TREILER

Το παρόν Ιστολόγιο έχει σκοπό να περισώσει & να προβάλλει τη ρουμελιώτικη ιστοριολαογραφία -

Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2016

Η ρεμπέτικη γλώσσα

«Η ΑΠΟΔΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΡΕΜΠΕΤΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ»
[Γράφει ο Μπάμπης Κ. Μώκος]

Λέξεις κρυφές και άγνωστες για τους πολλούς, για υπογείως μυημένους, πάνω σε μια γραμμή λιτή, περιορισμένη σε τρείς-τέσσερις φθόγγους το πολύ, που μιλούσαν για καιρούς και ανατάραζαν καημούς ανικανοποίητους. Που εδραίωναν ένα είδος λόγου του ταπεινού και της αυτογνωσίας.
Λόγου που είναι σε θέση να εκφράζει μέχρι τις ημέρες μας, τα μύρια όσα  ακριβά μας κληρονόμησαν οι… δάσκαλοι των σεμνών καιρών.
Λέξεις που τραβούσαν γραμμή ροής ίσια και σχηματοποίησαν επιρροή πανάκριβη για τον πολιτισμό μας. Λέξεις δυσνόητες, ακαταλαβίστικες για τους πολλούς, μα κτήμα εκφραστικότητας, παρασημαντικό μεν, αλλά γνήσια εννοιολογικό για θύμησες και… επιθυμίες, μεράκια, λάθη, πάθη, αδυναμίες, αμαρτίες. Σαν μια ευγενική μουσική χειρονομία, που σημάδεψαν και… περιφρονούσαν τον χρόνο. Σπέρματα ουσίας στοιχείων της λαϊκής κουλτούρας.
Η αποδελτίωση γλωσσικών στοιχείων του ρεμπέτικου τραγουδιού έχει μεγάλη συνάφεια με αυτό καθεαυτό το DNA της βιωματικότητας των ρεμπετών από τα πρώτα χρόνια εμφάνισής του ως πρωτόλειου αυτοσχεδιαστικού μέλους (Μεντρεσές), έως την Πόλη, την  Σμύρνη και πιο ύστερα την ελληνική αστική ενδοχώρα.

Οι καταβολές, οι τοπικές διάλεκτοι, οι γλωσσικοί τοπικοί ιδιωματισμοί, λεκτικά, λιτά εφευρετικά λεξίτυπα, κύρια μεταφερμένα από το μικρασιατικό κέρας, εμπεριέχονται, εν πολλοίς, στα ρεμπέτικα τραγούδια  από το  1850 και εντεύθεν. Είναι και το βασικό στοιχείο λεκτικής εκφραστικότητας των μουσουργών, κόντρα στη ρηχότητα των… πολιτισμένων!
Εξελικτικά συνεχίζονται μέσω των Καφέ Αμάν, Καφέ Σαντούρ και συνακολουθούν μετά το 1919 (πρώτη προσφυγική έλευση στην χώρα), για να… εκτοξευθούν, μεταφερόμενα, με την μεγάλη προσφυγική καταφυγή στην  Ελλάδα (Μικρασιατική  καταστροφή), οπότε και  ακολουθεί   το  σπουδαίο, ευλογημένο ρεύμα μικρασιατών μουσουργών προς την Ελλάδα.
Κατάλοιπα γλωσσικά τα τουρκικής κτητικότητας διαπιστώνονται στην Ελλάδα από της εποχής της ελληνικής επανάστασης και εντεύθεν στα δημοτικά τραγούδια της κλεφτουριάς. Η πιστοποιημένη σχέση του δημοτικού με το ρεμπέτικο είναι άλλωστε αναμφίβολα αποδειγμένη. Παρόμοια στοιχειοθετείται και η λεκτική σχηματοποίηση των τραγουδιών.
Τα  λεκτικά τουρκικά, αλλά και της βαθειάς ανατολίας ιδιωματισματικά δάνεια είναι λοιπόν συχνότατα διαπιστούμενα απ’ αρχής σε όλη την πορεία  του ρεμπέτικου και αυτό, κάτι που με τον καιρό, πότε μεν απομειώνονταν, πότε δυνάμωνε, αλλά ουδέποτε σταμάτησε.
Από το 1924 και εντεύθεν όμως το σύμμικτο λειτουργίας μουσικών σχημάτων από Έλληνες και Μικρασιάτες «παιχνιδοπαίχτες» περιόρισε τη χρήση  ξενόφερτων γλωσσικών στοιχείων στην ελληνική στιχουργική του Λαϊκού Αστικού μας Τραγουδιού.
Τα ελαχιστότατα δείγματα, ως πρότερα ανιμιστικά στοιχεία της ανατολίστικης μουσικής εκφραστικότητας σχεδόν ολοκλήρωσαν τη ζωή τους με την εμφάνιση –μετεξέλιξη του πειραιώτικου ρεμπέτικου. Στη συνέχεια, με τον χρόνο, παρά ταύτα, ακόμα και σ’ αυτό οι στιχουργοί αλλά και ονομαστοί ερμηνευτές, λόγω καταγωγής, σε πλειάδα τραγουδιών χρησιμοποίησαν λέξεις-όρους από την καθομιλούμενη μικρασιατική διάλεκτο που ήταν μείγμα ελληνικών αλλά και ιδιωματικών φραστικών σχημάτων της τουρκικής. Αιτία το γεγονός πως ήταν άλλω αδύνατον, δια μιας, κυρίως οι καταγόμενοι από τα μικρασιατικά παράλια μουσικοί, να απεμπολήσουν την σύμμικτη μικρασιατική λεκτική εκφραστικότητα, όπως στιχουργικά διατυπώνονταν κύρια στα σμυρνέικα παλιότερα ρεμπέτικα, που στιχουργικά εμπεριείχαν λέξεις ακόμα και περσικές, αραβικές ή άλλες της βαθειάς ανατολίας, όπως: Ζαμάνι, καφάσι, λαγούμι, μαντζούνι, μαράζι, μαραφέτι, μπουντρούμι, νταβαντούρι, ραχάτι, συνάφι, τεφαρίκι, τεφτέρι, χαράμι, χαρμάνι, χουνέρι, χουζούρι, γιαβάσι, αβανιά, αβάντα, αγάντα, αλμπάνης, αντάμ -αμάν, αντάμης, αποτάζω ασίκης, βερεσέ κ.α.)
Σε παραφθορά, αλλά συνειδητά, από  το 1928 και εντεύθεν αυτό αντικαταστάθηκε σε πολλά ρεμπέτικα από ένα άλλο σημασιολογικό γλωσσικό φορτίο, μια γλώσσα συνθηματική, μια παραμορφωτική γλωσσική λειτουργία, που πλέον θυμήθηκε τη… μαγκιά και την …πονηρή έως ύποπτη και παράταιρη, ασύμβατη ζωή των ρεμπετών, καθιερώνοντας ένα διαφορετικό, αλλιώτικο ρεμπέτικο γλωσσάρι, ισχυρά παρασημαντικό, αποτυπωτικό των συνθηκών ζωής και βιωματικότητας των ρεμπετών (τεκέδες, χασίσι, γυναίκες, ασωτία, τζόγος, νύκτα, παλληκαρισμοί κ.α.).
Τούτο ακριβώς και διαπέρασε σύντομα την κοινωνία αρνητικά και σαν γλώσσα καθιερώθηκε χρησιμοποιούμενη αρχικά και κατόπιν πλατύτερα από ομάδες κύρια περιθωριακές, κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, που από ευδιάκριτη μορφωτική αναιμικότητα δεν είχαν την ευχέρεια νοηματικής παραφραστικής  η ευρύτερης  λεκτικής αποτύπωσης.
Εν τούτοις, δεν έπαψε όμως να αποτελεί νοηματική αναφορά στον κουτσαβακισμό, στην Παλιά Στρατώνα, στον Μεντρεσέ,  στα Οθωνικά, στο Ιτς- Καλέ, το Γεντί Κουλέ κλ.π. Έτσι και συμπαθέστατα οικειοποιήθηκε από το ευρύτερο λαϊκό στοιχείο. Σε κάθε εποχή, οι ρεμπέτες ,χρονογράφοι της εποχής τους, με θύμησες πατρογονικές λαϊκών γόνων, διαμόφωσαν λοιπόν δικό τους λεξικό στην συμπεριφορά, τη λειτουργία, την κοινωνική λεκτική  εκφραστικότητα και εν τέλει στην στιχουργική τους, με γλωσσικά δάνεια και αντιδάνεια από την μεσογειακή λεκάνη αλλά και τα βαλκάνια. (π.χ. Η λέξη βλάμης έχει καταγωγή αλβανική!).
Η άρνηση του ρεμπέτη να αποδεχθεί τον μικροαστικό καθωσπρεπισμό της εποχής τον έφερνε πάντα σε ρήξη με την εξουσία κα τους μηχανισμούς της.
Συνέπεια αυτής της ρήξης ήταν οι συχνές συλλήψεις των ρεμπέτηδων από την  αστυνομία, οι εξορίες και οι φυλακίσεις.
Στους στίχους των τραγουδιών τους οι ρεμπέτες στολίζουν με πικρόχολους και βαρείς χαρακτηρισμούς και προσφωνήσεις τους αστυνομικούς και τους δεσμοφύλακες (μπασκίνες, ψυτοζαπιέδες, μπάτσοι, καρακόλια, μαύροι, τζουντζέδες κ.α.). Επίσης με μελανότερα χρώματα και ακόμα πιο γλαφυρές προς φωνήσεις περιγράφουν τη φυλακή (ψειρού, σκολιό, σίδερα, στρουγκού, γκιστάνι, κολλέγιο, σκολαρχείο, χάψη, στενή, τζέλα κ.α).
Ήταν και το οχυρό αμυντικό φραστικό  σύνορο άρνησής τους στους αστικούς νόμους της καταπίεσης, τω διώξεων, της απαξίωσης. Ήταν κεφαλαιοποίηση και εμπιστοσύνη απέναντι στην παράξενη… ανωτερότητα κάποιων. Ένα μεγαλείο βαθύτητας λυρισμού μελωδικών φράσεων, ως τους καιρούς μας... Ένα γλωσσάρι-κώδικας συμπληρωματικός της λαϊκής μας κουλτούρας!

Επιμέλεια-Ανάρτηση: Τάκης Ευθυμίου

Δεν υπάρχουν σχόλια: