TREILER

Το παρόν Ιστολόγιο έχει σκοπό να περισώσει & να προβάλλει τη ρουμελιώτικη ιστοριολαογραφία -

Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2025

ΦΘΙΑ Ύμνος ομηρικός

 

ΦΘΙΑ - Ύμνοσ ομηρικόσ

νθα Φθίη κείται, πολυλήϊος κα εανδρος,
ν κόλπ γαίης Φθιώτιδος, π θρυν τε κα Οίτην απύν,
μητρόπολις Μυρμιδόνων, νδρν σπίδι χαλκεί
τέρπονται πολέμοιο κα λκς καμάτου.

Ο χρυσς ν Φθί πολς οδ ργύρου θαμα,
λλ ρετ κα κλέος παλαιν προγόνων νεστιν.
Τείχεα δ οχ ψηλ κα ορανν μφιβαίνοντα,
λλ στερε λίθοισι, μένοντα κα ν χαλεπ νέμ·
ς τε κα νδρες ασι, βραχίονες ερυμέτωποι,
σιγ μλλον λόγ χαίροντες γορήν.

ν μέσ δ ρα οκος Πηλος ρωος στη,
αλα ερύχωροι, πατημέναι ποσσ γενεν,
νθα ποτ χιλλες, πόδας κς μύμων,
πας τι νήπιος ν δόρυ σκιρτν διδάσκετο,
κα Θέτις ργυρόπεζα, θε λιγενεία,
νύκτας μφιπολεύουσα μινύριζε γόον ανόν,
μοραν δυρομένη, τν οδ θάνατοι λύουσιν.

Λαο δ μφ πόλιν νέμοντο πεδίον πολυβότρυν,
πποι θ κύποδες κα βόες ργιόδοντες·
νδρες δ ν σκιερ δοράτων κονητρες,
τοιμοι καλέσαντος ρηος λαλκς.

Βωμο δ θανάτων καπνν νέπεμπον ς αθέρα,
Δι Ξενί, Ποσειδάωνι γαιήοχ,
κα Νηρηίδεσσι βαθυκρήμνοισι θαλάσσης·
λλ μάλιστα τιμσιν ρετν κα αδ,
κα φήμην ρωος μένει μετ θάνατον.

Διιπετς δ ρα Σπερχεις ρρέε δι ερείας γαίης,
ψυχρν δωρ προχέων, πατρς Δις γλαν δρον·
πολλ δ χιλλες μιν ν β εξάμενος ρρεξεν,
θρέψαντα πόδα θον κα μένος σβεστον ρωος,
φρα κα ς Τροίην νόστου χάριν λάσκοιτο.

Τοίη Φθίη γένετο, θρέπτειρα ταχέος λεθρου
κα κλέος θάνατον· ξ ατς γρ ρως
βη ς Τροίην, εδς ν φρεσν ασυλαέργοις
ς νόστος μν βραχς, κλέος δ φθιτον αεί.

 

ΦΘΙΑ

(Μετάφραση στη Νεοελληνική Γλώσσα)

Εκεί απλώνεται η Φθία, πλούσια σε λάφυρα και γενναίους άνδρες,
στην αγκαλιά της φθιωτικής γης, κάτω από την απόκρημνη Όθρυ
και την ψηλή Οίτη·
μητρόπολη των Μυρμιδόνων, πολεμιστών
που χαίρονται την ασπίδα τη χάλκινη
και την ακούραστη ορμή της μάχης.

Δεν είναι το χρυσάφι που αφθονεί στη Φθία,
ούτε το ασήμι που θαμπώνει τα μάτια·
είναι η αρετή που κατοικεί εδώ
και το κλέος των παλιών προγόνων.
Τα τείχη της δεν υψώνονται ως τον ουρανό,
μα στέκουν στερεά, χτισμένα με πέτρα γερή,
ανθεκτικά στους άγριους ανέμους·
όμοιοι κι οι άνδρες της πόλης:
γεροδεμένοι, πλατύστερνοι,
που αγαπούν περισσότερο τη σιωπή
παρά τα λόγια της αγοράς.

Στο κέντρο στέκει ο οίκος του Πηλέα του ήρωα,
με αυλές πλατιές, πατημένες από τα βήματα γενεών.
Εκεί κάποτε ο Αχιλλέας, ο άμωμος, ο γοργοπόδαρος,
παιδί ακόμη, μάθαινε να σκιρτά με το δόρυ στο χέρι.
Κι εκεί η αργυρόποδη Θέτιδα,
η θεά που γεννήθηκε από τη θάλασσα,
γύριζε τις νύχτες ψιθυρίζοντας πένθιμο θρήνο,
θρηνώντας τη μοίρα
που ούτε οι αθάνατοι δεν μπορούν να λύσουν.

Γύρω από την πόλη απλώνονταν εύφορα χωράφια,
γεμάτα τσαμπιά καρπών,
γρήγορα άλογα και λευκόδοντα κοπάδια.
Κι οι άνδρες, στη σκιά, ακόνιζαν τα δόρατά τους,
πάντα έτοιμοι όταν ο Άρης
θα σήκωνε την κραυγή της μάχης.

Οι βωμοί των θεών έστελναν καπνό στον αιθέρα:
στον Δία τον Ξένιο,
στον Ποσειδώνα τον γαιοσείστη,
και στις Νηρηίδες των βαθιών θαλασσών.
Μα πάνω απ’ όλα τιμούσαν την αρετή και την ντροπή του πολεμιστή,
και τη φήμη του ήρωα
που μένει ζωντανή και μετά τον θάνατο.

Διπλόφυτος ο Σπερχειός κυλά,
μέσα απ’ την πλατιά γη τα δροσερά του νερά χύνει,
δώρο λαμπρό του Δία, του πατέρα των θεών.
Κι ο Αχιλλέας, νέος ακόμη, πολλά του ζήτησε,
και το πέτυχε· μεγάλωσε το πόδι του ταχύ,
και τη φλόγα της ανδρείας άσβεστη,
για να κερδίσει την εύνοια του ποταμού
και να επιστρέψει στην Τροία με δόξα.

Τέτοια ήταν η Φθία:
τροφός γρήγορου χαμού και αθάνατου κλέους.
Από αυτήν ξεκίνησε ο ήρωας για την Τροία,
γνωρίζοντας βαθιά στην ψυχή του
πως ο γυρισμός θα ήταν σύντομος,
μα η δόξα του άφθαρτη στους αιώνες.

Δεν υπάρχουν σχόλια: