TREILER

Το παρόν Ιστολόγιο έχει σκοπό να περισώσει & να προβάλλει τη ρουμελιώτικη ιστοριολαογραφία -

Τετάρτη 31 Ιανουαρίου 2024

"Ιστορικά γεγονότα & υπερατλαντική μετανάστευση" του Παρικλή Κ. Φύκα

 

«Ο ΤΥΜΦΡΗΣΤΟΣ ΠΟΥ ΑΓΑΠΗΣΑΜΕ»

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΥΠΕΡΑΤΛΑΝΤΙΚΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ

[Του Περικλή Κ. Φύκα]

Σκηνικό μετανάστευσης Ελλήνων με πλοίο  στη Νέα Υόρκη (1910)

Μία ακόμη ιστορική πτυχή του χωριού μας κατά τον προηγούμενο αιώνα, ανέσυρε και κατέγραψε ο φιλίστωρ Αριστομένης Δημοσθένους Φίκας, κάτοικος Θεσσαλονίκης, μέσα από γραπτά ντοκουμέντα, τα οποία και μας απέστειλε, και έθεσε στην διάθεσή μας, και που έχουνε σχέση με την υπέρ-Ατλαντική μετανάστευση, που τόσο έντονα βίωσε ο τόπος μας, στις αρχές του 20ού αιώνα, για συγκεκριμένους κοινωνικο-οικονομικούς λόγους, που αναφέρονται σε κατοίκους του χωριού μας, του χωριού, δηλαδή, ΠΕΡΑ-ΚΑΨΙ και σημερινού ΤΥΜΦΡΗΣΤΟΥ, αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο, τα οποία και παρουσιάζουμε σήμερα, εμπλουτισμένα, βιογραφημένα και σχολιασμένα δεόντως.

            Η Μετανάστευση, για τους Έλληνες, αποτελεί ένα συχνό φαινόμενο, από τα χρόνια της Αρχαιότητας, ακόμα, μέχρι και την σύγχρονη Νεοελληνική Ιστορία, επαναλαμβανόμενο, συστηματικό και διαχρονικό.

            Στις αρχές του 20ού αιώνα, όμως, βρισκόμαστε μπροστά σ' ένα καινούργιο φαινόμενο, που σπάει το φράγμα των μέχρι τότε, γνωστών, μεταναστευτικών δρόμων, ανακαλύπτοντας τις πέραν του Ατλαντικού, Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής και τον σύγχρονο παράδεισο που υπόσχονταν και επαγγέλλονταν.

            Το έτος 1907 εγκαινιάζεται, για πρώτη φορά, η δρομολόγηση Ελληνικού υπερωκεάνιου πλοίου, στη γραμμή Ελλάδος - Νέας Υόρκης.

            Εβδομήντα χρόνια κράτησε αυτό το πήγαινε-έλα, με τα υπερωκεάνια πλοία μέχρι το 1977, που πραγματοποιήθηκε το τελευταίο υπερπόντιο ταξίδι.

            Όλες αυτές τις δεκαετίες καραβιές ολόκληρες από φτωχούς ανθρώπους, από νέους που βρίσκονταν στο άνθος της ηλικίας τους, από μεσήλικες, από ηλικιωμένους, ακόμα μικρά παιδιά και γυναίκες, άφηναν τη δύστυχη πατρίδα μας, για μια καλύτερη τύχη.

            Το υπερπόντιο αυτό ταξίδι, που, σε μερικές περιπτώσεις, κράταγε σαράντα μέρες, αποτελούσε μια σύγχρονη Οδύσσεια. Από την εξασφάλιση της πολυπόθητης άδειας Μετανάστευσης, το ίδιο το ταξίδι, αλλά και η προσπάθεια εγκατάστασης στην νέα υπερπόντια πατρίδα, οι δυσκολίες, τα εμπόδια, η απογοήτευση, ο υποχρεωτικός επαναπατρισμός, σε κάποιες περιπτώσεις, ως η μοναδική λύση, είναι περιπτώσεις και ατομικές καταστάσεις, που εμπεριείχαν πόνο και απαντοχή μαζί, απόγνωση και ελπίδα ταυτόχρονα.

            Αλλά και η υποδοχή που τους γινόταν από την Αμερικανική Υπηρεσία Αλλοδαπών και Δημόσιας Υγείας, κατά την άφιξή τους, δεν ήταν ότι το καλύτερο, έπειτα μάλιστα από ένα τέτοιο πολυήμερο ταξίδι. Μετά τον πρώτο σταθμό αποβίβασης, στις εκβολές του ποταμού Hudson της Νέας Υόρκης, το φοβερό «Καστιγκάρι», όπως αποκαλούσαν οι Έλληνες το «Castle Garder», ακολουθούσε η υποχρεωτική «Καραντίνα», ο Δημόσιος Υγειονομικός Σταθμός Ελέγχου. Αργότερα δημιουργήθηκε σταθμός αποβίβασης στην είσοδο της Νέας Υόρκης, στο Έλις Άϊλαντ, το φοβερό Νησί των Δακρύων, σημείο παγκόσμια γνωστό, και χώρος αποβίβασης εκατομμυρίων μεταναστών.

            Οι λόγοι της μεγάλης αυτής εξόδου από τη Χώρα μας, στη δεδομένη Ιστορική στιγμή ήταν συγκεκριμένοι, αναγνωρίσιμοι και ιστορικά τεκμηριωμένοι, Κύρια αιτία υπήρξε η οικονομικοκοινωνική κατάσταση του Αγροτικού κόσμου και γενικά της υπαίθρου Χώρας.

            Αλλά και η παρακμή του εμπορίου και η αποβιομηχάνιση της χώρας, που δημιουργούσαν απόγνωση και αναδουλειά στο εργατικό δυναμικό των Αστικών κέντρων, ήταν μια δεύτερη, κύρια αιτία, που τροφοδοτούσε τις καραβιές των Μεταναστών.

            Από το Κάψι στη Νέα Υόρκη το 1910

            Στα χρόνια της πρώτης και δεύτερης δεκαετίας του 20ού αιώνα (1900-1920) τουλάχιστον είκοσι συγχωριανοί μας, μετανάστευσαν στις Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

            Κάποιοι από αυτούς ουδέποτε επανήλθαν, εγκαταστάθηκαν μόνιμα εκεί δημιούργησαν οικογένειες και αρκετοί πρόκοψαν. Για κάποιους από αυτούς, η οικογένειά τους δεν έμαθε ποτέ τίποτα, απωλέσθησαν και εξηφανίσθησαν παντελώς. Οι περισσότεροι επέστρεψαν, έπειτα από βραχύβιο παραμονή εκεί, για ποικίλους και διαφορετικούς λόγους. Οι περισσότεροι επέστρεψαν στο μεσοδιάστημα του πρώτου και δεύτερου Βαλκανικού Πολέμου (1912-1914), υπακούοντας στο κάλεσμα της Μητέρας Πατρίδας και τις προτροπές των εκεί Ομογενειακών Οργανώσεων. Κάποιοι επέστρεψαν αφού παρέμειναν εκεί μία και δύο δεκαετίες, προκομμένοι και καταξιωμένοι.

            Ποιός δεν θυμάται, ακόμα και σήμερα, τον συμπαθέστατο Κωνσταντίνο Νικολάου Μπλατσούκα, στην δεκαετία του 1960, όταν τους θερινούς μήνες διέτριβε στην Τυμφρηστό και ετελεύτησε στην πόλη της Λαμίας, σε προχωρημένη ηλικία, τιμώμενος από όλους.

            Παρουσιάζουμε εδώ, σήμερα, την περίπτωση πέντε συγχωριανών μας και προγόνων μας που συνταξίδεψαν με το πλοίο «ΑΘΗΝΑΙ» για τη Νέα Υόρκη και έφτασαν εκεί την 31η Μαΐου του 1910, ακολουθώντας στη συνέχεια διαφορετικές πορείες1.


1. ΠΗΓΗ: Αριστομένης Δημοσθένους Φίκας.

ΚΟΥΤΣΟΥΝΙΚΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ, 39 ετών.

          Κατά τον χρόνο της μετάβασής του, στις Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής, είχε ήδη δημιουργήσει οικογένεια.

ΠΑΝΕΤΣΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ, 22 ετών.

ΠΑΠΑΡΟΥΠΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, 25 ετών.

          Ο Γεώργιος Παπαρούπας, που έφερε το παρωνύμιο Μπαλέρης, πήρε μέρος στον Μακεδονικό Αγώνα, όπου συνυπηρέτησε με τον Περικλή Γ. Φύκα, με τον οποίον στην συνέχεια, μετανάστευσε και συνταξίδεψε για την Νέα Υόρκη, τον Μάιο του 1910. Επέστρεψε στην Ελλάδα μετά το τέλος και του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου και στις αρχές της δεκαετίας του 1950 εγκαταστάθηκε στην Σπερχειάδα, όπου εδημιούργησε οικογένεια και άφησε απογόνους.

ΤΣΙΓΚΡΕΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ, 18 ετών.

ΦΥΚΑΣ ΠΕΡΙΚΛΗΣ, 24 ετών.

          Ο Περικλής Γ. Φύκας, γόνος πολυμελούς φτωχής οικογένειας, γεννήθηκε στο ΠΕΡΑ ΚΑΨΙ (Τυμφρηστός) το έτος 1880 και φέρεται στο Μητρώο Αρένων της Κοινότητας Τυμφρηστού ως γεννηθείς το έτος 1882. Εδώ η ηλικία είναι πλασματική.

Πήρε μέρος στον Μακεδονικό Αγώνα σ’ όλη την διάρκειά του (1904-1908), και υπηρέτησε, αρχικά, στην Λίμνη των Γιαννιτσών, υπό τις διαταγές του Καπετάν Άγρα, και στην συνέχεια, μετά την άνανδρη δολοφονία του, υπό τις διαταγές του Καπετάν Κόρακα (Βασίλειος Σταυρόπουλος από την Δωρίδα - πατρίδα του Αθανασίου Διάκου). Αλλά και στην περιοχή της Γέρμας του Νομού Καστοριάς της Δυτικής Μακεδονίας, όπου συνυπηρέτησε με τον ομοχώριό του Γεώργιο Παπαρούπα, με τον οποίο, μετέπειτα μετανάστευσε και συνταξίδεψε για την Νέα Υόρκη, τον Μάιο του 1910.

Επέστρεψε στην Ελλάδα για να πάρει μέρος στον δεύτερο Βαλκανικό πόλεμο και ακόλουθα, το έτος 1914, επιχείρησε να αναχωρήσει και πάλι για τις Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής, χωρίς άδεια Μετανάστευσης αυτή τη φορά και λαθραίος, γιατί στο μεταξύ είχαν μπει φραγμοί στην Μετανάστευση. Ανακαλύφθηκε, όμως, στο Παλέρμο της Ιταλίας και αναγκάσθηκε να επιστρέψει οριστικά.

            Το κεφάλαιο της μετανάστευσης, στις δεκαετίες που εξετάζουμε, είναι πολύ μεγάλο, αφού μόλις τώρα άνοιξε. Ας ελπίσουμε πως θα υπάρξει ανταπόκριση και ενδιαφέρον και πως θα συμπληρωθεί και θα εμπλουτισθεί δεόντως.

            Με βάση αυτά τα στοιχεία παρουσιάζουμε ένα κατάλογο ατελή μεν που δεν είναι όμως οριστικός.

             Παπαρούπας Αθανάσιος του Φωτίου (1896 - 1979)

            Γιος χανιτζή, απόφοιτος του Ελληνικού Σχολείου Καρπενησίου, νεαρότατος ανεχώρησε για τη Νέα Υόρκη. Παρέμεινε εκεί συνεχόμενα 50 χρόνια (1914 - 1964), οπότε και επέστρεψε προσωρινά και για δύο μήνες, με μοναδικό σκοπό να δει τα αδέλφια του, αλλά και να γνωρίσει εκείνα που στο μεταξύ είχαν γεννηθεί, αφού ήταν γόνος πολυμελούς οικογένειας. Εργάστηκε όλα αυτά τα χρόνια και συνεχόμενα στο μεγάλο ξενοδοχείο της Νέας Υόρκης “ΠΛΑΖΑ”, όπου εξάντλησε την ιεραρχία και ανεδείχθη σε στέλεχος πρώτης γραμμής. Μετά την συνταξιοδότησή του και αφού τα οικονομικά του το επέτρεπαν, εγκαταστάθηκε σε παραθαλάσσιο εξοχικό θέρετρο της Νέας Υόρκης το ΧΑΜΤΟΝ ΜΠΕΫΣ, σε αγρόκτημα πέντε στρεμμάτων, όπου και ετελεύτησε. Στας δυσμάς του βίου του ενίσχυσε πολύ τα αδέλφια του οικονομικά, τους οποίους και κατέστησε καθολικούς κληρονόμους του. Αλλά και στον Ι. Ν. Αγίου Αθανασίου Τυμφρηστού άφησε 500 Δολάρια Η.Π.Α.

            Μπλατσούκας Κωνσταντίνος του Νικολάου (1887 - 1980)

            Είναι γνωστός σε μας τους νεότερους (για να τον ξεχωρίζουμε, ως ο πατέρας της Πηνελόπης) και είναι από εκείνους που πρόκοψαν στην Αμερική. Επέστρεψε στην Ελλάδα αμέσως μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και επένδυσε στην πόλη της Λαμίας σε ακίνητα, όπου και εγκαταστάθηκε. Τους θερινούς μήνες διέτριβε στον Τυμφρηστό, συμπαθούμενος και τιμώμενος από όλους. Αλλά και στην πόλη της Λαμίας υπήρξε αναγνωρίσιμος, όπου και απεβίωσε σε προχωρημένη ηλικία.

            Ευθυμίου Παναγιώτης του Ιωάννου ή Θυμιοπάνος

            Επέστρεψε στις αρχές της δεκαετίας του 1930, φορτωμένος με πολλά χρήματα, τα οποία και επένδυσε στην πόλη του Βόλου και στο Πήλιο, όπου και εδημιούργησε οικογένεια. Τους θερινούς μήνες διέτριβε στον Τυμφρηστό.

            Ευθυμίου Ιωάννης του Κωνσταντίνου ή Θυμιοκωστογιάννος (1887 - 1977)

            Μετά από βραχύβιο παραμονή εκεί, επέστρεψε. Διακρινόταν πάντα για το ευπροσήγορο του χαρακτήρος και υπήρξε εντιμότατος και συμπαθέστατος.

            Πρασσάς Γρηγόριος του Ιωάννη (1885 - 1941)

            Μετά από βραχύβιο παραμονή εκεί επέστρεψε. Απεβίωσε νέος.

            Πρασσάς Ιωάννης του Δημητρίου (Μήτρος)

            Γεννήθηκε στον Τυμφρηστό το 1896, εδημιούργησε οικογένεια εκεί και ουδέποτε επανήλθε.

             Μηλιωρίτσας Αθανάσιος του Αλέξανδρου (1891 - 1965)

            Μετά από είκοσι συνεχόμενα έτη παραμονής στις Η.Π.Α., επέστρεψε στα 1930 φέρνοντας μαζί του πολλά χρήματα. Ακολουθώντας τα χνάρια των μεγάλων Ευεργετών, διαθέτει τριακόσιες χιλιάδες δραχμές για την κατασκευή τριώροφου πέτρινου καμπαναριού και περιτοιχισμό και πλακόστρωση του αύλειου χώρου της εκκλησίας του Αγίου Αθανασίου. Μία δωρεά που δεν έχει προηγούμενο. Δυστυχώς τα χρήματά του, εφτακόσιες χιλιάδες δραχμές, τα είχε κατατεθειμένα στην Τράπεζα Καρπενησίου, και με τη λήξη του πολέμου έλαβε μεν το ποσό που είχε καταθέσει, σε πληθωριστικές δραχμές όμως. Μία τραγωδία… Αυτό το σοκ ο μπάρμπα-Θανάσης και η οικογένειά του ουδέποτε το ξεπέρασαν. Ζήσανε έκτοτε με τις αναμνήσεις των δημιουργικών εκείνων προπολεμικών ημερών, αλλά και με αξιοπρέπεια, που πάντα τους συντρόφευε.

            Μπλατσούκας Σωτήριος του Ανδρέα

            Μετά από δύο ταξίδια στην Αμερική επέστρεψε οριστικά και ίδρυσε στον Τυμφρηστό πολυκατάστημα. Δύο παιδιά του, ο Ζήσης και ο Κώστας, συνέχισαν την παράδοση και ίδρυσαν ανάλογα δικά τους καταστήματα μέχρι και τις μεταπολεμικές δεκαετίες. Οι απόγονοι του Ζήση το λειτουργούνε ακόμα και σήμερα.

            Φύκας Κώστας του Σπύρου

            Αδελφός του Δημητρίου Φύκα (Φ’κομήτσιος), του Σωτήρη και του Παναγιώτη Φύκα (Φ’κοπάνος). Ουδέποτε επανήλθε στο Τυμφρηστό. Άφησε όμως καλή ανάμνηση στα αδέλφια του, αφού ουδέποτε τους ξέχασε. Αλλά και στους χωριανούς του, που οσάκις το χωριό ζητούσε βοήθεια για κοινωφελή σκοπό, ανταποκρινόταν πάντα.

            Φύκας Παναγιώτης του Σπύρου

            Αδελφός του προηγουμένου. Μετά από βραχύβια παραμονή στις Η.Π.Α. επανήλθε στον Τυμφρηστό, όπου εδημιούργησε πολύτεκνη δεκαμελή οικογένεια.

            Φύκας Γεώργιος του Κωνσταντίνου

            Πατέρας του Αλέκου Φύκα (Ζαβακιά). Επέστρεψε και αυτός πολύ γρήγορα. Εξάδελφος των προηγουμένων.

            Κωστορρίζος Παντελής του Δημητρίου

            Έφυγε για την Αμερική το 1912. Επέστρεψε, κι αυτός, πολύ γρήγορα.

            Μπλατσούκας Κώστας του Ανδρέα (Ματζίκης)

            Έφυγε στα 1910 αλλά επέστρεψε κι αυτός.

            Αντώνιος Αλεξάνδρου (Αλεξάκη) Φύκας

            Εκτιμούμε ότι είναι ο τελευταίος που ανεχώρησε για τις Η.Π.Α., στα χρόνια του Μεσοπολέμου και περί το 1930. Εδημιούργησε δικιά του επιχείρηση εκεί και οικογένεια από μικτό γάμο. Πέθανε νέος και περί το 1950, από καρδιακό νόσημα. Διατηρούσε αλληλογραφία με την αδελφή του Καλλίτσα και τον θείο του Περικλή Γ. Φύκα.

            · Αφοί Βασίλειος και Γεώργιος Νικολάου Κουτσονίκα

            Ανεχώρησαν μεμονωμένα και μεταξύ των ετών 1910-1915, όπου και εδημιούργησαν οικονομική υποδομή. Ο Βασίλειος ουδέποτε επανήλθε, έκανε οικογένεια εκεί. Ο Γεώργιος επέστρεψε και επένδυσε στην καρδιά της Αθήνας, το μεγάλο ακίνητο, Ξενοδοχείον και Ζυθεστιατόριο «Η ΕΛΛΑΣ», γωνία Ομονοίας & Γ’ Σεπτεμβρίου. Τον φάγανε στα Δεκεμβριανά της Αθήνας , το 1944, δι’ ασήμαντον αφορμήν.

            Παπαρούπας Κώστας του Γρηγορίου

Επανήλθε κάποια στιγμή και επένδυσε σε ακίνητο στην πόλη της Λαμίας.

            Χριστόπουλος Ιωάννης του Παναγιώτη (1887 - 1960)

            Ο Ιωάννης Π. Χριστόπουλος (Κουτρούμπας) γεννήθηκε στον Τυμφρηστό και επέλεξε ως συνοδοιπόρο της ζωής του τη Βασιλική Κόντου με την οποία απέκτησε επτά παιδιά, 4 αγόρια και 3 κορίτσια με την ακόλουθη σειρά: Κωνσταντίνα γεννηθείσα το 1918, Ευάγγελος γεννηθείς το 1923, Παναγιώτης γεννηθείς το 1924, Αναστάσιος γεννηθείς το 1925, Δημήτριος γεννηθείς το 1929, Αικατερίνη γεννηθείσα το 1933 και Ελένη γεννηθείσα το 1937.

Το 1918, ως ανήσυχο πνεύμα και με συναίσθηση ευθύνης για την οικογένεια που έμελλε να δημιουργήσει, αποφάσισε να αναζητήσει την τύχη του στις Η.Π.Α., όπου και μετανάστευσε. Το ξεκίνημα στη φιλοξενούσα χώρα δεν ήταν εύκολο. Απαιτούσε κόπο, πείσμα και πίστη για το “αύριο”…

Εργάστηκε πολύ σκληρά στην αρχή, με πρώτη δουλειά στην κατασκευή σιδηροδρομικών γραμμών, σπάζοντας πέτρες, για να συνεχίσει στην εστίαση ως λαντζέρης, σερβιτόρος και μάγειρας…

Αποτέλεσμα των εντατικών και μεγάλων προσπαθειών του υπήρξαν δύο καταστήματα εστίασης στη Νέα Υόρκη, με άκρως επιτυχή πορεία και αξίζει να σημειωθεί ότι αυτά τα εστιατόρια αποτέλεσαν το πρώτο καταφύγιο των νέων Ελλήνων μεταναστών που εφιλοξενούντο μόλις έφθαναν στη Νέα Υόρκη. Για τη συμπεριφορά του αυτή προς τους συμπατριώτες του Έλληνες, ο Ιωάννης Χριστόπουλος τιμήθηκε με ειδική Πλάκα στο Άγαλμα της Ελευθερίας ως “ΕΥΕΡΓΕΤΗΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ”.

Το 1923 με έντονα συναισθήματα νοσταλγίας αποφασίζει να επιστρέψει στην Πατρίδα, αφήνοντας με δωρεάν παραχώρηση τα δύο καταστήματά του στον αδελφό του Δημήτριο που κατοικούσε στη Νέα Υόρκη.

Με την επιστροφή του στον Τυμφρηστό ανοίγει καφενείο της εποχής και περί το 1933 ανεγείρει νεόδμητη διώροφη οικοδομή, επί της Εθνικής οδού Λαμίας - Καρπενησίου, όπου στο ισόγειο ιδρύει, πέρα από το γνωστό Καφενείο - πολυκατάστημα, χώρο εστίασης και φιλοξενίας των διερχόμενων ταξιδιωτών, ιδιαίτερα κατά τους χειμερινούς μήνες, που η γραμμή παρέμενε κλειστή για αρκετές ημέρες, λόγω των πυκνών και παρατεταμένων χιονοπτώσεων.

Η επιτυχής πορεία του στο εμπόριο συνετέλεσε καθοριστικά στην πρόοδο των παιδιών του για την οποία ήταν όρος απαράβατος η μάθηση και η ολοκλήρωση των σπουδών τους στο Γυμνάσιο και Σχολαρχείο της εποχής.

Ο Ιωάννης Χριστόπουλος έφυγε από τη ζωή το 1960, σε ηλικία 73 ετών και ευτύχησε να δει τα παιδιά του δημιουργημένα και να χαρεί τα εγγόνια του. Εδημιούργησε δικιά του εποχή και έθεσε και αυτός την προσωπική του σφραγίδα στα κοινωνικά και οικονομικά δρώμενα του χωριού μας. Τα παιδιά του μεταπολεμικά και στην δεκαετία του 1950 δραστηριοποιήθηκαν στον χώρο των μεταφορών επιβατικών και εμπορευματικών.

            Ο κατάλογος δεν είναι οριστικός και σίγουρα υπάρχουν ελλείψεις.

Επιμέλεια-Επιλογή φωτογραφίας-Ανάρτηση: Τάκης Ευθυμίου

Δεν υπάρχουν σχόλια: