TREILER

Το παρόν Ιστολόγιο έχει σκοπό να περισώσει & να προβάλλει τη ρουμελιώτικη ιστοριολαογραφία -

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011

Ζακόνια

ΖΑΚΟΝΙΑ
του Κώστα Ι. Παπαμίχου από το βιβλίο του:
«Αναπαλμοί»

Πάρτε βουνά τον πόνο μου, γκρεμοί το στεναγμό μου,
Πιες τε θεριά την πίκρα μου, κορφές τον οδυρμό μου.
τι έχει και κλαίει ο Κωνσταντής, θρηνεί και καταριέται,
αναστενάζει, δέρνεται και να το πει ντεριέται;
Έμεινε τώρα μόνος του, μόνος και πικραμένος,
κι απ' τις παλιές συνήθειες του, για πάντα ξεκομμένος.
Δώστε μου άνεμοι φτερά, καιροί αντρειοσύνη,
δώστε μου νιότη και φωνή, υγειά και γεροσύνη,
να πάρω τον ανήφορο, να βγω μες τις ραχούλες,
στα πλάγια τα αποσκιερά, να σκύψω σε βρυσούλες,
να πλύνω τα χεράκια μου, να νίψω τη μορφή μου,
να βρέξω τα χειλάκια μου και το ζεστό κορμί μου
κι ύστερα να συλλογιστώ και να αναπολήσω,
τα όνειρα που έζησα, να σιγοτραγουδήσω.

Τότες, στα χρόνια τα σκληρά, πουχα με τους γερόντους,
ελπίδα κι αποκούμπι μας, στους δύσκολους τους χρόνους,
που ορμήνευαν τα παιδιά, που διάταζαν τ' αγγόνια,
που εξητάζαν τις γιορτές, κρατούσαν τα ζακόνια.
Ήταν ο κόσμος του χωριού, της στρούγκας και της στάνης,
μια εργατιά πασίχαρη της γλίτσας, της σκαπάνης,
που έσφυξε από ζωή, συγύριο, ζωηράδες,
με τα πουλιά, με τα σκυλιά, κατσίκια και αρνάδες.
Τη μέρα, όλοι στη δουλειά, το βράδυ στην καλύβα,
ελέγαμε για το Θεό και τη γλυκιά πατρίδα.
Εκάναμε τις κοληγιές, σπέρναμε τα χωράφια
και στα αλώνια σμίγαμε τα σόια, τα συνάφια.
Στο θέρισμα σταυρώναμε στις στράτες καλημέρες,
τραγούδια πανωσάμαρα στέλναμε στους αιθέρες.
Στις βρύσες πίναμε νερό, γεμίζαμε βαρέλες,
στο πανηγύρι στο χορό, κάναμε χίλιες τρέλες.
Στους μύλους και στις εκκλησιές πιάναμε τις κουβέντες
κι οι κοπελιές τα ταίριαζαν με τους καλούς λεβέντες...

Τώρα δε βρίσκω στο χωριό άνθρωπο να σταυρώσω,
να πω την καλημέρα μου, γλυκό φιλί να δώσω.
Τώρα ποιον να βρω στο βουνό, με ποιον να κουβεντιάσω,
σε ποιο τραγούδι να σταθώ και ποιο σκοπό να πιάσω;

Δεν υπάρχουν σχόλια: