TREILER

Το παρόν Ιστολόγιο έχει σκοπό να περισώσει & να προβάλλει τη ρουμελιώτικη ιστοριολαογραφία -

Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2022

"Προς την άγια σπηλιά" του Γ. Σαντάρμη

Προς την άγια σπηλιά

Τη νύχτ’ απόψε ακούγονται χαρούμενα τραγούδια

                    στους θείους τούς ουρανούς,

πύλες ιερές ανοίγουνε και βγαίνουν Αγγελούδια,

                    για τόπους μακρινούς.

 

Σε σκάλα ουρανοκρέμαστη, σ’ ανάγερη μια σκάλα,

                    άλλα φτεροκοπούν,

όλο χαρά ’ναι ανέκφραστη κι όλο ευφροσύνη κι άλλα

                    πάν’ τ’ άγγελμα να πουν.

 

– Χριστός γεννιέται, διαλαλούν, στον Κύριο αλληλούια,

                    στο Βρέφος ωσαννά,

ας το φωνάξουν οι λαοί με πλούσια πολυβούια,

                    ξανά ας το πουν, ξανά.

 

Τ’ ακούν’ έξω οι τσοπάνηδες,που βόσκουν τα κοπάδια,

                    και νεύουν στα σκυλιά,

απαρατάνε τις βοσκές, αφήνουν τα λιβάδια,

                    κινάν’ για τη σπηλιά.

 

– Ε, τσοπανόπουλο, γιατί εδώ έχεις απομείνει;

                    – Στα ζώα είμαι πιστός

προστάτης, τα ’χω κι έννοια μου για του καιρού τη δίνη.

                    – Φυλάγει τα ο Χριστός.

 

– Έλα κι εσύ, αθώο παιδί. Τ’ άστρο ψηλά δε βλέπεις

                    για όλους πως φωτά;

Είναι το άστρο το λαμπρό της επουράνιας σκέπης,

                    τ’ άστρο που περπατά.

 

Κι εσείς, σκυλιά των κοπαδιών, λουφάξ’τε απόψε κι ούτε

                    να σέρνετε λαλιά,

καθήστε στις λουφάχτρες σας και στήστε αυτί, ν’ ακούτε

                    τι φθάνει απ’ τη σπηλιά

 

Ω, νύχτ’ απόψε ιερή και νύχτα ευλογημένη,

                    οδεύουν οι βοσκοί

για τη σπηλιά, ένας χτυπά φλογέρα μαγεμένη,

                   άλλος φυσάει ασκί.

 

Πνοές περνάνε ανέγνωρες και λεπτομυρωμένες,

                    αγέρια ελαφρά,

και οι χλωμές οι αγραμπελιές οι καταξηραμένες

                    φύλλα βγάζουν χλωρά.

 

Της σπαραγγιάς, που κράτησε τ’ αμέτρητα βελόνια,

                    δεν αγκυλώνουν, δες,

βαμπάκια τα ’κανε απαλά και κάλεσε τριζόνια

                    να ’ρθούν να πουν ωδές.

 

Ως κι η λευκάκανθα κι αυτή, που δεν ανθεί ποτέ της

                    τη βαρυχειμωνιά,

τι μυστικό έχει μέσα της απόψε, κι ο ανθοδέτης

                    λουλούδια βγάζει νια.

 

Κι ένα πουλί, που μέθυσε μ’ άγιο μεθύσι, λάλο

                    πουλί, πια δε λαλεί.

– Αηδόνι, καλά σώπασες, μηνάει Αγγελούδι άλλο

                    τη θεία ανατολή.

 

Βλέπουνε Μάγους οι βοσκοί, θωρούν τρεις στρατολάτες,

                    τ’ αστρί τους οδηγά,

βοσκούς και Μάγους δέχονται, τη νύχτ’ ετούτη, οι στράτες,

                    χιονιάς δεν τους λυγά.

 

Αιώνες δεν εγνώρισαν τέτοιους κόσμους αγνώστους

                    ως τώρα, ούτ’ έχουν δει,

τραβούν με τους πιο ολάκριβους τούς λογισμούς εντός τους,

                    ω, για το θείο Παιδί.

 

Γοργά βαρεί στα στήθη τους, γοργά χτυπά η καρδιά τους,

                    λιγόστεψε, στρατί,

θα σπάσει απ’ τη λαχτάρα τους κι απ’ την πολλή χαρά τους,

                    τους χτύπους δεν κρατεί.

 

Τρέχει ένα τσοπανόπουλο, στη θύρα πρώτο φθάνει,

                    κοιτάζει στη σπηλιά,

μέσα ο Χριστός, η Παναγιά, μέσ’ Άγγελοι επουράνιοι,

                    μέσα φωτολουσιά.

 

Γυρίζει πίσ’ ο νιός βοσκός, στους άλλους βλάχους πάει

                    και λέει και διαλαλεί.

– Τρέξ’τε, ο Χριστός μες στο παχνί, με τη Μητέρα πλάι,

                    γύρω Άγγελοι πολλοί!

 

Σαν μπήκα στη φτωχή σπηλιά, εσήκωσε το χέρι

                    σ’ εμέ τ’ Άγιο Παιδί,

μ’ ευλόγησε κι ολάστραφτε, σαν άγνωρο άλλο αστέρι,

                    όπου δεν έχω δει.

 

– Τα πρόβατα εγκατέλειψες μονάχα μες στη νύχτα,

                    δεν καρδιολαχταρείς;

– Μήτε πρόβατο βέλαζε, μήτε σκυλί αλύχτα,

                    ησύχασαν νωρίς.

 

– Τ’ αρνάκι, που φορτώθηκες, σαν τι το έχεις κάνει;

                    – Το πήρα στη σπηλιά,

στρώθηκε πλάι στ’ Άγιο Παιδί, σα στη δική του στάνη,

                    σα σε ζεστή αγκαλιά.

 

Μου ’πε Άγγελος εδώ να ’ρθω, ν’ αφήσω τα κοπάδια,

                    θα ’χουν αυτόν φρουρό,

σαν πάμε πίσω στις βοσκές, θα τραγουδώ τα βράδια

                    το Βρέφος το Ιερό.

 

Σωπάσθε τις φλογέρες σας, τα γνώριμα τραγούδια

                    τα ολοβραδινά,

να πούμε στο νεογέννητο Παιδί, με τ’ Αγγελούδια,

                    ψάλματα ορθρινά.

 

Φεύγει πια η νύχτα της ζωής, μια νέα ζωή χαράζει,

                    που έχει μόνο αρχή,

το Βρέφος είναι ο Χριστός, Αυτός τον κόσμο αλλάζει,

                    Αυτός κανοναρχεί.

                                                   Γιάννης Ανδρ. Σαντάρμης

Γλωσσάρι

αγραμπελιά, η = φυτό αναρριχητικό με ξυλώδες στέλεχος, τα φύλλα του είναι μικρά και απλά στην αρχή, πολυσχιδή στην ωρίμανσή τους, τα άνθη του είναι άσπρα και αρωματικά, που έχουν άφθονους και μακριούς στήμονες, ζεμπελίνα, γκορμπένι, κληματίδα, κουρπενιά.

αλυχτώ (για σκύλο) = γαυγίζω.

ασκί, το = μουσικό πνευστό όργανο, που αποτελείται από κατεργασμένο δέρμα, συνήθως κατσικιού, από το επιστόμιο (φυσάρι), φτιαγμένο από κέρατο ή κόκκαλο ή ξύλο, προσαρμοσμένο στον λαιμό του ασκού, και από τους ξύλινους αυλούς, τοποθετημένους στα μπροστινά πόδια τού τομαριού, εκ των οποίων ο δεξιός (μπουρί), ως 1,20 εκατοστά μακρύς, είναι άτρυπος και κρατεί το μπάσο, κι ο αριστερός (τσαμπούνα), μήκους 60-70 εκατοστών, έχει 7 τρύπες και παράγει τους ήχους, συνηχούν δε οι αυλοί και οι 2 μαζί, γκάιδα, τσαμπούνα, άσκαυλος.

σπαραγγιά, η = φυτό του αγρού, έχει λεπτό, σχοινοτενές στέλεχος, που σέρνεται ή αναρριχιέται, μακριούς έχει επίσης και τους μίσχους εναλλάξ στους κόμβους των κονδύλων, οι οποίοι μίσχοι περιβάλλονται από φύλλα, σαν μικρά βελονάκια, φυτρωμένα 10-15 μαζί ακτινωτά, τα άνθη της είναι λευκά ή κίτρινα και μικρά.

Επιμέλεια-Ανάρτηση: Τάκης Ευθυμίου

Δεν υπάρχουν σχόλια: