
. Το 1943, χρονιά για την
οποία διαθέτουμε στοιχεία, το ελληνικό χρώμιο αντιπροσώπευε το 27% της κατανάλωσης αυτής της πρώτης ύλης από τη
γερμανική βιομηχανία. Η συμβολή του
ελληνικού χρωμίου ήταν κατά πάσα πιθανότητα μεγαλύτερη κατά τη διάρκεια του 1942, αφού η παραγωγή των ορυχείων
άρχισε να μειώνεται από την άνοιξη του 1943 λόγω των επιθέσεων της
Αντίστασης. Πάντως τα μεγαλύτερα ορυχεία συνέχισαν να λειτουργούν μέχρι και των
Αύγουστο του 1944 και αποχωρώντας οι γερμανικές δυνάμεις φρόντισαν να
μεταφέρουν σιδηροδρομικά, όσο μεγαλύτερα αποθέματα ελληνικών μεταλλευμάτων
μπορούσαν. Χωρίς το χρώμιο και το νικέλιο -το τελευταίο προερχόταν κατά 75% από
τη Φιλανδία- η πολεμική παραγωγή της Γερμανίας και, κατά συνέπεια, η επί μακρόν
συνέχιση του πολέμου ήταν αδύνατη. Ήταν φυσικό, λοιπόν, η διάταξη των κατοχικών στρατευμάτων να λαμβάνει υπόψη της τις
ανάγκες προστασίας των ορυχείων και των
συγκοινωνιακών οδών προς αυτά.
Οι επιθέσεις της Αντίστασης δεν διέκοπταν μόνον τη μεταφορά των μεταλλευμάτων, αλλά και απομάκρυναν τους εργάτες από τα
ορυχεία, όταν τα χωριά τους περιέρχονταν στον έλεγχο των ανταρτών. Η εξόρυξη
βωξίτη στη Φωκίδα σταμάτησε αρχές
του 1943, γιατί, ενώ οι οδικές αρτηρίες κρατούνταν, αν και με δυσκολία,
ανοικτές, τα χωριά από τα οποία στρατολογούνταν οι εργάτες ήταν εκτός ελέγχου
των ιταλικών δυνάμεων. Πρόσθετη δυσκολία για το βωξίτη ήταν ο μεγάλος όγκος του μεταλλεύματος, που καθιστούσε
οικονομικότερη τη θαλάσσια μεταφορά
του από την Ελλάδα προς Τεργέστη, ο έλεγχος, όμως, της Μεσογείου από το αγγλικό
ναυτικό την καθιστούσε εξαιρετικά επικίνδυνη.
Στα μεταλλεία χρωμίου της Μακεδονίας
οι Γερμανοί, για να αντιμετωπίσουν τη φυγή των εργατών, προσπάθησαν το
καλοκαίρι του 1942 να τους αντικαταστήσουν
με την καταναγκαστική εργασία Ελλήνων Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Συνολικά
5.000 Εβραίοι χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή δρόμων και την εξόρυξη μεταλλευμάτων, με υψηλό κόστος σε ζωές,
μέχρι τον Οκτώβριο του 1942, όταν η εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης
εξαγόρασε την απαλλαγή της καταβάλλοντος
10.000 χρυσές λίρες, το πρώτο ποσό που επρόκειτο να ριφθεί στο χρηματιστήριο
της Αθήνας για τη σταθεροποίηση τα τιμής της λίρας. Αναζητώντας μια διέξοδο από τη στενότητα εργατικού
προσωπικού, ο μεταλλειολόγος Ζομερλάτε
της Wolframerz Gesellschalf, θυγατρικής
της Κρουπ, πρότεινε τη χρησιμοποίηση Ρώσων αιχμαλώτων και
Ρώσων εργατών υποκείμενων σε καταναγκαστική εργασία, με επιχείρημα
ότι «με αυτό τον τρόπο η παραγωγή για τα γερμανικά συμφέροντα θα γινόταν
σημαντικά φθηνότερη και θα αποκτούσε μία πολύ σταθερότερη απόδοση». Ενδεχομένως
να χρησιμοποιήθηκαν πράγματι Ρώσοι αιχμάλωτοι σε στρατιωτικά έργα στη Δυτική
Κρήτη, ενώ είναι εξακριβωμένη η
χρησιμοποίηση από την οργάνωση Τοντ σε σιδηροδρομικά έργα στη Βόρεια Ελλάδα κάποιων εκατοντάδων εργατών από την
Κροατία.
Μετά την εξάντληση αυτών των εμβαλωματικών λύσεων, οι
αρχές κατοχής στη Θεσσαλονίκη επέκτειναν τελικά την υποχρέωση εργασίας και σε
άλλες ηλικίες του βορειοελλαδικού
πληθυσμού. Και οι νέοι όμως επίτακτοι εργάτες εγκατέλειπαν με την πρώτη
ευκαιρία τις θέσεις τους, ενώ αυτοί που παρέμεναν δεν διέθεταν πείρα σε μεταλλευτικές εργασίες και γι' αυτό το λόγο είχαν
πολύ χαμηλή απόδοση. Μετά την αποτυχία των διοικητικών μέτρων, οι
Γερμανοί δοκίμασαν ξανά μεθόδους πιο κοντά στο πνεύμα της ελεύθερης αγοράς,
εισάγοντας αυξήσεις στα ημερομίσθια και τη
μερική πληρωμή σε τρόφιμα και είδη ενδυμασίας. Η στροφή αυτή επέτρεψε
μια ελαφρά βελτίωση της κατάστασης ακριβώς τις παραμονές της εξαπόλυσης της συστηματικής επίθεσης της Αντίστασης κατά
των ορυχείων. Στα τέλη της άνοιξης του 1943 τα περισσότερα ορυχεία της
Βόρειας Ελλάδας είχαν τεθεί εκτός λειτουργίας. Οι εργασίες εξόρυξης είχαν συγκεντρωθεί σε λίγα μεταλλεία, που ήταν εύκολο να
διαφεντευτούν από τους Γερμανούς. Αλλά και αναφορικά με αυτά οι εκθέσεις
μιλούσαν για «έλλειψη διάθεσης προς εργασία» εξαιτίας του «γενικού
ερεθισμού», με άλλα λόγια εξαιτίας της εξάπλωσης
της Αντίστασης. Οι Γερμανοί βρίσκονταν λοιπόν όλο και συχνότερα στην ανάγκη να
καταφεύγουν σε ό,τι αποκαλούσαν «δραστικά μέτρα».
Τον Ιούλιο του 1943 καταργήθηκε η
ελληνική διοίκηση στη γερμανική ζώνη κατοχής της Μακεδονίας, και το
σύνολο της ελληνικής επαρχίας κηρύχθηκε γερμανική διοικητική περιφέρεια. Για
την αντιμετώπιση του προβλήματος της
έλλειψης εργατικής δύναμης τοποθετήθηκε ένας αρμόδιος για εργατικά θέματα σε
κάθε κομαντατούρ. Παρ' όλ' αυτά, η κατάσταση επιδεινώθηκε περισσότερο με αποτέλεσμα στις αρχές του 1944 να προσφύγουν
οι αρχές κατοχής στη Μακεδονία στο μέτρο «να μαζεύουν τους ανέργους και να
τους εγκλείουν σε στρατόπεδα
εργασίας». Με τον τρόπο αυτό η
αντίδραση βία-αντίσταση-βία οδηγήθηκε σε μεγαλύτερη έξαρση, αφού οι εργάτες που
πιάνονταν στα μπλόκα στις φτωχογειτονιές
της Θεσσαλονίκης μόνο με τη βία ήταν δυνατόν να κρατηθούν στα ορυχεία.
Για να ανεβεί η παραγωγικότητα,
τοποθετήθηκαν στα ορυχεία αποσπάσματα του μηχανοκίνητου
τεχνικού τάγματος Technishces
Bataillon.
Στα τέλη της
Κατοχής οι αξιωματικοί της αμυντικής οικονομίας αναγκάσθηκε να παραδεχθούν ότι «δεν
ήταν δυνατόν να καλυφθεί από τον ντόπιο πληθυσμό μία αύξηση
της εργατικής δύναμης» και να ζητήσουν Ιταλούς αιχμάλωτους,
ιδιαίτερα λατόμους και εργάτες χωματουργικών εργασιών. Το Μάρτιο του 1944 εργάζονταν στα ορυχεία χρωμίου 1.165 Έλληνες, 265
άνδρες του ΤΒ26 και 91 Ιταλοί αιχμάλωτοι. Οι αριθμοί αυτοί πρέπει να
συγκριθούν με τους περίπου 2.5λ Έλληνες εργάτες που εργάζονταν στα ορυχεία
χρωμίου το 1942, πριν εξαπλωθεί το
αντάρτικο. Η Αντίσταση κατόρθωσε λοιπόν να απορυθμίσει τη λειτουργία των ορυχείων,
παρόλο που οι αντάρτες δεν είχαν κατά κανόνα συνειδητοποιήσει «την τεράστια σπουδαιότητα της
εξόρυξης του χρωμίου και του μυβδαινίου για τη γερμανική αμυντική βιομηχανία». Η
άγνοια αυτή έχει περάσει και στη σύγχρονη ιστοριογραφία
για την περίοδο, που αποδίδει μεγαλύτερη σημασία σε διάφορε αψιμαχίες
απ' ότι στη μάχη για τα ορυχεία.
Ανατίναξη
μεταλλείων βωξίτη στη Βάργιανη
του Αντρέα Κέδρου
Βιομηχανικά
σαμποτάζ, αλλά χωρίς καταστροφή εργοστασίων
Με το ενδιάμεσο του
Νατ Μπάρκερ, που έστειλε στις 11 του Γενάρη, σαν αντιπρόσωπο του στον Βελουχιώτη, ο Μάγιερς σπεύδει να κάνει γνωστές στον
ΕΛΑΣ τις υποδείξεις του Στρατηγείου Μέσης
Ανατολής. Ο ΕΛΑΣ τις παίρνει, με ειλικρίνεια,
υπόψη του. Η επιχείρηση εναντίον των ορυχείων χρωμίου του Αγίου Δημητρίου
δεν είναι παρά η απαρχή μιας σειράς συστηματικών καταστροφών ορυχείων μεταλλευμάτων. Μια γερμανική πηγή μας
επιβεβαιώνει σε ποιο σημείο είχαν φτάσει
να πραγματοποιήσουν οι Έλληνες αντάρτες τον αντικειμενικό σκοπό που
τους καθόριζαν οι στρατιωτικές αρχές του Καΐρου.
Το Tagesbuch des Oberkommandos der Wermacht σημειώνει,
ανάμεσα σ’ άλλα στις 8 του Απρίλη 1943:
«Τα ορυχεία και αποθήκες βωξίτη κοντά στη Βάργιανη (Γραβιά)
καταστράφηκαν ολοκληρωτικά από συμμορίες. Η δυσμενής κατάσταση που επικρατεί
καθιστά αδύνατη την προστασία σ' αυτή την περιοχή. Η επισκευή των εγκαταστάσεων
δεν θα μπορέσει να πραγματοποιηθεί παρά με στρατιωτική προστασία και θ'
απαιτήσει, το λιγότερο, τρεις μήνες. Μ' αυτό τον τρόπο τα ορυχεία βωξίτη στην
κεντρική Ελλάδα είναι στο εξής αχρησιμοποίητα, μ' εξαίρεση ορισμένα ορυχεία με πολύ μικρή απόδοση στην περιοχή
της Ελευσίνας».
Αρκετά
σπάνιος στην Ευρώπη, ο βωξίτης είναι το μετάλλευμα που αποτελεί τη βάση για την κατασκευή του αλουμινίου.
Καταλαβαίνουμε την οργή των Γερμανών μπροστά στην καταστροφή ορυχείων που
παρήγαν μια τόσο σπουδαία από στρατηγική πλευρά πρώτη ύλη.
Πηγή: «Η Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης στη γούρνα μας –
Παρανασσός – Καλλίδρομο – Οίτη - Γκιώνα», Πολιτιστικός Σύλλογος Σκαμνού
Φθιώτιδας
Επιμέλεια-Ανάρηση: Τάκης Ευθυμίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου