Αστραπόβολο & δοξασίες του λαού
(του Ζάχου Ξηροτύρη)
Το λέει το όνομά του, είναι το βόλι της αστραπής. Αυτό το βόλι όταν πέφτει αστραπή στη γη, λιώνει τις πέτρες και τα μέταλλα και από τα λιωμένα με τ’ άλλα σχηματίζεται ένας θόλος μεγέθους μικρού αυγού.
Αυτό λοιπόν το χρυσό αυγό οι χωρικοί μας το λεν αστραπόβολο. Όποιος σταθεί τυχερός και βρει ένα τέτοιο το φυλάει για φάρμακο και όταν άνθρωπος ή ζώο πέσει από βράχο ή δέντρο και χτυπήσει ξύνει λίγο από αυτό με το μαχαίρι και το κάνει σκόνη, το λιώνει στο νερό, το ανακατεύει και το πίνει όποιος έχει πάθει εσωτερική αιμορραγία, κάνει αναγκαστικά εμετό, βγαίνει το σκοτωμένο αίμα και καθαρίζει το στομάχι. Και δεν είναι φάρμακο μονάχα, αλλά και φυλαχτό και αντιμαγικό.
Πόσες και πόσες φορές δεν έπεσε αοτραποβόλο και τι ζημιές δεν έκαμε
σε άψυχα και ζωντανά και σε ανθρώπους, πόσοι δεν είναι σκοτωμένοι από αστραπόβολο.
Ο λαός γι’ αυτό το χρυσό μήλο, έτσι το φαντάζεται με την τρομερή δύναμη του, πιστεύει πως άμα πέσει χάνεται σαράντα οργιές μέσα στη γη και βγαίνει σιγά - σιγά απάνω στην επιφάνεια της γης ύστερα από σαράντα μέρες κι όποιος το βρει είναι μεγάλος τυχερός, το κρατάει απάνω του για φυλαχτό και αντιμαγικό.
Οι χωρικοί μας όταν θέλουν να καταραστούν κάποιον του εύχονται να τον βρει «κακό αστραπόβολο», γιατί σ’ όποιον πέσει δεν έχει σωτηρία.
Οι πρόγονοί μας για τον κεραυνό πίστευαν ότι είναι οργή Θεού που ξεσπάει. Ο Δίας, μάλιστα, τέτοιος θυμώδης που ήταν, διατηρούσε και εντεταλμένον κεραυνοφύλακα και σαν τέτοιον κατάλληλο βρήκε τον αετό και κείνος εξαπέλυε τους κεραυνούς όπου και όταν έπαιρνε εντολή από το Δία.
Ακούμε βροντές και βλέπομε αστραπές να προέρχονται από τόσο ψηλά, ε αυτά όλα είναι ξέσπασμα του υψηβρεμέτη, του Κεραύνιου Δία, δεν πέφτουν έτσι στα κούφια και δεν πήρε αυτά τα ονόματα έτσι τυχαία ο βασιλιάς των θεών Δίας.
Μάζευε, μάζευε ο μεγάλος αυτός θεός του Ουρανού ο Νεφεληγερέτης τα
σύννεφα και ύστερα ξέσπαγε κι έριχνε κάτω στη γη αστραπόβολα και τρόμαζε τον άνθρωπο με τα φοβερά του βόλια. Και δεν το ‘κανε για φόβο μόνο, αλλά και κατακεραύνωνε όποιον ήθελε να εκδικηθεί και να τον τιμωρήσει.
Στο θυμό του απάνω αυτός ο μεγάλος θεός σκουντούφλιζε, γινόταν βλοσυρός, γέμιζε τα βουνά από σύννεφα βαριά, στέλνει τη θύελλα λίγο αργοπορημένη γιατί την ώρα εκείνη σκέφτεται πού να ορμήσει. Και σαν ορμήσει και ταραχτεί ο τόπος και τα ουράνια από αστραπές και βροντές, ξερνάει τις χρυσές οχιές και κείνες στριφογυρίζουν με την ουρά στη γη και το κεφάλι στον ουρανό.
Από αυτή την ουρά εκσφενδονίζεται ο κεραυνός στη γη και ξεθυμαίνει η θύελλα και ξεθυμώνει ο Ζευς και η θύελλα φεύγει μακριά και η γαλήνη ξανάρχεται ήρεμη και ηλιοφορεμένη.
Τα δέντρα όσα γλύτωσαν από την ανεμοθύελλα και τα αστραπόβολα, λύγισαν ξαναλύγισαν, έσκυψαν το κορμί τους μα νίκησαν και τώρα ξαναορθώνονται περήφανα.
Αυτή την περηφάνια φαίνεται δεν ανέχεται ο βασιλιάς των Θεών και πιο πολύ οχτρεύεται τον περήφανο έλατο, αμάχι μεγάλο υπάρχει μεταξύ τους. Λες και ζηλεύει το ολόισο κορμί του έλατου, το ψήλωμα και την περηφάνια του και ρίχνεται ακάθεκτο το αστραπόβολο και άμα τον πετύχει του ξεσκίζει τα σωθικά του, ενώ φέρνεται τόσο ιπποτικά στην Οξυά.
Μας το λέει και το δημοτικό τετράστιχο «απ’ τα έλατα να φεύγεις, κι’ από
τη βελανιδιά μακριά, μόνο στην Οξυά από κάτω βρίσκεται σε σιγουριά».
Γιατί κυνηγάει τόσο πολύ τον έλατο και μάλιστα όποιον έλατο βρίσκει ξεμοναχιασμένον είναι άγνωστο, είναι μυστικό του αστραπόβολου.
Τίποτε άλλο δεν τον τρομάζει το γερό έλατο, παλεύει με βοριάδες και νοτιάδες, με θύελλες και χιονιάδες μα δε λυγίζει το ευλογημένο αυτό δέντρο του Χριστού που το φκιάσε ολόισιο και στην κορφή σταυρό, κι ας ήταν ένα ξηρό μαδέρι όπως λέει ο μύθος.
Εκείνος για να σκάσει το Σατανά που τον στέργιωσε είπε στο Χριστό «ανέβα απάνω σα μπορείς να δεις τη δύναμη σου». Κι ο Χριστός δεν άργησε το ζωντάνεψε, του ‘καμε τα κλαδιά του σα σκαλωσιές κι ανέβηκε στην κορφή και κει έστησε το Σταυρό.
Ο καημένος ο έλατος εκεί ψηλά που βρίσκεται υποφέρει από τα χιόνια μα δεν το βάνει κάτω. Είχε κι άλλον ανώτερο προορισμό, σ’ αυτόν βρήκε καταφύγιο η κλεφτουριά μας και σαν να μην το
‘φταναν οι τόσοι οχτροί του, τον κυνηγάει και τ’ αστραπόβολο και πιο πολύ άμα τον βρει ξεμωναχιασμένον.
Μπορεί να μην ήξεραν και δεν ήξεραν γράμματα οι χωρικοί μας και δεν ήξεραν ότι ο Δίας κεραυνοβόλησε με το βόλι του το αστραπόβολο και έκαψε
την ερωμένη του Σεμέλη, πιστεύει όμως ο λαός ότι κάποιος δαίμονας εξαποστέλλει τους κεραυνούς και κεραυνοβολούν δέντρα, κοπάδια πρόβατα μα και ανθρώπους.
Επιμέλεια-Ανάρτηση:
Τάκης Ευθυμίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου