TREILER

Το παρόν Ιστολόγιο έχει σκοπό να περισώσει & να προβάλλει τη ρουμελιώτικη ιστοριολαογραφία -

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2011

Μουνουχιστής-Τσοκανιστής

ΜΟΥΝΟΥΧΙΣΤΗΣ – ΤΣΟΚΑΝΙΣΤΗΣ
[Ο εμπειρικός χειρουργός των βαρβάτων ζώων]

του Τάκη Ευθυμίου
Μουνουχισμός γουρουνιού
    Ίσως, το πιο περίεργο παλιό επάγγελμα, που πρόσφερε και πρωτότυπο θέαμα στους περίεργους και αργόσχολους, ήταν το επάγγελμα του μουνουχιστή – τσοκανιστή. Αυτός αναλάμβανε να εκτελέσει λεπτές χειρουργικές επεμβάσεις στα γεννητικά όργανα των βαρβάρων ζώων, ώστε να εξουδετερωθούν οι γενετήσιες ορμές τους. Ο μουνουχιστής έπρεπε απαραιτήτως να γνωρίζει τη στοιχειώδη ανατομία και λειτουργία των αναπαραγωγικών οργάνων των αρσενικών ζώων. Για επιστημονικές γνώσεις, ούτε λόγος να γίνεται, η εμπειρία τους όμως ήταν αξιοθαύμαστη.
  Στην παλιά  Ζιώψη ικανότητες μουνουχιστή διέθετε ο Γιάννης Σπυρόπουλος, καταγόμενος από το Ροβολιάρι. Σπουδαίος Αγιωργίτης μουνουχιστής, αλλά και εμπειρικός κτηνίατρος ήταν ο Σπύρος Κότσαλος που, για πολλά χρόνια, πρόσφερε τις χρήσιμες υπηρεσίες του στους χωριανούς του. Την τεχνική αυτή τη διδάχτηκε από τον πατέρα του Κωνσταντίνο.
Επεμβάσεις γίνονταν, συνήθως, στα γουρούνια που προορίζονταν για πάχυνση, επειδή ο μουνουχισμός ευνοεί τη συσσώρευση λίπους και την αύξηση του βάρους. Το κρέας των αμουνούχιστων γουρουνιών μυρίζει σερνικίλας και είναι ανεπιθύμητο για κατανάλωση. Γι' αυτό προχωρούσαν σε μουνούχισμα. Ο μουνουχιστής έστηνε το πρόχειρο χειρουργείο στην αυλή του στάβλου. Ακινητοποιούσε το ζώο, δένοντας του τα πόδια με τριχιά πάνω σε ξύλινη σκάλα, δίχως να χρησιμοποιήσει αναισθητικό. Για το λόγο αυτό το σκούξιμο του γουρουνιού ήταν τόσο σπαραχτικό που ξεκούφανε τη γειτονιά και προκαλούσε τη συμπόνια των φιλόζωων. Όμως, εδώ ο «σκοπός άγιαζε τα μέσα». Ο μουνουχιστής διέθετε σβελτάδα και θάρρος όταν εκτελούσε την επέμβαση. Τα απαραίτητα αυτοσχέδια χειρουργικά του εργαλεία ήταν ένα ξυράφι κουρείου ή ένα κοφτερό μαχαίρι, μια βελόνα χοντρή (σακοράφα) και ο ανάλογος σπάγκος για το ράψιμο. Τα εργαλεία πριν χρησιμοποιηθούν αποστειρώνονταν με ξίδι, τσίπουρο, οινόπνευμα ή με τη φωτιά. Κατά την επέμβαση αφαιρούσε τα λιμπά τού αρσενικού ζώου και προχωρούσε σε ράψιμο της πληγής με τη σακοράφα. Η επέμβαση πολλές φορές προξενούσε μολύνσεις και επιπλοκές. Για τα ηλικιωμένα ζώα ήταν πολύ επικίνδυνη.
Μια παρόμοια τεχνική μεταχειρίζονταν για το τσοκάνισμα των βοδιών και αλόγων. Τα δαμάλια που προορίζονταν για επιβήτορες (σπορείς) δεν τα τσοκάνιζαν για να «σέρνουν» τις αγελάδες. Αυτά τα βόδια δεν τα έκλειναν στο στάβλο, παρά τ' άφηναν ελεύθερα στα λιβάδια όπου και αγρίευαν. Τα δαμάλια, όμως και τ' άλογα που σκόπευαν να τα χρησιμοποιήσουν για όργωμα τα τσοκάνιζαν για να τους αφαιρέσουν τις σεξουαλικές ορμές, ώστε να γίνουν ήμερα, αποδοτικά και ανθεκτικά στις γεωργικές εργασίες. Το τσοκάνισμα ελάχιστοι το γνώριζαν να το εφαρμόζουν και αυτοί λέγονταν τσοκανιστάδες. Τους αντάμειβαν αδρά για τη δουλειά τους, γιατί τέχνη πουλούσαν και η τέχνη τους αυτή ήταν σπάνια και περιζήτητη. Στη Ζιώψη σαν επαγγελματίας τσοκανιστής αναφέρεται ο Θανάσης Καρκάνης (Κολοβός) και στον Αη Γιώργη και το Νεοχωράκι ο Δημήτριος Κοτσώνης ή Καρφής που προσέφερε τις εμπειρικές, κτηνιατρικές του γνώσεις, μέχρι τα βαθιά του γεράματα, στους χωριανούς του εντελώς αφιλοκερδώς, γι' αυτό έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης. Επίσης και άλλοι χωριανοί μας επιχειρούσαν από μόνοι τους να τσοκανίσουν βόδια και άλογα, χρησιμοποιώντας το σκεπάρνι σαν τσοκανιστικό εργαλείο. Συνέβαιναν, όμως, αρκετές αποτυχημένες απόπειρες όταν, από απροσεξία πληγωνόταν το δέρμα του νεύρου που στουμπούσανε, οπότε η πληγή αφόρμιζε και το ζώο ψοφούσε.
Το τσοκάνισμα γινόταν ως εξής: Πεδίκλωναν το Βαρβάτο ζώο με θηλιά από τριχιά στα πόδια και το έριχναν ανάσκελα. Έβαζαν ανάμεσα σε δυο ξύλινα στειλιάρια, δηλαδή το τσόκανο, το νεύρο που συγκρατούσε τα λιμπά του ζώου και το έσφιγγαν με καναβίδι. Πονούσε τρομερά και ούρλιαζε το ζώο, αλλά κανέναν δεν ενδιέφερε, αρκεί να πετύχαινε ο σκοπός. Στη συνέχεια, ο τσοκανιστής, με αξιοθαύμαστη τεχνική και επιδεξιότητα, χτυπούσε με ξύλινο κόπανο ή με σκεπάρνι τα δυο στειλιάρια που αποτελούσαν το τσόκανο για να νεκρώσει το νεύρο. Σπάνια από έμπειρο τσοκανιστή αποτύγχανε το τσοκάνισμα. Τότε, αφόρμιζαν και πρήζονταν τα λιμπά από το στούμπισμα και υπήρχε φόβος να ψοφήσει το ζώο. Φυσικά, σε τέτοια ανεπιθύμητη περίπτωση ο τσοκανιστής έπαιρνε άσχημη φήμη και το αφεντικό του ζώου διεκδικούσε αποζημίωση. Όταν το τσοκάνισμα πετύχαινε μονάχα στο ένα λιμπό, το βόδι λεγόταν ρογγάτσικο. Στο επιτυχημένο τσοκάνισμα σύντομα γέρευε η πληγή και το βαρβάτο ζώο απαλλαγμένο από τις φυσικές του ορμές και έγνοιες ημέρευε σαν αρνάκι και το αφεντικό του το χρησιμοποιούσε άφοβα για τις γεωργικές απασχολήσεις του.
Το   επάγγελμα  του   μουνουχιστή - τσοκανιστή, ξεθώριασε πια στην αχλύ του πανδαμάτορα χρόνου και αφανίστηκε οριστικά!

Δεν υπάρχουν σχόλια: