TREILER

Το παρόν Ιστολόγιο έχει σκοπό να περισώσει & να προβάλλει τη ρουμελιώτικη ιστοριολαογραφία -

Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2020

Η ληστεία της Μονής Αγάθωνος


Η ληστεία της Μονής Αγάθωνος
[Του Δ. Α. Μηνογιάννη]
Στις γραφικές βορειοδυτικές βουνοπλαγιές της υπερήφανης Οίτης και σε μια τοποθεσία πραγματικά μαγευ­τική και σε υψόμετρο εννιακόσια μέ­τρα, βρίσκεται το Μοναστήρι του Αγά­θωνα ή Αγάθυνης, όπως το λένε οι ντό­πιοι. Ο δημοσιογράφος Β. Τσιμπιδάρας, σένα παλιό του δημοσίευμα, το ονομάζει η Φανερωμένη της Ρούμε­λης απτα πολλά θαύματα που έχει κάνει η Παναγία.
Τιμάται εις το όνομα της Κοιμή­σεως της Θεοτόκου. Το Μοναστήρι έχει χτιστεί γύρω στο 1400 μ.Χ. όπως μας βεβαιώνουν οι ιστορικοί, από ένα λευΐτη μοναχό που ονομάζονταν Αγα­θών, το Μοναστήρι πήρε το όνομα του Αγάθωνα.
Θρησκευτικό ρίγος πιάνει τον προ­σκυνητή μπαίνοντας μέσα στην εκκλησία. Μέσα στην εκκλησία υπάρ­χουν τέσσερα παρεκκλήσια.
α) Του Αγίου Χαραλάμπους
β) Του Αγίου Ιωάννου του Προδρό­μου
γ) Της μεταμορφώσεως του Σωτήρος και
δ) Των Αγίων Αποστόλων.
Μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πό­λεμο, όλη η περιοχή του Μοναστηριού έχει εξωραϊσθεί απτον αείμνηστο πια δραστή­ριο και φιλοπρόοδο ηγούμενο του Μοναστηριού, Γερμανό Δημάκο.
Η θέα απτο Μοναστήρι είναι πανοραματική. Μια σπάνια γραφικότητα μαγεύει το βλέμμα του προσκυνητή σολόκληρη την πεδιάδα του Σπερ­χειού ποταμού, απτον Τυμφρηστό (Βελούχι) ως τον Μαλιακό κόλπο που τη διαρρέει ο Διιπετής Σπερχειός πο­ταμός. Ο επισκέπτης όταν φθάσει στο Μοναστήρι, χωρίς να το θέλει μεταρσιώνεται η ψυχή του απτο μεγαλείο της φύσεως.
   Κατά τη μαύρη περίοδο της Τουρ­κικής σκλαβιάς, το Μοναστήρι Αγάθω­νος έκανε το χρέος του εις το Έ­θνος. Όχι μόνον κουράγιο δύναμη ή και προστασία έδινε στους ραγιάδες, όχι μόνο η ιερά Εικόνα της Παναγίας φώτιζε τα πνευματικά σκοτάδια της εποχής, αλλά και οικονομικά βοηθού­σε τους κατατρεγμένους ραγιάδες και κλεφταρματολούς. Καθόλη τη διάρκεια της τουρκικής σκλαβιάς διατηρούσε Κρυφό Σχολειό.
Κατά την Επανάστασιν του 1821 οι 35 καλόγεροι του Μοναστηριού ξε­σηκώθηκαν, άρπαξαν τάρματα και α­κολούθησαν τους αρματολούς της Υ­πάτης Κοντογιανναίους. Έλαβαν μέ­ρος στην πολιορκία του Μεσολογγίου. Μόνον τρεις καλόγεροι επέζησαν με­τά την Επανάστασιν για να συνεχίσουν την παράδοση του Μοναστηριού.     

Η ΛΗΣΤΕΙΑ
Μάης 1921. Εποχή παρακμής της ληστοκρατίας. Ωστόσο είχαν μείνει κατάλοιπα ληστών που λυμαίνονταν τη Δυτική Φθιώτιδα. Ήταν ο Γεωργαλής Αποστόλης που ήταν ο αρχηγός απτη Νέα Γιαννιτσού της Δυτικής Φθιώ­τιδας, ο Γιάννης Μασόλας απ' το Ροβολιόρι της Δυτικής Φθιώτιδας, ο Αν­δρέας Μπαρούσης απτην Ρεντίνα Καρδίτσας και ο Ηλίας Σολόπουλος απτην Καστανιά της Υπάτης. Με αρ­χηγό τον Γεωργαλή πήραν απόφαση να ληστέψουν το Μοναστήρι, για οδη­γό τους είχαν τον Ηλία Σολόπουλο, τη νύχτα της 10ης Μαΐου 1921, άγνωστο πώς είχαν κατορθώσει να μπουν μέστη μάνδρα του Μοναστηριού, διότι η σιδηρόπορτα έκλεινε πολύ νωρίς.
Ο υπηρέτης του Μοναστηριού, μό­λις κατάλαβε τους ληστές κρυφά ανέ­βηκε στο ψηλότερο σημείο του κωδωνοστασίου. Οι λησταί ανέβηκαν στα επάνω κελιά των καλογήρων και πήγαν κατευθείαν και χτύπησαν την πόρτα στο κελί που έμεινε ο ιερομόναχος Ιερεμίας, διότι αυτός κράταγε τα κλειδιά της Εκκλησίας και του χρημα­τοκιβωτίου. Ο Ιερεμίας κρατώντας έ­να λαδοφάναρο αναμμένο, άνοιξε την πόρτα του κελιού και ξαφνικά βλέπει τους ληστές. Οι ληστές του ζήτησαν να τους παραδώσει τα κλειδιά, χωρίς καμιά αντίρρηση.
Ο Ιερεμίας έβγαλε τα κλειδιά και τα παρέδωσε. Την στιγμή εκείνη γνώρισε τον Ηλία Σολόπουλο και του είπε: «Και συ Ηλία εδώ»;
  Οι λησταί τον κατέσφαξαν. Δεν τον πυροβόλησαν για να μην ακουστεί ο κρότος και μετά λεηλάτησαν το Μο­ναστήρι από αφιερώματα και χρήματα. Όλα αυτά τα παρακολουθούσε ο Μή­τσος Αδάμος, που όπως είπαμε, είχε κρυφτεί στο πιο ψηλότερο μέρος του κωδωνοστασίου.
Η μοναχή Βασιλική Κρανιά που κατά­γονταν απτην Υπάτη, μας διηγού­νταν ότι τις νύχτες πολλές φορές έ­βλεπε κάτω απτο κελί του Ιερεμία ένα χέρι να κρατάει ένα αναμμένο φανάρι. Λέγανε πως το βλέπανε κι άλ­λοι μοναχοί.
Η Θεία πρόνοια όμως, δεν άφησε ατιμώρητους τους ληστές. Την άλλη χρονιά 1922, οι ληστές αυτοί είχαν οργανώσει μια μεγάλη ληστεία που θα γινόταν στη Θεσσαλία. Ο λήσταρχος Γεωργαλής αρρώστησε ξαφνικά και δεν πήγε στη Θεσσαλία στο λημέρι που βρισκόταν στην Μπίρλια μεταξύ Υπάτης και Σπερχειάδος, κράτησε τον έμπιστόν του Ηλίαν Σολόπουλον.
Τα μεσάωυχτα λέει στον Σολόπουλο: «Ηλία, πήγαινε στην Υπάτη να φέ­ρεις τον γιατρό Γιωτόπουλο να με ε­ξετάσει». Ο Γεωργαλής ήταν ξαπλωμέ­νος μπρούμυτα με θώρακα στην πλά­τη. Ήταν συνήθεια των ληστών να κοιμούνται μπρούμυτα για δυο λό­γους: Πρώτον το περίστροφο των το έβαζαν κάτω απτο μαξιλάρι για να το έχουν πρόχειρο σε περίπτωση αιφνι­διασμού και δεύτερον, όταν κοιμάται κανείς μπρούμυτα, ακούει και τον πιο παραμικρό θόρυβο.
Ο Σολόπουλος, μόλις ανέβηκε κα­βάλα στάλογο, σημαδεύει μέστο σκοτάδι και πυροβολεί τον Γεωργαλή. Η σφαίρα τον βρήκε στο κεφάλι. Αμέ­σως ο Σολόπουλος κατεβαίνει απ’ το άλογο, κόβει το κεφάλι του Γεωργαλή, το βάζει σένα σακκούλι και κατευ­θείαν έφιππος τρέχει στην Αστυνομία της Υπάτης να παραδώσει το κεφάλι του αρχηγού του, για να πάρει αμνηστεία και αμοιβή.
Το Γεωργαλή τον έθαψαν έξω απτο νεκροταφείο Λαμίας, την Ξηριώτισσα. Κατά την ώραν της ταφής, ο νεκροθάφτης βρήκε μέσα στις κάλ­τσες του 4.000 δρχ. Τις παρέδωσε στην διοικητή Χωροφυλακής Λαμίας.
Όταν ο Μπαρούσης έμαθε την δο­λοφονία του Γεωργαλή, έστειλε γράμμα στον Σολόπουλο που του έ­γραφε: «Σολόπουλε όπου βρεις τρύπα από σκατό να πας να τρυπώσεις, θα σε σκοτώσω όπου κι αν πας». Η φοβέρα του Μπαρούση δεν πραγματοποιήθη­κε. Την ίδια χρονιά τον Μπαρούση τον σκότωσαν στις Μεξιάτες μέσα σένα σπίτι.
Ο   Σολόπουλος   εγκαταστάθηκε στην Υπάτη.

Πηγή: «ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΣ», τ. 12, Μάρτιος-Απρίλιος 1991
Επιμέλεια-Ανάρτηση: Τάκης Ευθυμίου


Δεν υπάρχουν σχόλια: