TREILER

Το παρόν Ιστολόγιο έχει σκοπό να περισώσει & να προβάλλει τη ρουμελιώτικη ιστοριολαογραφία -

Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2015

Εκδρομή στο Πανταβρέχι

Μια εκδρομή στο Πανταβρέχι του Κρικελλοπόταμου
Ευρυτανίας το 2001
                                                                                 Νίκος Δ. Παπαδιονυσίου
Την εκδρομή αυτή την ήθελα από χρόνια. Δεν μπορούσα να την κάνω μη βρίσκοντας τη κατάλληλη παρέα που να ξέρει, να θέλει και να μπορεί να επισκεφτεί το μέρος. Επίσης, δεν εύρισκα δεύτερο φίλο με 4χ4 ώστε να είμαστε δύο σύμφωνα με τον χρυσό κανόνα για δύσκολες εκτός δρόμου διαδρομές.
Όταν η Άννα, φίλη δικηγόρος Πειραιά, στην έκδοση περιοδικού του Δ.Σ. Πειραιά, σαν υπεύθυνη, διάβασε τις ωραίες εντυπώσεις συναδέλφου της  για το Πανταβρέχι, ενθουσιάστηκε. Έχοντας στο D.N.A της να μην έρχεται δεύτερη, μου λέει μεταφέροντάς μου την ανυπομονησία της:
- Θα πάμε στο Πανταβρέχι;.
Έτσι αποφάσισα την εκδρομή κάνοντας αβαρία στο θέμα της ασφάλειας.
Πήγαμε μόνο μ’ ένα αυτοκίνητο, το δικό μου, μη βρίσκοντας για τον συγκεκριμένο χρόνο άλλους φίλους και μη θέλοντας να δεχθώ άλλη αναβολή.
Ξεκινήσαμε με Δέσποινα και Άννα τελευταίο Σάββατο Ιούνη 2001στις 07:00 από το Παλιό Φάληρο. Δευτέρα πρωί έπρεπε να είμαστε στις εργασίες μας.
Στις 10:00 βρισκόμασταν στο ξενώνα «Λιόγερμα» στη Μεσαία Κάψη όπου πίνοντας το καφεδάκι μας ξεκούραστοι και ανυπόμονοι ακούγαμε την Λεμονιά να κελαηδάει. Αφήσαμε τα πράγματά μας.
Η οδηγία μου πριν φύγουμε από το Π.Φάληρο, ήταν να υπάρχουν διαθέσιμα δεύτερα ρούχα, εσώρουχα και αθλητικά παπούτσια, καθώς αυτά που θα φορούσαμε μπαίνοντας και περπατώντας στην πορεία μέσα στο ποτάμι (river trekking), στον  Κρικελλοπόταμο, θα γίνονταν μούσκεμα.
Στις 10:30 ξεκινήσαμε. Καρπενήσι πρώτα, δρόμος για Προυσό ύστερα..
Μετά τη διασταύρωση για Κορυσχάδες, πριν τη διασταύρωση για Βουτύρο, κάναμε αριστερά στο στενό ασφαλτόδρομο για Κλαυσί(8) (αρχαίο Κάλλιο), Μουζίλο, Ανιάδα(8). Πού να βρεθεί χρόνος για να σταματήσουμε και αναζητήσουμε περνώντας από το Κλαυσί τα εντυπωσιακά αρχαία και παλαιοχριστιανικά ευρήματα, τον ναό του Αγίου Λεωνίδη του 5ου αι. με το υπέροχο ψηφιδωτό δάπεδο!. Άλλωστε και φέτος, ακόμη και σε αναζήτησή μου του 2012, ήταν απαγορευτικό να τα δει κάποιος επισκέπτης. Ο παπάς του χωριού όπως διάβασα, κρατά τα κλειδιά του κλειστού χώρου, αποκλείοντας μια επίσκεψη, σύμφωνα και με ντόπιο κοινοτικό σύμβουλο και ελληνοαμερικάνο παραθεριστή που συζήτησα το θέμα. Κρίμα γιατί αποτελούν ένα μεγάλης σημασίας αξιοθέατο που θα αναβάθμιζε τον τουρισμό όλης της περιοχής.
Για να παρακολουθήσετε τις διαδρομές, συνιστώ ν’ ανοίξετε χάρτη της Ευρυτανίας ή να τις παρακολουθήσετε με το Google Earth.
Πριν την Ανιάδα, σύμφωνα με τότε χάρτη της ΑΝΑΒΑΣΗΣ, έκανα δεξιά μπαίνοντας στον χωματόδρομο που χαρακτηριζόταν «θερινής βατότητας».
Η φύση οργιαστική. Φθάνουμε στη διασταύρωση με τον αντίστοιχο δρόμο που ανηφορίζει από το Μεγάλο Χωριό(8). Πιο δίπλα είναι το ορεινό καταφύγιο του ΕΟΣ.
Από εκεί αρχίζει η περιπέτεια: Η ανάβαση της Καλιακούδας.
H Καλιακούδα στο δρόμο από το Κλαυσί για Ανιάδα, Αύγουστο μήνα του 2015
Πρόκειται για το γνωστό μας βουνό, τη Καλιακούδα. Βέβαια η καλιακούδα είναι το γνωστό μαύρο αρπακτικό πουλί. Οι Ευρυτάνες όμως κυριολεκτώντας έδωσαν τ’ όνομά της στο αντίστοιχο βουνό, που αποτελεί μέρος της οροσειράς της Πίνδου μαζί με την απέναντι καταπράσινη Χελιδόνα. Για να τους δικαιολογήσει κανείς δεν έχει παρά να το ιδεί Φθινόπωρο με τα πρωτοβρόχια, μέσα στην αντάρα, κατάμαυρο, απρόσιτο και απειλητικό για να το δαμάσει!. Έτσι ο λαός μας παντού στην Ελλάδα μας για τις βαριές, μαύρες συννεφιές λέει το γνωστό:
- Μαύρη μαυρίλα πλάκωσε, μαύρη σαν καλιακούδα.
Τον χειμώνα την βλέπεις κάτασπρη, απρόσιτη από τα χιόνια.
Ο χωματόδρομος, φτιαγμένος το 1995, ήταν πολύ άσχημης ποιότητας. Παλιότερα οι κάτοικοι του χωριού Στουρνάρα στην πίσω μεριά, για να έλθουν στο Μεγάλο Χωριό ή στο Καρπενήσι όταν το επέτρεπε ο καιρός, ανεβοκατέβαιναν με τα ζώα από αντίστοιχο μονοπάτι, μέχρι που τελικά την εγκατέλειψαν σχεδόν όλοι, πριν γίνει ο δρόμος. Δρόμος στενός, χώμα με αποστρογγυλεμένες ή αιχμηρές κροκάλες που τις εκτόξευαν οι τροχοί κτυπώντας με κρότο στο κάτω μέρος του αυτοκινήτου. Εντελώς κλειστές φουρκέτες, άλλοτε αριστερά άλλοτε δεξιά, δύσκολες για να μπορέσει  κανείς να ανέβει την υψομετρική διαφορά των περίπου 500 μέτρων από την αρχή της ανάβασης μέχρι το διάσελο. Πολλές φορές, έχοντας βάλει κίνηση και στους τέσσερις τροχούς, οπότε με το τότε αυτοκίνητό μου ελαττωνόταν η δυνατότητα κλειστής στροφής,  αναγκαζόμουν να σταματώ και να κάνω όπισθεν για να τις πάρω. Μια από τη μεριά του οδηγού, μια από τη μεριά των επιβατών μου, η Άννα καθόταν πίσω από τη Δέσποινα, βλέπαμε ή το άσχημα κομμένο, σαν ετοιμόρροπο, υψηλό πρανές ή ακόμη χειρότερα το χάος του υψομέτρου. Δεν γνωρίζω πως είναι ο δρόμος σήμερα. Οι δυο τους ζαρωμένες στα καθίσματά τους, με σχεδόν ανύπαρκτη εμπειρία δύσκολων διαδρομών, παρακολουθούσαν ανήσυχες χωρίς να λένε λέξη, μην και μου αποσπάσουν την προσοχή.
Εμένα δεν με απασχολούσαν αυτά, όσο το πρόβλημα που θα προέκυπτε αν ερχόταν από πάνω κάποιο αυτοκίνητο. Άντε να διασταυρωθείς.. Επίσης το αν σχιζόταν ένα λάστιχό μου. Που να σταματήσεις σε τέτοια ανάβαση και δρόμο για να τ’ αλλάξεις με γρύλο!
Στο διάσελο της Καλιακούδας. Στο βάθος το Παναιτωλικό. 
Οι συνοδοί μου βλέπουν το Βελούχι
Φτάνουμε τελικά στο στενό διάσελο, σε υψ. περίπου 1.800 μέτρα. Πιο πάνω η κορυφή της Καλιακούδας στα 2.098 μέτρα, απότομη, φαινόταν σχεδόν δίπλα μας. Ανακουφισμένοι από την αγωνία της ανάβασης σταματήσαμε. Η θέα Ευρυτανίας- ορεινής Φθιώτιδας ήταν μαγευτική. Δεν χορταίναμε να βλέπουμε μέχρις εκεί που φτάνει το μάτι καθώς ήμασταν ψηλότερα απ’ όλες τις βουνοκορφές εκτός αυτής του Βελουχιού στα 2.315 μέτρα και της Χελιδόνας στα 1.973.
Δοκιμάσαμε τα τότε κινητά μας. Τρία κινητά δυο διαφορετικών εταιριών και κανένα δεν είχε σήμα, ένδειξη του παράτολμου του εγχειρήματός μου με ένα αυτοκίνητο.
Αρχίζουμε την κατάβαση προς Νότο.
Η κατάσταση πολύ δύσκολη μέχρι στα περίπου τα 1.000 μέτρα με ένα δρόμο με φουρκέτες και κλίση συχνά, προσεγγιστικά μέχρι και 12%. Οι συντρόφισσές μου κρατιόνταν σφικτά από τα καθίσματά τους, αμίλητες, λες και θα έπεφταν από το αυτοκίνητο. Εγώ με πρώτη και το πόδι στο φρένο διαρκώς με τα φερμουί να μυρίζουν.
Λίγο πιο πάνω από τη Στουρνάρα η κλίση του δρόμου βελτιώνεται παρόλες τις στροφές. Είχε  ήδη αρχίσει πυκνή η βλάστηση. Σε κάποιο σημείο του στενού δρόμου, μια πηγή καλλιεργημένη, περιποιημένη και νάσου οι πρώτοι άνθρωποι. Δυο παραθεριστές καταγωγής από το χωριό που έκαναν μια μικρή εκδρομή ανεβαίνοντας με τα πόδια. Οι ίδιοι είχαν καλλιεργήσει τη πηγή και της είχαν τοποθετήσει μια μικρή κούπα. Μιλήσαμε για λίγο μαζί τους και ήπιαμε από το παγωμένο της νεράκι.
Περνώντας την εγκαταλελειμμένη το χειμώνα Στουρνάρα ή Δολιανά(8), φτάσαμε τέλος στο Κρικελλοπόταμο, περίπου στα 600 μ .υψ., μέσα σε οργιαστική βλάστηση(3).
Ο Κρικελλοπόταμος, ενισχυμένος πιο κάτω από το ρεύμα που πηγάζει απ’ τις κορυφές της περιοχής της Δομνίστας, συναντιέται με τον Καρπενησιώτη στη θέση Διπόταμα και μετά με τον Τρικεριώτη που εκβάλλει στη Λίμνη του Αχελώου. Από την μεγάλη γέφυρα στο δρόμο Καρπενησίου- Προυσός, αυτό το σμίξιμο αποτελεί ένα όμορφο θέαμα. Κάποιες φορές μπορεί ο περαστικός να ιδεί απ’ αυτήν λάτρεις του αθλήματος με canoe kayak να κατεβαίνουν το ορμητικό ποτάμι όταν  έχει αρκετό νερό ή να κάνουν ομαδικό rafting(4). Ακόμη,  σπάνια, καταρρίχηση (κατάβαση με σχοινιά- rappel) από γνώστες, που αγκιστρώνουν τα σχοινιά τους στις χαλύβδινες κουπαστές της γέφυρας και καταρριχώνται στην όχθη του ποταμιού(5).
Δεν μου αρέσει όταν  διαβάζω σε χάρτες ή σε περιγραφές υποτιθέμενων επαϊόντων σε περιοδικά, τελευταία ειδικά το ανακάλυψαν δυστυχώς πολλοί, ακόμη και η TV, να το γράφουν το Πανταβρέχει, ή το Πάντα βρέχει αντί το Πανταβρέχι..
Πριν περάσω απέναντι μέσ’ από το ποτάμι, σταμάτησα στον όχθο, κατέβηκα και έλεγξα το βάθος του νερού, την ταχύτητά του και την ποιότητα του πυθμένα. Τα πράγματα ήσαν ευνοϊκά. Ακολουθώντας ίχνη από κάποιες ροδιές, περνώ και παρκάρω απέναντι έτσι που να μην εμποδίζω οποιονδήποτε θα ερχόταν να περάσει.
Στην ποτάμια πορεία για Πανταβρέχι, βράχο- βράχο...
Βλέπω ξαφνικά προς τα πάνω της ροής του ποταμιού δυο ανθρώπους μέσα στο νερό μέχρι τη μέση που κάτι έψαχναν στα βράχια. Σκέφτηκα μήπως ψάχνουν για ποταμίσιες καραβίδες. Τους πλησίασα. Ήσαν κάτοικοι του χωριού Ροσκά (Ρωσκά(8)). Μου είπαν και είδα να πιάνουν με τις χούφτες τους πέστροφες(6). Κάτι μικρούλες πέστροφες, όχι πάνω από 10 πόντους, ποικιλία βουνίσια Ελληνική. Τις παγίδευαν στα βράχια.
Αρχίσαμε το περπάτημα μέσα στο ποτάμι κατάντη της ροής του. Το πεντακάθαρο νερό, διαυγές και δροσερό, έφθανε το πολύ μέχρι στους γοφούς προσέχοντας που πατάς. Σε κάποια σημεία, από κάποια ανωμαλία στο βυθό ή απροσεξία μας, έφθανε μέχρι τη μέση, χωρίς όμως να μπορεί να μας παρασύρει το ρεύμα, όπως σε άλλα ποτάμια της Χώρας μας αν ξεγελαστείς και δεν ελέγξεις την ταχύτητα ροής. Βυθός αμμώδης με κροκάλες διαφόρων μεγεθών και μεγάλους βράχους πεσμένους από τις απότομες, κάθετες σχεδόν, όχθες του.
Στην ποτάμια πορεία για Πανταβρέχι
Περπατούσαμε προσεκτικά ψάχνοντας που θα πατήσουμε, μια στη δεξιά, μια στην αριστερή όχθη, όπου βρίσκαμε πιο ομαλό και ρηχό βυθό. Προχωρώντας, οι όχθες και τα πρανή, κατάφυτες, γίνονταν πιο απότομες, κάθετες. Ώσπου σε περίπου 20- 25΄΄ της ποτάμιας πεζοπορίας μας, ιδού το θαύμα, το Πανταβρέχι !
Από το δεξιό πρανές, σε μήκος περίπου 100(;) μέτρων, από ύψος πιθανά πάνω και από 20-30 μέτρα, νερά από πολλά ρυάκια ή πηγές που πηγάζουν από τις υπώρειες της Καλιακούδας, πέφτοντας στο ποτάμι δημιουργούν ένα πανόραμα από πολύ μικρούς μέχρι μικρούς, κοντινούς μεταξύ τους καταρράκτες με μια συνδετική όλων ομίχλη με ουράνια τόξα από τα σταγονίδια νερού.
Στο Πανταβρέχι (με πολύ άσχημο φιλμ)
Άγνωστα σε μας υδροχαρή φυτά και βρύα στόλιζαν τα κάθετα πρανή.
Και βέβαια, επί χιλιάδες, εκατοντάδες χιλιάδες ίσως, μπορεί και περισσότερα χρόνια,  πάντα βρέχει σ’ αυτό το μέρος. Πάντα βρέχει στο ονειρικό Πανταβρέχι.
Καθίσαμε μαγεμένοι απέναντι σ’ ένα κάπως πλατύ βράχο και θαυμάζαμε το θέαμα. Και μόνο γι’ αυτό, άξιζε το κόπο η εκδρομή μας.  «Στόχος επετεύχθη!».
Κάποιες στενές δέσμες από ακτίνες του ήλιου που κατόρθωναν να περάσουν από τα φράγματα των υψηλών πρανών και της οργιαστικής βλάστησης, μας στέγνωναν ευεργετικά.
Ανακαλύψαμε ότι δεν ήμασταν μόνοι. Δυο- τρία  ενθουσιασμένα νέα παιδιά έκαναν ντους στα νερά.
Μετά από ένα περίπου ημίωρο, κινήσαμε με τον ίδιο τρόπο για την επιστροφή μας στο αυτοκίνητο. Ξαφνικά μας ήρθε και το τολμήσαμε.
Βγάλαμε τα βρεγμένα μας ρούχα, εκτός των στοιχειωδών, και βουτήξαμε στο γάργαρο, δροσερό νερό σε κάποιο μέρος που το ποτάμι έκανε μια φυσική ..πισίνα με αμμώδη βυθό. Το μόνο μέρος μέχρι σήμερα όπου κολύμπησα και πραγματοποίησα μια από παιδί επιθυμία μου. Να κολυμπάω και ταυτόχρονα να μπορώ να πίνω το νερό.
Μπάνιο στον Κρικελλοπόταμο!...
Γυρίσαμε στο αυτοκίνητο, όπου αλλάξαμε  τα βρεγμένα ρούχα και παπούτσια.
Φεύγοντας ακολουθήσαμε τον ..πετρόδρομο από Ροσκά, πραγματικά όμορφο χωριό σε υψ. 1000 περίπου μέτρα στο βουνό Πλατανάκι απέναντι από την Καλιακούδα, Καστανούλα (παλιά Σέλιτσα), Άγιο Χαράλαμπο, Σκοπιά (παλιά Τσεκλίστα(8)),  παλιά σλάβικα τοπωνύμια. Πανέμορφα, κάποτε ζωντανά χωριά που γνωστοί λόγοι ώθησαν τους κατοίκους τους να τα εγκαταλείψουν, με κάποιους, θεσμοφύλακες, να τα επισκέπτονται τα καλοκαίρια. Ήδη είναι φανερό ότι η περιοχή είχε κατοικηθεί πολύ παλιότερα από σλαβικά φύλλα που κατέβηκαν τον 7ο αι. όπως πάρα πολλές περιοχές της χώρας μας μέχρι Πελοπόννησο. Τα φύλλα αυτά εξελληνίστηκαν με τον καιρό με την επιμειξία και την επίδραση ειδικά της ορθόδοξης Πατριαρχικής Εκκλησίας του πολυεθνικού Βυζάντιου.
Ο δρόμος στενός πάνω στον ασβεστόλιθο με χαράδρες και γκρεμούς με ανάγκαζε σε πολύ αργή, προσεχτική πορεία. Ευχόμουν «ούτε πουλί πετούμενο να μη φανεί μπροστά μας» για να διασταυρωθούμε. Ένα μόνο ..ταξί βρήκαμε μπρος μας σε όλη μας την διαδρομή, κάποιου ντόπιου που έφερε την οικογένειά του για λίγες ημέρες στη γη των προγόνων του και έφευγε.
Σε κάποιο σημείο, σ’ ένα πολύ μικρό κατάφυτο οικισμό με δυο- τρία σπιτάκια, μάλλον μετά τη «Σέλιτσα», μείναμε έκπληκτοι βλέποντας να περιποιείται γελάδια, ένδειξη μόνιμης κατοίκησης, μια ολόξανθη, ολόλευκη, πανέμορφη, γαλανομάτα κοπέλα. Σωστή νεράιδα. Λίγο πιο πέρα ένας νέος εντελώς ίδιας εμφάνισης. Ποιο κάτω φόρτωναν ένα παλιό Ι.Χ κάποιος πατέρας, η μάνα και η δεκαεξάχρονη περίπου το ίδιο κούκλα κόρη τους, όλοι παρόμοιων χαρακτηριστικών. Περίεργος με τη καταγωγή των ανθρώπων, όπως πάντα, που με κάνει αδιάκριτο πολλές φορές, τους έπιασα τη κουβέντα. Η κοπέλα μου είπε ότι κατάγονται από εκεί αλλά μένουν στην ..Αθήνα. Σκέφτηκα ποιος ξέρει τι αποκλεισμός μακροχρόνιος μέσα σ’ αυτήν την χαράδρα και τι επιμειξία διατήρησε τα μάλλον Γαλατικά χαρακτηριστικά, καθώς έλειπαν γνωστά γνωρίσματα  σλάβικα, αντικείμενο έρευνας ανθρωπολόγων.
Από Σκοπιά άρχιζε ο ασφαλτόδρομος.  Περιοχή κατάφυτη, το ανάγλυφο ημερωμένο.
Φτάνουμε στη διασταύρωση του πολύ καλού γνωστού δρόμου που από τις Ράχες Τυμφρηστού οδηγεί προς Ν. στην Ορεινή Ναυπακτία μέσω Αράχοβας Ναυπακτίας και συνεχίζει μέσω της Γέφυρας του Εύηνου προς τη Ναύπακτο.
Παίρνοντας το δρόμο προς Β., σύντομα φθάσαμε στη Δομνίστα, μεγάλο και όμορφο χωριό, κι’ από εκεί αφήνοντας αριστερά μας τους Στάβλους ή Τούρνεσι σταματήσαμε για ξεκούραση και γεύμα στο υπέροχο, αρκετά αξιοποιημένο κεφαλοχώρι Κρίκελλο(8), πολύ γνωστά σε μένα από τις επισκέψεις μου από παλιά.
Γευματίσαμε υπέροχα σ’ ένα μικρό μαγαζάκι κάτω από τα τεράστια πλατάνια  πάνω από την πλατεία με την εκκλησία του Αγίου Νικολάου.
Το Κρίκελλο διαθέτει ξενώνες. Ο γιος της ιδιοκτήτριας και μαγείρισσας του μαγαζιού είχε μεταποιήσει ένα τετρακίνητο αγροτικό σε λεωφορειάκι και μεταφέρει ξένους στο Πανταβρέχι(!).
Φεύγοντας από τη πολύ γνωστή, πανέμορφη, γεμάτη έλατα διαδρομή, φθάσαμε στις Ράχες, αφού περάσαμε κοντά, χωρίς να σταματήσουμε, από το μνημείο Κοκκάλια(7). Εκεί Ευρυτάνες και Αιτωλοί σύντριψαν το 279 π.Χ μεγάλο σώμα Γαλατών επιδρομέων. Ποσοστό όσων επέζησαν από το κύριο σώμα  τους που είχε κύριο στόχο να ληστέψει το Μαντείο των Δελφών αλλά αποδεκατίστηκε τελικά από τον ενωμένο στρατό των ελληνικών πόλεων[(Αιτωλίας(Αιτωλοί και Ευρυτάνες), Βοιωτίας, Λοκρίδας, Φωκίδας, Μεγάρων και Αθήνας] και Πάτρας μόνης της, μαζί με τους χιλιάδες άμαχους άντρες, γυναίκες και παιδιά που ακολουθούσαν πάντοτε τους μάχιμους σε ληστρικές αλλά και συνηθισμένες εκστρατείες, παρέμειναν δούλοι στη περιοχή. Συγχωνεύθηκαν με τους ντόπιους εμπλουτίζοντας τους απογόνους με ένα επί πλέον D.N.A από τα ήδη πολλά των επιδρομέων που προηγήθηκαν και επρόκειτο να ακολουθήσουν στον Ελληνικό χώρο.
Οι Γαλάτες έφταναν στην Ελλάδα είτε σαν επιδρομείς –ληστές είτε σαν μισθοφόροι ηγεμόνων, όπως ο Πύρος. Μετά την εκδίωξή τους από τον Ελληνικό χώρο, ένα άλλο ποσοστό όσων επέζησαν κατέφυγε στη κεντρική Μικρά Ασία, όπου ίδρυσαν τη Μικρασιατική Γαλατία που συμπεριλάμβανε και τον Γαλατικό Πόντο. Δεν είχαν όμως τύχη σαν εθνότητα. Απορροφήθηκαν σταδιακά από τους ανεπτυγμένους γύρω  λαούς, έχασαν τη γλώσσα, τα ήθη και έθιμά τους, εκβυζαντινίσθηκαν μέχρι τον 5ο αιώνα μ.Χ. Σ’ αυτούς απευθύνεται ο απόστολος Παύλος με την προς Γαλάτες επιστολή του, όχι προς αυτούς της Γαλατίας της σημερινής Γαλλίας.
Η ονομασία του χωριού Κλαυσί ή Κλαψί ή Κλαυσείον (Κάλλιον), μεγάλη Αιτωλική πόλη στην αρχαιότητα, σήμερα Ευρυτανική, οφείλεται στο κλαυθμό από τις μεγάλες σφαγές του πληθυσμού από τους Γαλάτες και υποθέτω και των Γαλατών τελικά από τους Ευρυτάνες- Αιτωλούς.
Σε λίγο φτάσαμε στον ξενώνα Λιόγερμα τερματίζοντας την εκδρομή μας.
Το απόγευμα, μετά την ανάπαυσή μας πίνοντας τον καφέ μας, ο φίλος Νίκος Παπαηρακλής πήγε κι΄ έκοψε μια τεράστια κλάρα γεμάτη «Καψιώτικα κεράσια» που τα καταναλώσαμε πάραυτα
Το βραδάκι ανεβήκαμε στη Μεγάλη Κάψη, στο πανηγύρι που διοργάνωνε τότε ο Σύλλογος μας Απανταχού Μεγαλοκαψιωτών το τελευταίο Σάββατο του Ιούλη, όπου συνδιασκεδάσαμε χαμένοι στο πλήθος καθώς ήμουν ξεχασμένος από την μακροχρόνια απουσία μου..
Επιστροφή την άλλη ημέρα απόγευμα στο Π. Φάληρο.

(1)Η καλύτερη αρχή μου είναι να γνωρίσουν οι φίλοι μου την περιοχή της Μεγάλης Κάψης  και μετά με έδρα τον ξενώνας Λιβαδάκι ή τον ξενώνα «Λιόγερμα» Μεσαίας Κάψης να κάνουμε τις εκδρομές μας.
(2)Η εκδρομή όπως είπα, ήταν του 2001. Ακούγοντας και βλέποντας στη TV την
δημοσιότητα που πήρε αργότερα η περιοχή, φοβόμουνα την καταστροφή της ηρεμίας και ομορφιάς γι’ αυτήν. Ανοίξτε κάποια από τα σχετικά links στο Internet και θα καταλάβετε τι εννοώ. Βέβαια θα δείτε και ευχάριστα !.
 (3)Μαζί, σπάνια χλωρίδα (κρίνα Lilium Heildrechii και σαρκοβόρα Pinguicola hirtiflora). Για όσους ενδιαφέρονται επιστημονικά για την χλωρίδα, πανίδα ας ερευνήσουν: «Η ανάδειξη της κοιλάδας του Κρικελλοπόταμου» στο Internet, πολύ ενδιαφέρουσα εργασία επιστημόνων του ΑΠΘ.
(4)Τα ποτάμια Καρπενησιώτης, Κρικελλοπόταμος, Τρικεριώτης, Μέγδοβας (Ταυρωπός), Αχελώος, Αγραφιώτης, γνωρίζονται ανάλογα με την εποχή, περπατώντας (river trekking), κατεβαίνοντας με canoe kayak ή με φουσκωτή βάρκα raft (rafting/Μέγδοβας, Αχελώος, Τρικεριώτης).  Καταβάσεις γίνονται ανάλογα με την ποσότητα του νερού στα ποτάμια, συνήθως Δεκέμβρη μέχρι Μάιο. Χαρακτηρίζονται από τον βαθμό δυσκολίας: Αχελώος 1ος βαθμός(πολύ εύκολη), Μέγδοβας 2ος βαθμός, Τρικεριώτης 3ος βαθμός (πολύ δύσκολος).
(5) Ανοίγοντας σχετικά links, θα δείτε ανάλογα πολύ πιο δύσκολα river rappelling στις ΗΠΑ και κάποια εύκολα στην Ελλάδα. Π.χ,
 (6) Με τις πέστροφες τρέφονται και οι ποταμίσιες βίδρες.
(7) Κατά τον Παυσανία (Παπαρρηγόπουλος), στη θέση αυτή οι αρχαίοι Ευρυτάνες με τους Αιτωλούς σύντριψαν το 279 π.Χ. πολύ μεγάλο σώμα 40.000 του στρατού των επιδρομέων  Γαλατών που ήλθαν στην Ελλάδα υπό τον στρατηγό τους Βρέννο. Η σύγκρουση στην οποία πολέμησαν και γυναίκες του Καλλίου, ήταν άγρια και για μέρες γιατί οι Γαλάτες που κάθε άλλο ήσαν απ’ αυτούς όπως ο Αστερίξ και ο Οβελίξ που ξέρουμε, είχαν κατασφάξει άνδρες, παιδιά, γυναίκες του Καλλίου και έφαγαν και ήπιαν σάρκες και αίμα βρεφών κατά τον Παυσανία. Κυκλώθηκαν και οι περισσότεροι εξοντώθηκαν. Λείψανα από τις φονικές  μάχες υπάρχουν και σήμερα. Απειράριθμα θρυμματισμένα κόκαλα βρίσκονται στο έδαφος σκορπισμένα, απ' τα οποία η τοποθεσία ονομάζεται "ΚΟΚΚΑΛΙΑ". Παλαιότερα, που η περιοχή καλλιεργούταν από το γειτονικό χωριό, το υνί έφερνε στην επιφάνεια τεμάχια από διάφορα εξαρτήματα και όπλα.
Για περισσότερες πληροφορίες ερευνήστε στο Internet «Γαλάτες στη Ελλάδα».
(8)Στις εκκλησίες των χωριών αυτών, ο Στυλιανός Υφαντής(1875-1971), πατέρας της μητέρας μου, εκκλησιαστικός ξυλογλύπτης, λεπτουργός, ιεροψάλτης, που αναπαύεται στο νεκροταφείο του χωριού Μ.Κάψη, φιλοτέχνησε πολλά έργα. Κάποια απ’ αυτά που κοσμούν 60 εκκλησιές της Ρούμελης. Για περισσότερα ο αναγνώστης μπορεί να πληροφορηθεί στα παρακάτω link:

Επιμέλεια-Ανάρτηση: Τάκης Ευθυμίου

Δεν υπάρχουν σχόλια: