ΜΝΗΜΕΣ - ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΟΥ ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ
Ευάγγελος Στυλ. Υφαντής
Τέως δ/ντης Πολιτικής Προστασίας
Για τον θείο μου Ευάγγελο Στυλιανού Υφαντή και το βιβλίο του
Τον αγαπημένο ΜεγαλοΚαψιώτη θείο - αδελφό μου Βαγγέλη Υφαντή, 94 χρόνων +, τον μεγαλύτερο σήμερα από τους εναπομείναντες μαζί και δυο ΜεγαλοΚαψιώτισσες χωριανές, συχνά προσπάθησα τα τελευταία χρόνια να πείσω ν΄ ανεβούμε μαζί μερικές ημέρες στο χωριό μας, όπως παλιότερα. Αρνητικός λόγω της ηλικίας του. Έτσι, προσθέτω στο σύγγραμμά του μερικές από τις φωτογραφίες του, μαζί και άλλες, από το αρχείο μου.
Από τις πιο κάτω φωτογραφίες, στη πρώτη ο Βαγγέλης, ο Βαγγελάκος, σε ηλικία 6 χρόνων στη Λελούδα. Στη 2η στα 21, του πίσω από το παλιό Υφαντέικο.. Ήταν της εποχής που από τα 16 του έφηβος, έμενε μαζί μας από πριν ή σχεδόν πριν με τις αρχές του Εμφυλίου, στο σπίτι μας στον Καραβά του Πειραιά, Στη τρίτη στη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας ως έφεδρος ανθυπολοχαγός στα Γρεβενά αμέσως μετά τον Εμφύλιο. Στη πέμπτη, στο εικονίδιο, η πλέον τελευταία του που διαθέτω και στην επόμενη παίρνει το πρωινό του το 2.000 στο μπαλκονάκι του σημερινού Υφαντέικου, σε μια από τις τελευταίες μας κοινές επισκέψεις στο χωριό μας σαν βάση του για εκδρομές στα μέρη μας.
Από περίπου το 2006 που άρχισα ν΄ ασχολούμαι με το χωριό μας και τον παππού μου Στέλιο Υφαντή, σκεπτόμουν ότι μνήμες των πρεσβύτερων για το χωριό συγχωριανών, ειδικά για τα προπολεμικά χρόνια, θα ήσαν πολύτιμες για την ιστορία του..
Έτσι, και ο Βαγγέλης Υφαντής επιστρατεύοντας την φωτογραφική του μνήμη με πολύτιμα στοιχεία έγραψε πριν δυο χρόνια το παρόν βιβλίο του ως χειρόγραφο. Στη συνέχεια το παρέδωσε στον Στέλιο τον γιο του να το γράψει στον υπολογιστή του και για όποιες μικροδιορθώσεις. Πριν 3-4 ημέρες περιήλθε στα χέρια μου να το παρουσιάσω αφού το επεξεργαστώ προσθέτοντας κάποιες φωτογραφίες από το αρχείο μου της 10ετίας του 1930-΄40. Θείε μου- αδελφέ του αδελφού μου +Κώστα, 2 χρόνια μικρότερου σου, και δικέ μου, απλά: Συγχαρητήρια!..
Θαύμασα το μνημονικό σου να θυμάσαι μια προς μία τις «γειτονιές» του χωριού»μας και τα ονόματα των συγχωριανών ανά μαχαλά με τις δραστηριότητές τους, πολλούς από τους οποίους που επέζησαν του Πολέμου, της Κατοχής και του Εμφυλίου πρόλαβα και όλη τη συγγραφή σου, την μόνη που διάβασα μέχρι σήμερα του είδους της να προβάλει ένα χωριό των τόπο μας προπολεμικό που έσφυζε ζωής και δραστηριοτήτων, αυτοδύναμο με τις καλλιέργειές του, την κτηνοτροφία του ώστε να πωλεί προϊόντα του στις πόλεις και να στέλνει στα παιδιά του που σπούδαζαν σ΄ αυτά και σε συγγενείς, την οργάνωση του Σχολείου και της αυτοδιοίκησης. Δεν έχει κανείς παρά να τα διαβάσει. Ταυτόχρονα θλίβομαι συγκρίνοντας με την σημερινή του κατάντια ώστε να γίνει ένας απλός τόπος ολίγων ημερών διαμονής στις εορτές και ημερών παραθερισμού, με τους ελάχιστους αληθινά μόνιμους κατοίκους του να αγωνιούν για το μέλλον τους και τους λοιπούς να απαιτούν από την Πολιτεία χωρίς δική τους προσφορά παρά μόνο από την ψήφο τους.
Νίκος Δ.
Παπαδιονυσίου/ 29.12.2023
Πρόλογος του συγγραφέα
Με το παρόν μικρό βιβλίο μου προσπαθώ να θυμίσω στους παλαιότερους και να γνωρίσω στους νεώτερους κάποια από τα ήθη και έθιμα του χωριού μου, της Μεγάλης Κάψης της ορεινής Φθιώτιδας, όπως τα βίωσα μέχρι τα δεκαέξι μου χρόνια που έζησα στο χωριό..
Θα ξεκινήσω την αφήγησή μου από τα ονόματα των οικογενειών του χωριού μας την προπολεμική περίοδο. Στη συνέχεια θα αναφερθώ σε ασχολίες, συνήθειες και έθιμα των κατοίκων.
Βαγγέλης Στυλιανού Υφαντής
Οδοιπορικό στις γειτονιές και τις οικογένειες του χωριού Μεγάλη Κάψη κατά τη δεκαετία 1930 - 1940
Αναφέρω παρακάτω ενδεικτικά τις γειτονιές του χωριού και τις οικογένειες και τους ανθρώπους που έζησαν τη δεκαετία 1930 - 1940.
Θα προσπαθήσω να τα ανακαλέσω από τη μνήμη μου και για αυτό θα ήθελα να μου συγχωρήσετε τυχόν λάθη και παραλήψεις.
Θα ξεκινήσω από την Κάτω γειτονιά (μαχαλάς) που συναντάμε. τη γειτονιά
«Σιακωναίοι»
Οικογένειες:
1. Σιακώνης Γιώργος με τη Φώτω και τα παιδιά Σεραφείμ, Φώτης, Κώστας και Βασίλω.
2. Πασσής Σεραφείμ με τα αδέρφια του Χαράλαμπο και Κώστα.
3.Κουτσόπουλος Αποστόλης με τα παιδιά του Μήτσο, Γιώργο, Βαγγέλη, Ειρήνη και Καλιόπη.
Προχωράμε και φθάνουμε στην καρδιά της κάτω γειτονιάς που συναντάμε
Τις παρακάτω οικογένειες:
1. Κατσαδιώτης Γιώργος με τα αδέρφια του Χριστόφορο και Ερωτόκριτο (δάσκαλος)
2. Κατσαδιώτη χήρα του Σεραφείμ με τα παιδιά της Τάσο, Θύμιο, Ρήνω, Μαρία και Αγαθή.
3. Τσιρώνηδες (Ανδρέας , Μιλτιάδης, Σεραφείμ, Βαγγέλης).
4. Τσέλιος Γιώργος με την Ειρήνη και τα παιδιά τους Τάσο, Βαγγέλη, Όλγα, Μαριγώ, Αγαπούλα.
5. Ποντικός Φώτης και Ποντικός Σπύρος με τα παιδιά τους Κώστα, Βασίλη, Ηλία.
6. Κωσταλίκος (μοναχικός).
7. Ποντικός Γιώργος με την Ουρανία και τα παιδιά τους: Βασίλη, Αλέκο, Αμαλία, Δήμητρα, Βήτα, Μάνθα, Βασίλω.
8. Ζωγράφος Σπύρος με τη Στέλλα και τον Γιάννη.
9. Τσιλίκας Αριστείδης με την Βασιλικάνα.
10. Ριζόπουλοι: Κώστας, Βασίλης, Χρήστος.
11. Καραγιάννης (Τυφλός)
12. Λουκομήτσος
13. Παπαδόπουλος Ηλίας με την Μαριγούλα και τα παιδιά τους Τάσο, Αλέκο
και τη γυναίκα του Βουρτσέλα Βασίλη.
14. Δεδούσης Φώτης με τα παιδιά του: Κώστα, Παντελή, Μαρία, Θανάση.
15. Δεδούσης Δημήτρης (δάσκαλος)
16. Σακκάς Γρηγόρης με την Ειρήνη και τα παιδιάτους Κώστα και Λουκά.
17. Ζυγούρης Κώστας με τον αδελφό του Παντελή- Πατέρας της Ιουλίας ο Κώστας
Ακολουθούμε τον δρόμο για την πάνω γειτονιά που συναντάμε τις
παρακάτω οικογένειες:
1. Ξαγάρα χήρα του Χαράλαμπου με τα παιδιά της Γιώργο, Σταθούλα και άλλη παντρεμένη στη Μερκάδα.
2. Καποτέλης Νίκος με την Ευθυμία και τα παιδιά τους Παντελή και Γιάννη.
3. Τσιρώνης Πάνος με την Ελένη και τα παιδιά τους Λουκά, Γιάννη, Φάνη, Όλγα, Ντία, Κίτσα
4. Ποντικοπούλου Αριάδνη χήρα του Αλέκου με τα παιδιά της, Γιάννη, Κώστα, Θεόφιλο, Θανάση, Σεραφείμ, Φρόσω, Αλίκη και άλλη μία που έμενε στην Αθήνα.
Στη γειτονιά Κοτρώνι μαχαλάς συναντάμε τις παρακάτω οικογένειες:
1. Μήτσιος Φλέσσας με την Περσεφόνη και τα παιδιά τους Βασίλη, Κώστα, Βαρβάρα, Αφροδίτη.
2. Κεραμίδας Ηλίας με τη Βασιλική και τα παιδιά τους Κώστα, Δημήτρη, Παντελή, Μαρίκα.
3. Κεραμίδας Κώστας (μοναχικός)
4. Λουκόπουλος Παντελής , θείος της Βασιλικής Τσουράκη
5. Φύκας αδελφός της Ευδοκίας
6. Βαρλάμης Χαράλαμπος με τα παιδιά του Νίκο, Παντελή, Αλεξάνδρα
7. Ζυγούρης Βαγγέλης με τα παιδιά του Γιάννη και Ελένη.
8. Ζυγούρης Δημήτρης με τα παιδιά του Μιχάλη και Σταμάτη
9.Τσακτάνη Αικατερίνη με τα παιδιά της Ευρυδίκη, Ντία, Πολυξένη και Αποστόλη.
10. Δεδούσης Νίκος με τα παιδιά του Παναγιώτη, Αιμίλιο, Μήτσο, Λεωνίδα, Σεραφείμ, Κώστα, και Κούλα
11. Δεδούσης Πάνος με τη γυναίκα του
12. Κουφιώτης Κώστας με την Μητρούλα και τα παιδιά τους Ιφιγένεια και Γιάννη
13. Βασιλείου (Κατσαμπλέκης) με τη Βασιλική
14. Γολοδήμος Δήμος με τη γυναίκα του και τα παιδιά Κώστα, Χριστόδουλο , Γιάννη
15. Κασσιανή (Μοναχική)
16. Δεδούσης Πάνος με τη γυναίκα του και τα παιδιά τους Κική και Γιώργο
17. Βασιλείου Χρήστος – Μπούργος Γιώργος με τα παιδιά τους Κωνστάντω, Δημήτρη
Στο Κέντρο του χωριού με τα αιωνόβια πλατάνια και την εκκλησία συναντάμε τις παρακάτω οικογένειες:
1. Υφαντής Στέλιος με την Ρήνω και το παιδί τους Βαγγέλη
2. Παπαγιάννης Φώτης με την Ευγενία και τα παιδιά τους Χριστόφορο, Κώστα, Ξανθή, Κούλα, Ελένη.
3. Παπαγιάννης Γιάννης με την Αθηνά και τα παιδιά της Γιώργο, Θωμά, Γρηγόρη, Κούλα.
4. Πανέτσος Φώτης με τη Βασιλική και τα παιδιά τους Αλέκο, Παύλο, Νικηφόρο, Μαρίκα, Δήμητρα, Λουκία, Ελένη
5.Ακρίβος Γιάννης με την Ειρήνη και τα παιδιά τους Μήτσο, Λάμπρο και Παναγιώτη.
6. Ζιώγας Δημήτρης (Παπαζιώγας) με τα παιδιά του Ζωή, Σπύρο δάσκαλο στα Κανάλια, Καλυψώ
7. Λουκόπουλος Γιάννης με την Ελένη και τον Βαγγέλη. Μετά τον θάνατο της Ελένης παντρεύτηκε την Ρεβέκα και απέκτησε τον δάσκαλο Νίκο
8. Λουκόπουλος Φώτης (Πάλλας)
9. Κελέση Ζώγιω με τα παιδιά της Κώστα και Ευγενία μαζί τους η γιαγιά Γυαλού
10. Καλατζης Γιωργούλας με τα παιδιά του Βαγγέλη, Χαράλαμπο, Βασίλη, Αικατερίνη, γυναίκα του Πολίτη συνταξιούχου Στρ. Ιατρού
11. Φλέσσας Κώστας (Κωτσοφλέσσας) με τα κορίτσια του
12. Τσακτάνης με τα κορίτσια του Φέδρα, Νίκη, Σαβούλα
13. Παπαγιάννης Γιώργος και Παπαγιάννης Λεωνίδας
14. Δεδούσης Ηλίας με τα παιδιά του Γιάννη και Ντία.
Στον ΛΑΚΟ Μαχαλά συναντούμε τις παρακάτω οικογένειες:
15. Πανέτσος Βασίλης και Όλγα και τα παιδιά τους Ντίνο, Τάκη και Γιώργο. (κατοικούσαν στο σπίτι του Ξενοφώντα Δεδούση)
16. Φλέσσας Ανδρέας με την Τασία και τα κορίτσια τους Ευγενία, Κωνσταντούλα, Φρόσω, Σταυρούλα και Κούλα
17. Πλατανιάς Γιάννης και Πλατανιάς Ανδρέας
18. Σιδέρης Γιώργος με τη Φώτω και την Νίκη
19. Σιδέρης Γιάννης με την Αρετή
20. Σιδέρης Περικλής πατέρας του Γιώργου, Γιάννη και Τάσου
21. Διπλάρης Μήτσος με την Ναυσικά και τα παιδιά τους Βαγγέλη, Αποστόλη, Μαίρη, Φώτω
22. Σίψας με τα κορίτσια του Φρόσω, Μαρία
23. Διπλάρης Γιάννης με τον Κώστα και την Βαγγελιώ
24. Φλέσσας Γιώργος με τον Σπύρο, Σεραφείμ και Ελένη
25. Μαλαμοπούλου με τα παιδιά της Γιώργο, Ηλία και Κώστα
26. Κραβαρίτης Κώστας και Κραβαρίτης Κλεάνθης
27. Τα αδέλφια Κομματάς Γιάννης, Σόφη και Κούλα
28. Σιδέρης Τάσος με τα παιδιά του Περικλή, Χαρίλαο και Ελένη
29.Λάμπου Γρηγόρης με τα παιδιά του Κώστα και Βαγγέλη
30. Βασιλείου Κώστας με τον Θανάση
31. Καραπέτσας Γιάννης
32. Δεδούσης Γιώργος με τα παιδιά του Σπύρο, Κλεομένη, Αλέκο, Βαγγέλη, Νίτσα
33. Δεδουσογιάννης
34. Παπαβαγγέλης Πολυχρονόπουλος με την Πρεσβυτέρα του και τα παιδιά τους Νεοκλή, Θρασύβουλο, Κατίνα
35. Λουκόπουλος Γιώργος με τα κορίτσια Ρωξάνη και Κλεοπάτρα.
36. Λουκοπούλου (Ταξιάρχαινα) με τα παιδιά της Νίκο, Σωτήρη και Ελένη
37.Νέστορας Δεδούσης με τη γυναίκα του και τη Γιωργίτσα.
38. Δεδούση Σταυρούλα (Μοναχική)
39. Μαλισόβας Ηλίας με τα παιδιά του Βαγγέλη, Γούλα, Στέλλα
Εξοχίτες ήταν αυτοί που κατοικούσαν στην περιοχή του Σπερχειού ποταμού-
-Τα αδέλφια Σπύρος κα Μιχάλης Τσιρώνης
- Ο Σιούλης Σιακώνης στη βαθειά Λάκκα.
- Ο Λουκοπάνος
- Ο Πανέτσος με το χάνι του
Παρακάτω αναφέρω ενδεικτικά κάποια από τα παρατσούκλια που είχαν συγχωριανοί μου:
Καραπέτσας, Κατσαμπέκης, Κουρκούμπας, Κολώνιας, Γυφτοχρήστος, Πάλλας, Κατσιάκος, Κωστομήτσος, Κωτσοφλέσσας, Κωτσαλίκος, Σφνάρας, Τιτοφώτης, Μποκοϊλος.
Η σημασία της
Εκκλησίας του χωριού για τους κατοίκους
Ο Παπάς ήταν ο Παπαζιώγας Δημήτρης και ο Επίτροπος της εκκλησίας ο κος Πανόπουλος. Ο άνθρωπος που ανέθεσε την κατασκευή του Τέμπλου, Δεσποτικού και εικονοστάσιου στον πατέρα μου, λεπτουργό Υφαντή Στέλιο.
Μετά από αυτόν ανέλαβε επίτροπος ο Λουκόπουλος Γιώργος.
Οι ψάλτες ανάλογα με την θέση τους ήταν οι παρακάτω:
Δεξιοί ψάλτες: Υφαντής Στέλιος, Τσιρώνης Πάνος, Διπλάρης Δημήτρης
Αριστεροί ψάλτες : Βαρλάμης Χαράλαμπος, Βασιλείου Χρήστος
Η εκκλησία για τους κατοίκους του χωριού ήταν πολύ σημαντική. Φρόντιζαν με διάφορους τρόπους να ενισχύουν το παγκάρι κάθε Κυριακή με τον οβολό τους αλλά και με άλλους τρόπους όπως π.χ. την ημέρα των Φώτων έβγαζαν σε δημοπρασία εικόνες και τα έσοδα πήγαιναν προς ενίσχυση του ταμείου της εκκλησίας. Ο Ψάλτης Τσιρώνης Πάνος ήταν επιφορτισμένος με την εκτέλεση της δημοπρασίας. Σαν άλλος τελάλης φώναζε «Ο Άγιος Νικόλαος μία δραχμή!!». Τότε οι φέροντες το όνομα του Αγίου συμμετείχαν στη δημοπρασία και φυσικά την εικόνα έπαιρνε αυτός που πλειοδοτούσε και με ευλάβεια δεχόταν τις ευχές από τους υπόλοιπους με πιο χαρακτηριστική το «Βοήθειά σου».
Την ίδια μέρα οι άνδρες (όχι τα παιδιά) πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι και έλεγαν τα κάλαντα των φώτων με αντάλλαγμα ένα λουκάνικο από κάθε σπίτι. Στο τέλος της ημέρας τα λουκάνικα που συγκεντρώνονταν προσφέρονταν στην εκκλησία.
Σας παραθέτω παρακάτω ένα χαρακτηριστικό χωρατό που έχει μείνει στη μνήμη μου από τα έν λόγω κάλαντα : Μία χρονιά που πήγαν να πουν τα κάλαντα στο σπίτι της Μητρούλας Κουφιώτη δεν τους δόθηκε από την οικοδέσποινα το λουκάνικο που περίμεναν και τότε κάποιος τη ρώτησε:
«Μητρούλα δεν θα μας δώσεις το λουκάνικο;» Και εκείνη τους αποκρίθηκε:
«Το πήρε Ο Κώτσιος μαζί του όταν έφυγε».
Το δημοτικό σχολείο της Μεγάλης Κάψης το έτος 1939
Θα προσπαθήσω να θυμίσω στους παλιούς και να γνωρίσουν οι νεώτεροι πως λειτουργούσε το δημοτικό σχολείο προπολεμικά.
Δάσκαλοι ήταν ο Σιούλας από τη Μερκάδα και ο Δρόσος από το Αρχάνι. Ο αριθμός των μαθητών όλων των τάξεων ήταν πάνω από 70.
Κάθε μαθητής έφερε την «μαρούδα» του (σχολική τσάντα) την οποία την είχε υφάνει η μητέρα του στον αργαλειό. Ήταν μία τσάντα χειροποίητη, μοναδική με την υπογραφή της κάθε μητέρας που αποτύπωνε σ’ αυτήν την τέχνη και τη φαντασία της.
Το περιεχόμενο της σχολικής τσάντας ήταν ένα αναγνωστικό, μία πλάκα γραφής δύο όψεων, ένα τετράδιο, και ένα βιβλίο με τίτλο: «ΑΠΑΣΑ H ΥΛΗ» στο οποίο είχε γίνει προσπάθεια από τον συγγραφέα του να συμπεριλάβει τις βασικές γνώσεις για τις τάξεις του δημοτικού.
Οι μαθητές ήταν υποχρεωμένοι να παρακολουθούν τα μαθήματα όλων των τάξεων, γεγονός που βοήθησε πολλούς να αποκτήσουν πολλές εγκυκλοπαιδικές γνώσεις και όπως λένε «ουδέν κακόν αμιγές καλού».
Όλοι οι μαθητές του σχολείου κάθε πρωΐ ήταν υποχρεωμένοι να φέρουν μαζί τους ένα καυσόξυλο για την σόμπα του σχολείου. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλιζόταν η θέρμανση του σχολείου τον χειμώνα ήτοι με προσφορά ξυλείας από τις οικογένειες του χωριού.
Η αλληλεγγύη των συγχωριανών επεκτείνονταν και στην σίτιση των φτωχών μαθητών οι οποίοι έτρωγαν στο σχολείο γεύματα που ετοίμαζαν οι εύπορες οικογένειες του χωριού.
Το κάθε χωριό εκείνη την εποχή ήταν μια κοινωνία σχεδόν αυτάρκης με ενισχυμένο το αίσθημα της αλληλεγγύης και ανθρωπιάς.
Τέλος η τιμωρία των μαθητών για οποιαδήποτε σκανδαλιά ήταν χτύπημα στις ανοικτές παλάμες. Για το χτύπημα αυτό ο δάσκαλος χρησιμοποιούσε λούρα από κρανιά που μάλιστα την έκοβε και την έφερνε ο ίδιος ο τιμωρούμενος μαθητής.
Διοίκηση – Απασχόληση κατοίκων
Πρόεδρος της κοινότητας ήταν ο Γιάννης Σιδέρης και Γραμματέας ο Βασιλείου Κώστας. Ο γιός του Θανάσης ήταν και αυτός γραμματέας της κοινότητας και ίσως κάποιοι που είναι τώρα μεσήλικες τον θυμούνται).
Το κοινοτικό γραφείο ήταν στη θέση που είναι σήμερα το καμπαναριό. Εντός του γραφείου λειτουργούσε ένα χειροκίνητο τηλεφωνικό κέντρο και μέσω βισμάτων που ήταν τοποθετημένα στον ειδικό πίνακα ήταν εφικτή η επικοινωνία του χωριού με γειτονικά χωριά και μόνο.
Ο πρόεδρος Σιδέρης κατάφερε να πείσει τους συγχωριανούς του να συμμετέχουν προφέροντας εθελοντική εργασία στην διάνοιξη κοινοτικού δρόμου από του Κατσόγιαννου (Χάνι Πλατανιά) έως το χωριό.
Χωρίς να υπάρχουν τα σύγχρονα μέσα οδοποιίας αλλά χρησιμοποιώντας σκερπάνια, φτιάρια και κασμάδες κατάφεραν να κατασκευάσουν αυτοκινητόδρομο τον οποίο και εγκαινίασε το αυτοκίνητο του Κώστα Γεωργαντά. Ο δρόμος αυτός χαράχτηκε από τους ίδιους τους χωριανούς χωρίς σχέδια, τοπογραφικά και ρυμοτομία σε κοινοτικές εκτάσεις χωρίς να θιγούν ιδιωτικά κτήματα.
Ο αγροφύλακας
Τα κάστανα ήταν βασική και θρεπτική τροφή για τους κατοίκους και πολλές φορές αντικείμενο τριβής μεταξύ των.
Με απόφαση της κοινότητας απαγορεύτηκε η ελεύθερη συλλογή των άγριων κάστανων από τους κατοίκους στον καστανόλογκο. Αποφασίστηκε ότι τα άγρια κάστανα θα πρέπει να πέσουν μόνα τους στο έδαφος χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση και καθορίστηκε μία ημέρα που όλοι οι κάτοικοι θα μπορούσαν να τα μαζέψουν, όσα βέβαια άφηναν οι βερβέρες, οι αρκούδες, τα αγριογούρουνα και άλλα άγρια ζώα του δάσους.. Καστανόλογκος είναι το δάσος από καστανιές , είδος σκίουρου λέγεται και βερβέρα.
Την φύλαξη των αγρών την είχαν επωμιστεί οι αγροφύλακες οι οποίοι περιφέρονταν στους αγρούς ως φόβητρο για επίδοξους κλέφτες των καρπών της γής και της παράνομης βοσκής. Θυμάμαι τον Παπαγιάννη Γιάννη και τον Πλατανιά Γιάννη , αυστηροί και οι δύο καθώς ασκούσαν τα καθήκοντά τους με ιδιαίτερο ζήλο και υπευθυνότητα. Θυμάμαι τον Παπαγιάννη να φωνάζει στη Βιγλατσούρα χωρίς να βλέπει κάποιον παραβάτη με σκοπό να τρομάξει και αυτούς που ήταν έξω από το οπτικό του πεδίο. «Βγάλτε τα πράματα από το χωράφι με ακούτε;;;» Φυσικά ο κάθε παραβάτης πιστεύοντας ότι ο αγροφύλακας τον έβλεπε σταματούσε αμέσως την παράνομη βοσκή.
Και αναφερόμενος στη βοσκή παραπάνω, να αναφέρω τον Νέστορα Δεδούση, γνωστό και ως «Μπουκοΐλος» που ήταν ο τσοπάνης του χωριού.
Μαζί με τα πρόβατά του φύλαγε και τα γίδια των κατοίκων που δεν μπορούσαν σε καθημερινή βάση να βοσκήσουν τα ζώα τους. Εκείνο που θυμάμαι και μου είχε κάνει εντύπωση ήταν η επιστροφή των ζώων στα σπίτια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η κάθε γίδα, όταν το κοπάδι πλησίαζε στο χωριό, αναγνώριζε το σπίτι της, και έφευγε από το κοπάδι επιστρέφοντας στην εστία της.
Το ταχυδρομείο
Την αλληλογραφία στο χωριό την έφερνε ο Ντελεχάς ο ταχυδρόμος. Όλοι περιμένανε να φέρει ένα γράμμα για αυτούς από κάποιο αγαπημένο συγγενικό ή φιλικό πρόσωπο. Ο Ντελεχάς ήταν κάτοικος Μαυρίλου και εξυπηρετούσε την Μεγάλη Κάψη, την Μερκάδα και το Μαυρίλο. Θυμάμαι με πόση λαχτάρα ανοίγαμε μία επιστολή που συνήθως ο πρόλογος ήταν σχεδόν πανομοιότυπος : «Υγιαίνουμε και υγείαν δι’ υμάς ποθούμε» και ο επίλογος: «Τα δέοντα στους σεβαστούς γονείς σας»
Τα μαγαζιά
Αρκετά ήταν και τα μαγαζιά στο χωριό και θα ξεκινήσω την περιγραφή μου από τον Βασίλη Πανέτσο που είχε Παντοπωλείο – Καφενείο εκεί που σήμερα είναι το σπίτι του Καραγιάννη Δημήτρη. Ήταν γαμπρός στο Κάψη από την Έλβα (Άγιος Χαράλαμπος). Γυναίκα του ήταν η Όλγα Τσέλιου και τα παιδιά του ο Ντίνος, ο Τάκης και ο Γιώργος. Θυμάμαι χαρακτηριστικά στο μαγαζί τις υπέροχες μελωδίες που μας χάριζε με το μαντολίνο του.
Ο Γολοδήμος Δήμος είχε το κρεοπωλείο στη θέση που είναι σήμερα το σπίτι του Κραβαρίτη Δημήτρη. Ο συμπαθής και αγαπητός Δήμος κάλυπτε τις ανάγκες του χωριού για κρέας. Θυμάμαι τα νοστιμότατα κοκορέτσια και σπλινάντερα που έφτιαχνε.Τα σφάγια ήταν κυρίως γίδια, τράγοι, πρόβατα και κριάρια.
Ο Διπλάρης Μήτσος είχε Παντοπωλείο – Χασάπικο και Καφενείο εκεί που είναι σήμερα το σπίτι μου. Άνθρωπος πολυτάλαντος ο Διπλάρης . Είχε παντρευτεί την Ναυσικά από το Νεοχώρι και θυμάμαι το γλέντι που είχε γίνει στο γάμο του.
Καθώς προανέφερα ήταν πολυτεχνίτης και έξυπνος άνθρωπος. Ήταν τεχνίτης της «δόγας*» δηλαδή από ξύλο καστανιάς κατασκεύαζε βαρέλια, ξύλινες καρδάρες, φτσέλες** κ.α. καθημερινά χρήσιμα αντικείμενα. Επίσης ήταν κουρέας, ψάλτης και κήρυκας στην εκκλησία μέχρι και ερασιτέχνης ηθοποιός.
Θυμάμαι που είχε ανεβάσει τη θεατρική παράσταση «Γκόλφω» στο υπόστεγο του δημοτικού σχολείου. Δόγα είναι η κάθε κυρτή σανίδα βαρελιού, Φτσέλα η βουτσέλα είναι ξύλινο Παγούρι Στρόγγυλο 2.5 λίτρων.
Σχεδόν όλοι οι κάτοικοι του χωριού ασχολιόντουσαν με την γεωργία και την κτηνοτροφία. Από μία μόνο γίδα και ένα γουρούνι και ένα μικρό μποστάνι μέχρι 100 πρόβατα, κήπους με φασόλια, κολοκύθια, πράσα, καραμπολάχανα.
Ο θερισμός
Τα σιτάρια και τα καλαμπόκια ήταν ελάχιστα. Ήταν σπαρμένα σε χωράφια που ήταν οριοθετημένα με πεζούλες.
Ο θερισμός άρχιζε στις αρχές Ιουνίου και τελείωνε στα μέσα Ιουλίου. Στον θέρο συμμετείχαν σχεδόν όλα τα μέλη της οικογένειας.
Τα σιτάρια τα θέριζαν με το παραδοσιακό δρεπάνι και τα στοίβαζαν σε δεμάτια στο χωράφι. Κατόπιν έδεναν τα δεμάτια και τα φόρτωναν στα μουλάρια για να τα μεταφέρουν στα αλώνια. Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να αναφέρω ότι τα αλώνια στο χωριό ήταν 3. Το πρώτο είναι εκεί που σήμερα είναι το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία , το δεύτερο αυτό που ήταν το σπίτι της Ελένης Πανέτσου και το τρίτο αυτό που είναι σήμερα το σπίτι των κληρονόμων του Ποντικόπουλου Γιάννη (Κουρκούμπα) στον κάτω Μαχαλά.
Αφού λοιπόν έφθαναν τα δεμάτια στα αλώνια εκεί τα τοποθετούσαν το ένα πάνω στο άλλο φτιάχνοντας μικρούς λόφους τις «θημωνιές». Το αλώνι ήταν ένας χώρος τον οποίο προηγουμένως είχαν στρώσει με πλατιές πέτρες. Στη μέση τοποθετούσαν έναν ξύλινο στύλο στον οποίο έδεναν τα ζώα με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να περιστρέφονται. Έστρωναν τα δεμάτια στο αλώνι και τα άλογα γύριζαν γύρω από τον στύλο και με τα κοφτερά τους πέταλα θρυμμάτιζαν τα στάχια σε μικρά κομματάκια.
Προυπόθεση για να γίνει το λίχνισμα ήταν να φυσάει αέρας γι’αυτό είχαν επιλέξει για αλώνια τις παραπάνω τοποθεσίες.
Πέταγαν τα στάχια ψηλά στο αέρα και τα άχυρα που ήταν ελαφρύτερα από το σιτάρι τα έπαιρνε ο αέρας και ο καρπός έπεφτε κάτω.
Το σιτάρι και τα καλαμπόκια όμως έπρεπε να αλεσθούν και το χωριό δεν διέθετε νερόμυλο. Έτσι τα μετέφεραν στα γειτονικά χωριά όπως στη Μεσαία Κάψη, Μερκάδα και Μαυρίλο. Ο μυλωνάς για την αμοιβή του κρατούσε το 10% του αλέσματος το λεγόμενο «Ξάι». Οι οικογένειες γυρνούσαν στο σπίτι με το απαραίτητο αλεύρι για το ψωμί και τις πίτες το οποίο το αποθήκευαν στο αμπάρι του σπιτιού. Το αμπάρι ήταν ένα ξύλινο κατασκεύασμα στο υπόγειο του σπιτιού με τρία διαμερίσματα για καλαμπόκι, σιτάρι και δημητριακά
Κατοικίες
Τα σπίτια ήταν πετρόκτιστα με πέτρα από το λατομείο το οποίο αν θυμάμαι καλά ήταν εκεί που είναι το σπίτι του Πολίτη σήμερα.
Άλλα αρχοντικά αλλά πιο μικρά ανάλογα με τις ανάγκες και την οικονομική δυνατότητα του καθενός. Ο φέρων οργανισμός τους ήταν αγκωνάρια πέτρας και ξύλινα πάτερα. Τα εσωτερικά χωρίσματα κατασκευάζονταν με ξυλοδέματα γεμάτα λάσπη. Τέλος η στέγη κατασκευάζονταν με ξυλεία ελάτου και κεραμίδια από το εργαστήριο κεραμιδιών στο Λειβαδάκι που ήταν μάστορας ο Κοτσαλίκος.
Χτίστες , μάστορες της πέτρας, ήταν οι : Παπαγιάννης Φώτης, Δεδούσης Νίκος, Δεδούσης Φώτης, Ζυγούρης Κώστας και Μελισσόβας Ηλίας.
Τα καδρόνια και τα σανίδια τα έκοβαν οι «πριονάδες» όπως ο Σακκάς Γρηγόρης και ο Λουκόπουλος Γιάννης. Η διαδικασία κοψίματος ήταν σχετικά απλή. Πάνω σε ειδικό ξύλινο πλαίσιο τοποθετούσαν τον κορμό ελάτου, καρυδιάς ή καστανιάς. Με τεντωμένο σχοινί βουτηγμένο σε χρώμα από καρβουνόσκονη χαράζανε την γραμμή πάνω στην οποία θα έκοβε το πριόνι. Το πριόνισμα γινόταν από δύο άτομα ταυτόχρονα.
Αγωγιάτες
Ήταν μία εργασία για τους καλοκαιρινούς μήνες για την μεταφορά ανθρώπων με μουλάρια από του Κατσόγιαννου (Χάνι Πλατανιά) έως την Μεγάλη Κάψη. Ο δρόμος ήταν ανηφορικός σχεδόν μονοπάτι. Ένας αγωγιάτης ήταν και ο πατέρας του Ευάγγελου Καλατζή ο Γιωργούλας.
Ο
ξυλουργός – Λεπτουργός
Αναφέρομαι στον πατέρα μου Στέλιο Υφαντή που κοσμούσε τις εκκλησίες των χωριών της περιοχής με τα χειροποίητα σκαλιστά έργα του από καρυδιά.
Με τα κοπίδια του κατασκεύασε Τέμπλα, Δεσποτικά, προσκυνητάρια, Άμβωνες και πολλά άλλα. Στην εκκλησία του χωριού μας μπορεί ο επισκέπτης να θαυμάσει κάποια από τα έργα του.
(Παρατήρησή Ν.Παπαδιονυσίου: Η λίαν σεμνή αναφορά του Βαγγέλη Υφαντή για τον πατέρα του και παππού μου πριν τελειώσει και εκδοθεί το δικό μου «Τα τέμπλεα του λεπτουργού Στυλιανού Υφαντή » που δείχνει πόσο μεγάλος καλλιτέχνης υπήρξε)
Επιμέλεια-Ανάρτηση: Τάκης Ευθυμίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου