TREILER

Το παρόν Ιστολόγιο έχει σκοπό να περισώσει & να προβάλλει τη ρουμελιώτικη ιστοριολαογραφία -

Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2011

Τσαγκάρης

ΤΣΑΓΚΑΡΗΣ
του Τάκη Ευθυμίου
Τα τσαγκαράκια Γιώργος & Γιάννης Μητσάκης
Ο τσαγκάρης κατασκεύαζε με την τέχνη του καινούρια παπούτσια, ύστερα από παραγγελία και ταυτόχρονα επιδιόρθωνε τα χαλασμένα. Τα προσωνύμια του είναι υποδηματοποιός, παπουτσής, πιτσωτής, μπαλωματής.
Για τη δουλειά του χρησιμοποιούσε πολλών ειδών γνήσια δέρματα, γιατί τότε δεν υπήρχαν τα συνθετικά. Υπήρχαν τα αδιάβροχα, τα σεβρά για τα σκαρπίνια, τα χοντρά βακέτα για τα βαριά καθημερινά παπούτσια, το λουστρίνι για τα γυναικεία γοβάκια και τα μαλακότερα για τα παιδικά.
Οι χωρικοί για τις αγροτικές δουλειές τους κατασκεύαζαν μόνοι τους τα γουρνοτσάρουχα. Και να πως: προσάρμοζαν το γουρουνίσιο δέρμα στην πατούσα του ποδιού και το έκοβαν στα μέτρα της. Στη συνέχεια άνοιγαν περιμετρικά αραιές τρύπες στο πάνω μέρος του δέρματος, απ' όπου περνούσαν μια λεπτή λουρίδα δέρματος και την έδεναν σφιχτά στο πόδι. Έτσι στερέωναν τα γουρνοτσάρουχα που ήταν ελαφριά και στέρεα, αλλά και ανθυγιεινά-κρύα το χειμώνα και ζεστά το καλοκαίρι, αφού το δέρμα τους ήταν ακατέργαστο. Τα χρησιμοποιούσαν για τις καθημερινές δουλειές τους, στο όργωμα και στο θέρο.
0 τσαγκάρης έφτιαχνε παπούτσια ύστερα από παραγγελία. Αυτά ήταν τα επίσημα για τις γιορτινές μέρες. Στα παιδικά παπούτσια τοποθετούσε στα τακούνια τους μισοφέγγαρα πεταλάκια ή πρόκες για ν' αντέχει το δέρμα τους στην κακοποίηση των ασιγούρευτων πιτσιρικάδων. Στα γυναικεία έδειχνε ιδιαίτερη φροντίδα για να είναι φιγουράτα. Τα μέτρα τα έπαιρνε χρησιμοποιώντας ένα φύλλο χαρτιού πάνω στο Ο ξύλινος πάγκος του τσαγκάρη φιλοξενούσε τα απαραίτητα σύνεργα του, όπως καλαπόδια όπου ο τεχνίτης μοντάριζε τα παπούτσια σύμφωνα με τα μέτρα που έπαιρνε, σουβλιά, βελόνες, κερωμένους σπάγκους και σφυριά. Ακόμη λίμες, τανάλιες, φαλτσέτες, τρυπητήρι και ένα ξύλινο δοχείο που έβρεχε το δέρμα. Αναγκαία, επίσης, ήταν το γυαλόχαρτο, οι ξυλόπροκες, τα καρφιά, τα πεταλάκια, το κερί, η καραμπογιά για το βάψιμο και τα γνήσια δέρματα διαφόρων ειδών κα μεγεθών. Τα παλιά παπούτσια ο τσαγκάρης τα σόλιαζε, δηλ. αντικαθιστούσε τη φθαρμένη σόλα με καινούρια. Από τα άχρηστα παλιά παπούτσια αφαιρούσε κάποιο χρήσιμο κομμάτι δέρματος για να επιδιορθώσει άλλα.
Οι χωριανοί μας που απασχολούνταν με την τέχνη του τσαγκάρη ήταν οι αείμνηστοι αδερφοί Γεώργιος και Κων/νος Καρκάνης. Τα δύσκολα εκείνα προπολεμικά χρόνια αναγκάζονταν να δουλεύουν σκληρά και χωρίς να χάνουν το κέφι και το μεράκι τους με μεγάλη προθυμία εξυπηρετούσαν τους κατοίκους, επειδή τότε όλοι με παραγγελία έφτιαχναν τα παπούτσια τους. Ταυτόχρονα, με την αμοιβή τους έθρεφαν την πολυμελή οικογένεια τους. Άλλος ήταν ο Σπύρος Τσιαχρής (Σπράκος), υπομονετικός και εξυπηρετικότατος. Αντιλαμβανόμενος την ανέχεια μας, με απέραντη καλοσύνη και ευγένεια, επιδιόρθωνε στα πεταχτά τα παιδικά μας παπούτσια και μάλιστα χωρίς αμοιβή τις περισσότερες φορές. Άλλοι νεότεροι ήταν ο Γιώργος Μητσάκης στην ανατολική συνοικία και ο Γιάννης Μητσάκης στη δυτική, ο οποίος αργότερα μετέτρεψε το τσαγκαράδικο του σε κατάστημα πώλησης έτοιμων παπουτσιών. Τώρα πια απόμεινε μονάχα ο συμπαθέστατος Ντίνος Κουμαντάνος για να ικανοποιεί τις ανάγκες των χωριανών μας σε μικροεπιδιορθώσεις, ιδίως σε αλλαγές τακουνιών που έχουν ανάγκη τα έτοιμα παπούτσια μαζικής παραγωγής.
Άλλη μια λαϊκή τέχνη εκτοπίστηκε και αφανίστηκε από την εξέλιξη της τεχνολογίας.

ΤΑ ΤΣΑΡΟΥΧΙΑ
                  Εγώ ‘μαι νιος ‘κοσάχρονος, γερή μ’ έκανε μάνα,
                  γουρουνοτόμαρο κρατώ, γουρουνοπέτσι μαύρο,
                  που ‘χει την τρίχα ένα φουρκί, ολόρθη σαν αγάνα,
                  θέλω καλά ποδέματα στα πόδια μου να τα ‘βρω.

                  -Γιώργο Μητσάκη, ξάδερφε, κι εσύ, ξάδερφε Γιάννη,
                  να ράβει ο ένας θέλω εγώ κι ο άλλος να δίνει διάτες,
                  μην κόψ’ τε απ’ τα τσαρούχια μου τ’ άγριο το τριχομάνι,
                  θα τα φοράω στ’ οργώματα, θα τα ‘χω για τις στράτες!
                                                                Σαντάρμης Αν. Σαντάρμης
Γουρνοτσάρουχα

Δεν υπάρχουν σχόλια: