«ΝΕΧΩΡ’ ΥΠΑΤΗΣ ΤΟ
ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΙΔΙΩΜΑ»
[Του Τάκη Ευθυμίου]
Νεχωρίτες κουβεντιάζουν στην ντοπιολαλιά τους (πηγή φωτό: περιοδικό
«Νεχωρίτικα»)
Ο ευρυμαθής Νεχωρίτης φιλόλογος Δημήτρης Χ. Παπαναγιώτου άλλη μια φορά μας εξέπληξε
ευχάριστα με το νέο του πνευματικό δημιούργημα «ΝΕΧΩΡ’ ΥΠΑΤΗΣ ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ
ΙΔΙΩΜΑ». Πρόκειται για ένα γλωσσικό νεχωρίτικο πολυεργαλείο, που παρόμοιό του
θαρρώ δεν υπάρχει στην ανάλογη βιβλιογραφία.
Με το Δημήτρη
είμαστε γνώριμοι από παλιά και μάλιστα ευδόκησα να του παρουσιάσω στα Λουτρά
Υπάτης, από κοινού με το φίλο Βασίλη Κανέλλο, το προηγούμενο βιβλίο του «Βουνίσια
Σκέψη».
Η βιωματική του
γνώση της νεχωρίτικης ντοπιολαλιάς, η λατρεία του για τον γενέθλιο τόπο και οι
βαρύνουσες ερευνητικές και συγγραφικές του περγαμηνές, κοσμούν ζηλευτά το
βιογραφικό του και εγγυώνται εκ των προτέρων την αξιοσύνη της νέας του
συγγραφικής απόπειρας.
Το βιβλίο αυτό
χαρακτηρίζεται ιδιαίτερο και μοναδικό στο είδος του για το λόγο ότι διαφέρει απ’ όλα τα
γνωστά γλωσσικά λεξικά επειδή ο συγγραφέας δεν αποσκοπεί στο να παραθέσσει μονάχα ξερές λέξεις, αλλά επιτυγχάνει κάτι ουσιοδέστερο, την αποκρυπτογράφηση των βιωμάτων μιας παλιότερης εποχής της κλειστής κοινωνίας του Νεχωριού Υπάτης. Και δίχως άλλο τα βιώματα είναι αυτά που πλάθουν, εντελώς αβίαστα και φυσικά, το τοπικό γλωσσικό ιδίωμα.
Έτσι το μελέτημα προσδιορίζεται ως ένα θαυμάσιο φαντασμαγορικό αφήγημα της μητρικής γλώσσας τού συγγραφέα.
Έτσι το μελέτημα προσδιορίζεται ως ένα θαυμάσιο φαντασμαγορικό αφήγημα της μητρικής γλώσσας τού συγγραφέα.
Περιλαμβάνει
κατ’ αρχήν τη Φωνητική του
νεχωρίτικου ιδιώματος, μια ζωντανή πολυγραμματική με ιδιότυπους κανόνες.
Στη συνέχεια
ακολουθεί η Σημασιολογία και Ετυμολογία λέξεων και φράσεων μ’ ένα
μοναδικό τρόπο που μονάχα ο Δημήτρης Παπαναγιώτου γνωρίζει ν΄ αποτυπώνει με τη
γραφίδα του. «Πιότερο μιλάω με την πέννα παρά με το στόμα» μου
εκμυστηρεύτηκε! Κάθε λέξη ή φράση που επιλέγει από τη γνώριμή του ντοπιολαλιά
την πολυσεργιανάει από τα ομηρικά μονοπάτια έως τις σημερινές νεοελληνικές
λεωφόρους της γνώσης, υπογραμμίζοντας όμως σθεναρά το γνήσιο ντόπιο ιδίωμα, που
είναι και το ζητούμενο.
Και το πολύμοχθο
μελέτημά του ολοκληρώνεται με το ντόπιο δημοτικό
τραγούδι και τη μορφολογία του, όπως το ρυθμό, τα μέτρα, τα τσακίσματα και το
τραγούδημα.
Ο μέγας
διδάσκαλος του γένους Αδαμάντιος Κοραής διατείνεται με υπερηφάνεια πως το
σπουδαιότερο βιβλίο του Έλληνα είναι το λεξικό του. Ο πολιτισμός κάθε λαού
καθρεφτίζεται στη γλώσσα του. Κι αυτό το γνωρίζει πολύ καλά ο Δημήτρης
Παπαναγιώτου γι’ αυτό και διέσωσε αριστοτεχνικά την ντοπιολαλιά των προγόνων
του. Παρέλαβε προγονικό γλωσσικό πλούτο και παραδίδει πνευματικό θησαυρό!
Να τι γράφει ο
ίδιος: «Με τις λέξεις που περιέχονται σε τούτη την εργασία κύλησα μια ζωή. Τις
πρόκαμα ζωντανές, τις κουβέντιασα, τις άκουσα βγαλμένες, ειπωμένες απ’ των
χωριανών τ’ αχείλια, τις χάρηκα και δεν τις απαρνήθηκα ποτέ». Και
συνεχίζει: «Ο θεός μας χάρισε μια γλώσσα ζωντανή, εύρωστη, πεισματάρα και
χαριτωμένη που αντέχει ακόμη, μολονότι
έχουμε αξαπολύσει όλα τα θεριά να τη φάνε. έφαγαν όσο
μπόρεσαν αλλά απομένει μαγιά. Έτσι θα ‘λεγα παραφράζοντας το Μακρυγιάννη… Η
μαγιά λιγοστεύει και δε μένει πια καιρός για να μείνουμε αμέριμνοι… γιατί τότε
θα βρεθούμε μπροστά σε μια γλώσσα εξευτελισμένη, πολύσπερμη και ασπόνδυλη. (Γ. Σεφέρης, Η γλώσσα στην ποίησή μας. Δοκιμές Β΄, Ίκαρος 1981,162 κ.)
Από μένα δεν έχουν παράπονο. Όσες μπόρεσα, χώρεσα, τύλωσα στα γραφτά μου. Με το γόνα. Όπως τα βριζόνια με τ’ άχερα. Και στο λόγο τις κρατάω… Από τους λίγους αμητούς. Τέτοια θημωνιά, τέτοιο βλησίδι. (πβ. και τη γνώμη του Παλαμά για τις ντοπιολαλιές. Σε πόσα γλωσσάρια δεν ξανοίγουμε γλωσσικούς θησαυρούς που μήτε τους υποψιαζόμαστε, Γράμματα, Αθήνα 1907, 2.102). Καλά δεν πήρες χαμπέρι πως όποιος βυθίζεται στη λαϊκή ψυχή όπως μας δείχνεται στη γλώσσα του και στα ήθη του μοιάζει με τη μέλισσα που όσο βαθύτερα μπαίνει στην καρδιά του λουλουδιού, τόσο αφθονότερα χρυσώνονται τα φτερά του από τη γύρη του. (Ν. Π. Ανδριώτης, Η γλώσσα του Παλαμά, Νέα Εστία, 1943, 237). Όπως χρυσώθηκαν ενού Σολωμού, ενού Παλαμά, ενού Σεφέρη, ενού Ελύτη, ενού Ρίτσου. Ή παντέχεις πως θα ματαβρεθεί κόσμος με τέτοια γλωσσοπλαστική δύναμη κι ευχέρεια, να συλλαμβάνει την έκφραση στην πρώτη φρεσκάδα της γέννησής της.
Από μένα δεν έχουν παράπονο. Όσες μπόρεσα, χώρεσα, τύλωσα στα γραφτά μου. Με το γόνα. Όπως τα βριζόνια με τ’ άχερα. Και στο λόγο τις κρατάω… Από τους λίγους αμητούς. Τέτοια θημωνιά, τέτοιο βλησίδι. (πβ. και τη γνώμη του Παλαμά για τις ντοπιολαλιές. Σε πόσα γλωσσάρια δεν ξανοίγουμε γλωσσικούς θησαυρούς που μήτε τους υποψιαζόμαστε, Γράμματα, Αθήνα 1907, 2.102). Καλά δεν πήρες χαμπέρι πως όποιος βυθίζεται στη λαϊκή ψυχή όπως μας δείχνεται στη γλώσσα του και στα ήθη του μοιάζει με τη μέλισσα που όσο βαθύτερα μπαίνει στην καρδιά του λουλουδιού, τόσο αφθονότερα χρυσώνονται τα φτερά του από τη γύρη του. (Ν. Π. Ανδριώτης, Η γλώσσα του Παλαμά, Νέα Εστία, 1943, 237). Όπως χρυσώθηκαν ενού Σολωμού, ενού Παλαμά, ενού Σεφέρη, ενού Ελύτη, ενού Ρίτσου. Ή παντέχεις πως θα ματαβρεθεί κόσμος με τέτοια γλωσσοπλαστική δύναμη κι ευχέρεια, να συλλαμβάνει την έκφραση στην πρώτη φρεσκάδα της γέννησής της.
Ο συγγραφέας το
χρέος του προς τη γενέτειρα και τους χωριανούς του το έπραξε για πολλοστή φορά
και με το παραπάνω.
Φίλτατε Δημήτρη
θερμά συγχαρητήρια!
Καλοτάξιδο και
καλοστεριωμένο το νιόβγαλτο βλασταράκι σου στον κόσμο της απέραντης γνώσης!
Τάκης Ευθυμίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου