Πως έλειψε η κλεψιά
στη Γλούνιστα (Δρυμαία) Καλλιδρόμου
(του Γιάννη Στρογγύλη)
Στην βορεινή πλαγιά του Καλλίδρομου, δεξιά του αμαξιτού δρόμου
Δαδιού-Λαμίας, όταν αρχίζει η ανηφοριά, ένα όμορφο χωριουδάκι απλώνεται στο
προσήλιο του βουνού, η Γλούνιστα.
Έχει χτιστεί σε μικρή απόσταση από τα
ερείπια της αρχαίας πόλεως Δρυμαίας - κατ’ άλλους Δρυμίας - ενός από τους
αξιοσημείωτους συνοικισμούς του λεκανοπεδίου του Κηφισού με πολύ αρχαία παράδοση,
γιατί εκεί κοντά βρέθηκαν τα ερείπια του αρχαίου ναού της «Θεσμοφόρου
Δήμητρας», δωρικού ρυθμού, για την λατρεία της οποίας πανηγυρίζονταν κάθε χρόνο
«τα Θεσμοφόρια».
Πρέπει να σημειωθεί, ότι ο ομώνυμος παλιός
Δήμος Δρυμαίας, που αγκάλιαζε και τα κοντινά χωριά, εθεωρείτο ένας από τους πιο
εύπορους της Φωκικής περιοχής.
Η σύγχρονη Γλούνιστα, αποτελούμενη από
γεωργούς και κτηνοτρόφους στις αρχές του 20ού αιώνα, πράους και
εργατικούς, αφοσιωμένους στις φαμίλιες τους και στη δουλειά τους, χωρίς
γκρίνιες και τσακωμούς, ένα φαινόμενο που σκίαζε αρκετά χωριά, στα οποία οι
άνθρωποι για ψύλλου πήδημα άρχιζαν τους καυγάδες, ανέπτυξε ένα αξιόλογο σύστημα
για να καταπολεμήσει την κλοπή, η οποία είχε αρχίσει να κάνει την εμφάνιση της
στα εξαρτήματα του γεωργού.
Το πρωί, που οι χωρικοί έφταναν
στα χωράφια τους για να ρίξουν στην γη τον ευλογημένο σπάρο, αλλουνού είχαν
κλέψει το υνί, αλλουνού το αλέτρι, την τριχιά ή το χαλινάρι του ζώου κλπ. Ένας
ατελείωτος καυγάς άρχιζε χωρίς αποτέλεσμα, γιατί οι κλέφτες εύρισκαν πάντοτε
την ευκαιρία να κάνουν τη δουλειά τους.
Οι δραγάτες (αγροφύλακες), άλλοτε γιατί δεν
μπορούσαν ν’ ανακαλύψουν τους δράστες, κι άλλοτε γιατί δεν ήθελαν να μαρτυρήσουν
πρόσωπα συγγενικά και φιλικά και μερικές φορές γιατί κι οι ίδιοι συμμετείχαν
στο ξαλάφρωμα των χωριανών τους, δεν μπορούσαν να προσφέρουν αποτελεσματική
βοήθεια για την αντιμετώπιση του κακού, που όσο πήγαινε και φούντωνε.
Έτσι στα ήσυχο χωριουδάκι κάθε Κυριακή,
ύστερα από τη λειτουργία, στη σύναξη στο προαύλιο της εκκλησιάς άναβε ο καυγάς
και το χωριό γίνονταν ανάστατο. Το ίδιο συνέβαινε και τ’ απόβραδο, όταν οι
χωριανοί γύριζαν από τις δουλειές τους.
Ο παπάς του χωριού, ο παπα-Δημήτρης
Κυριαζής, μ’ όλες τις συμβουλές του δεν γίνονταν πουθενά ακουστός, κι αυτό άρχισε να τον ανησυχεί.
Τότε σκέφτηκε να προσφύγει στον άγιο του
χωριού. Έπεισε τους συγχωριανούς του να διορίσουν φύλακα των γεωργικών εργαλείων και όλων των γεωργικών εξαρτημάτων τον Αη-Γιάννη
τον Πρόδρομο.
Έτσι κάθε γεωργός στην εποχή
του αλωνισμού έπρεπε να προσφέρει στην εκκλησιά τού Άγιου 10 οκάδες σιτάρι κι ο
άγιος θ’ αναλάμβανε τη φύλαξη.
Πάνω στ’ αλέτρια, υνιά,
σαμάρια, χαλινάρια, σχοινιά, τσάπες, τσεκούρια κλπ. κολλούσαν ένα κομμάτι
τενεκέ με την επιγραφή: «Άγιος Ιωάννης» κι ειδοποιήθηκαν όλοι οι κάτοικοι των
γύρω χωριών, ότι κάθε κλέφτης των παραπάνω ειδών από την Γλούνιστα θα είναι
κλέφτης του Αγίου, γιατί κάθε πράγμα που θα
χάνονταν θα το πλήρωνε ο Άγιος.
Τον πρώτο χρόνο εισέπραξε ο Άγιος
96,25 δρχ. και πλήρωσε 56, τον δεύτερο 180,50 και πλήρωσε 99,50, τον τρίτο
179,40 και πλήρωσε μόνο 16,50.
Ο κόσμος με το φόβο του Άγιου
συνήθισε σιγά - σιγά να μην κλέβει κι έτσι ο Άγιος έγινε ο άγρυπνος φύλακας των χωριανών, αυτοί δε ησύχασαν από τις
κλοπές.
Με τα περισσεύματα των προσφορών αγοράσθηκε
στα επόμενα χρόνια ένας χρυσοκέντητος επιτάφιος Ρωσικής προελεύσεως και μία
εικόνα της Θεοτόκου, έργα τέχνης, πού δεν υπήρχαν ούτε σε εκκλησιές της
πρωτεύουσας.
Δεν ξέρω αν σώζονται ακόμα και
σήμερα, αλλά οι Γλουνιστιώτες, με την πίστη τους στη δύναμη του Άγιου, κοιμόντουσαν
ήσυχοι, γιατί τον είχαν άγρυπνο φύλακα των εργαλείων τους κι απόδιωξαν τη
βάρβαρη συνήθεια της κλεψιάς, χωρίς αστυνόμευση και καταδίκες.
Πηγή: «ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΣ», Μάρτιος 1974
Επιμέλεια-Ανάρτηση: Τάκης Ευθυμίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου