TREILER

Το παρόν Ιστολόγιο έχει σκοπό να περισώσει & να προβάλλει τη ρουμελιώτικη ιστοριολαογραφία -

Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2023

Άρπυιες

ΑΡΠΥΙΕΣ

Του Τάκη Ευθυμίου από το βιβλίο του: «Μυθικά παράξενα όντα του ελληνικού χώρου»

Ανάμεσα στα τέρατα τα μυθικά που τρόμο προκαλούσαν και δέος, ήταν και οι Άρπυιες οι φοβερές, τα πνεύματα τα φτερωτά και ανήκουν στην προολύμπια θεϊκή γενιά, τότε που ο άνθρωπος γνώριζε πρωτόγονους φόβους, καθώς ήταν ανίσχυρος στη δύναμη της φύσης. Άρπαζανπως φανερώνει το όνομά τους) τις ψυχές και τα μικρά παιδιά. Μερικές φορές τις εικόνιζαν επάνω στους τάφους και τις παράσταιναν να μεταφέρουν την ψυχή του νεκρού μέσα στα νύχια τους. Κάποτε, μας λένε οι διηγήσεις, παρέδιδαν τα άτυχα κορίτσια που αρπάχτηκαν από το σπίτι του πεθαμένου πατέρα τους στην υπηρεσία των Ερινύων. Γι’ αυτό και ο Βιργίλιος τις τοποθέτησε αργότερα στην είσοδο του Κάτω Κόσμου μαζί με τα άλλα τέρατα.

Οι Άρπυιες χρησιμεύουν σαν αλλογορίες ή προσωποποιήσεις των ακολασιών στη διπλή τους έννοια: του εγκλήματος και της τιμωρίας. Δίνεται ολοκληρωτικά έμφαση στη δυναμική φύση τους και αναπαριστάνονται σε στάση ταχύτατης κίνησης όπως συμβαίνει με τις Ερινύες και τις Γοργόνες. Κατά τον Μεσαίωνα εμφανίζονται πολλές φορές στη διακοσμητική τέχνη σαν απλά εμβλήματα του ζωδιακού συμβόλου της Παρθένου στη μουσική σημασία του. Η οικοσημική Άρπυια παρουσιάζεται χωρίς την έννοια του κακού.

Ποιες ήταν όμως οι τερατόμορφες γυναίκες που προκαλούσαν τόσο τρόμο; Και πώς έμοιαζαν;

Ήταν θυγατέρες της Γης και του Πόντου. Η όψη τους ήταν φοβερή, γυναίκες εφοδιασμένες με φτερά ή ακόμη σαν πουλιά με γυναικείο κεφάλι. Έχουν νύχια γαμψά για να αρπάζουν ακόμα κι όταν παριστάνονται με δάχτυλα ανθρώπινα. Ο μύθος στον οποίο παίζουν τον πιο σημαντικό ρόλο είναι του βασιλιά Φινέα, που τον είχε χτυπήσει μια κατάρα· ό,τι έβαζε μπροστά του, οι Άρπυιες του το άρπαζαν, κυρίως την τροφή· ό,τι δεν μπορούσαν να το αρπάξουν, το μόλυναν με τα περιττώματά τους. Όταν πέρασαν από εκεί οι Αργοναύτες, ο Φινέας τους ζήτησε να τον απαλλάξουν από τις Άρπυιες. Τότε ο Ζήτης και ο Κάλαης, οι Βορεάδες, καταδίωξαν αυτούς τους δαίμονες και τους ανάγκασαν να πετάξουν μακριά. Η Μοίρα όμως όριζε πως οι Άρπυιες δεν θα πέθαιναν, παρά μόνο αν τις έπιαναν οι γιοι του Βορέα. Αντίστοιχα θα έπρεπε να πεθάνουν και αυτοί, αν δεν κατάφερναν να τις φτάσουν. Η πρώτη Άρπυια, κατά τη διάρκεια της καταδίωξης, έπεσε μέσα σ' ένα ποτάμι της Πελοποννήσου, που ύστερα από αυτό το γεγονός πήρε το όνομα Άρπυια. Η άλλη έφτασε ως τα νησιά Εχινάδες, που ονομάστηκαν κατόπιν Στροφάδες ή Νησιά της επιστροφής. Αλλά η Ίριδα στάθηκε τότε μπροστά στον Κάλαη και τον Ζήτη, εμποδίζοντάς τους να σκοτώσουν τις Άρπυιες, που ήταν οι «υπηρέτριες» του Δία. Ως αντάλλαγμα για τη σωτηρία τους υποσχέθηκαν να αφήσουν στο εξής ήσυχο τον Φινέα και κρύφτηκαν μέσα σε μια σπηλιά της Κρήτης. Μία αποκλίνουσα παράδοση αναφέρει πως οι δύο γιοι του Βορέα σκοτώθηκαν καθώς καταδίωκαν τις Άρπυιες, αλλά αυτή η παράδοση είναι μεμονωμένη.

Οι Άρπυιες βυθίστηκαν στα βάθη της γης, κάτω από την Κρήτη, ενώ η Ίρις, η οποία είχε προσκαλέσει τους Βορεάδες, να σκοτώσουν «τους σκύλους του Διός», (όπως λέει ο Απολλώνιος ο Ρόδιος), ξαναγύρισε στον Όλυμπο. Ο Ησίοδος αναφέρει δυο Άρπυιες: την Αελλώ «με τα γρήγορα σαν άνεμο πόδια), και την Ωκυπέτη, ή Ωκυθόη για το γρήγορο πέταγμα και τα γρήγορα πόδια της. Αναφέρεται, επίσης, κι ένα άλλο όνομα η Κελαινώ, η σκοτεινή. Υπάρχει κι ακόμα μία η Μάψαυρα, ανεμοστρόβιλος. Έλεγαν πως οι Άρπυιες είχαν ενωθεί με το θεό-άνεμο Ζέφυρο, από τον οποίο γέννησαν άλογα, τον Ξάνθο και τον Βαλίο, τα δύο θεϊκά άλογα του Αχιλλέα, που ήταν τόσο γρήγορα όσο και ο άνεμος, τον Φλογέο και τον Άρπαγο, τα άλογα των Διοσκούρων.

Στην απαρχή του κόσμου, ο άνθρωπος ήταν μόνος, φοβισμένος, παγωμένος, έρμαιο στη δύναμη της φύσης. Τότε, πλάι στη μεγάλη φωτιά, στα βάθη των σπηλαίων, οι πρώτοι άνθρωποι εφηύραν τις ιστορίες να ξορκίσουν το κακό που κατά πολύ τους ξεπερνούσε. Και…κάπως έτσι, από στόμα σε στόμα, από φόβο σε φόβο, γεννήθηκαν οι αρπαχτικοί δαίμονες, και προσωποποιήθηκαν οι θυελλώδεις άνεμοι οι Άρπυιες. Και κάποιοι από αυτούς, όταν δάμαζαν το θεριό του φόβου μέσα τους, στη θαλπωρή και την ασφάλεια της συντροφικότητας, άφηναν το δαίμονα και συναντούσαν το πνεύμα το καλό που καθοδηγούσε το χέρι τους, βάζοντας την ψυχή τους στις υπέροχες βραχογραφίες που και σήμερα μας μαγεύουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: