ΚΕΡΑΥΝΟΣ ΑΝΑΣΤΑΤΩΝΕΙ ΤΗ ΛΑΜΙΑ
(Χρονικό 10 Αυγούστου 1871)
του Τάκη Λάππα
(Πίνακας: Γιάννα Ξέρα) |
Το φθινόπωρο έφτασε. Τα πρώτα σημάδια φάνηκαν κιόλας. Απ’ την Κυριακή συννέφιασε στη Λαμία κι έδειχνε πως φάνηκαν τα πρωτοβρόχια. Το μεσημέρι της Τρίτης, στις 10 του Αυγούστου 1871, μαύρισε ο ουρανός. Τα σύννεφα κρέμασαν και φαινόταν πως από στιγμή σε στιγμή θ’ άρχιζε η βροχή.
Στις 5 το δειλινό πέσαν οι πρώτες σταγόνες και μεμιάς τα σύννεφα αναλύθηκαν. Άγρια νεροποντή ξέσπασε πάνω στην πολιτεία, που όσο πήγαινε και δυνάμωνε. Δεν ήταν μονάχα «καταιγισμός» νερού, μα το ακολουθούσαν αδιάκοπα άγρια αστραπόβροντα. Συνηθισμένο για τους Λαμιώτες και μάλιστα στα πρωτοβρόχια.
Άξαφνα, στις 5.45΄ παράξενη λάμψη φώτισε όλη την πολιτεία, που τη συνόδευσε φοβερή βρονταριά που ταρακούνησε τον τόπο, λες κι έγινε μεγάλος σεισμός. Συθέμελα σείστηκε η πόλη. Την ίδια στιγμή, στα σπίτια και τα μαγαζιά, που ήταν κάτω και κοντά στο κάστρο, ακούστηκαν να πέφτουν στις στέγες διάφορα αντικείμενα, κομμάτια από οβούζια, και να σπάζουν τα κεραμίδια. Από κοντά κι άλλος κρότος. Σωριάστηκε η σκεπή του στρατώνα που βρισκόταν πάνω στο κάστρο, κοντά στο μέρος που έγινε η έκρηξη.
Τη στιγμή αυτή να τι έγινε στην πόλη, όπως παραστατικά την περιγράφει η λαμιώτικη εφημερίδα «Ανατολική Ελλάς» (Αύγουστος 1871):
«…Συνάμα δε, λίθοι, μύδροι, σφαίραι, βόμβαι, εκπυρσοκροτηταί και πλείστα τοιαύτα σώματα καταστρεπτικά χαλαζηδόν εκ των πέριξ οικιών έπιπτον, εκεί δ’ ένθα αι σφαίραι δεν ηδύναντο να φθάσωσιν, η Ισχυρά δόνησις τας υέλους των παραθύρων κατέθραυσε, θύρας δε και παράθυρα μακράν ανετίναξεν. Οι άνθρωποι, εννοήσαντες ότι η του φρουρίου πυρίτις ανεφλέχθη, έφευγαν τήδε κακείσε, αψηφούντες την ραγδαίαν επ’ αυτών πίπτουσαν βροχήν, περί ουδενός δ’ έτερου φροντίζοντες ή πως την εαυτών διασώσωσι ζωήν. Σπαραξικάρδιον καθίστατο το θέαμα τοσούτων ανθρώπων, των μεν τρεχόντων άσκεπων των δε ανυπόδητων, παιδίων ολολυζόντων παρά ταις μητράσιν αυτών απορούσαις περί του πρακτέου, τους πόδας άχρι των σφυρών εντός των ρυάκων έχουσαις, το δ’ άπαν σώμα περίρρυτον».
Οι Λαμιώτες, που όλοι είχαν ξεπορτίσει από τα σπίτια τους, καταλάβανε το τι είχε γίνει. Κεραυνός είχε χτυπήσει μια απ’ τις αποθήκες στο κάστρο που φύλαγαν μέσα πυρομαχικά. Άρπαξε φωτιά και την ανατίναξε. Φυσικό λοιπόν ν’ απλωθεί αυτός ο πανικός στους κατοίκους. Και τον τρόμο αυτό δυνάμωσε στους Λαμιώτες σαν ακούστηκε ο σαλπιχτής του στρατού με την τρουμπέτα του να σαλπίζει συναγερμό, μέσα στους δρόμους και τα σοκάκια. Στη βροχή αναστατώθηκε και ξεσηκώθηκε ο κόσμος. Στο σκοτάδι και στην καταιγίδα, σάστισαν και δεν ξέρανε κατά που να κάνουν, που να πάνε, να γλυτώσουν απ' αυτό το μεγάλο κίνδυνο που τρέχαν.
Στό κάστρο δεν υπήρχε μονάχα μια αποθήκη με μπαρουτόβολα, μα κι άλλες ακόμα. Ας μην ξεχνάμε πως τότε η Λαμία ήταν «μεθόριος». Για τούτο είχαν συγκεντρώσει κει πέρα τόσο πολεμικά υλικό κι είχαν μετατρέψει το φρούριο σε απέραντη πυριτιδαποθήκη.
Ο κεραυνός χτύπησε το τζαμί πού βρισκόταν στη δυτική μεριά του κάστρου και το είχαν μεταβάλει σε αποθήκη με πολεμοφόδια. Το αστροπελέκι βρήκε το μιναρέ του τζαμιού, γιατί ήταν το ψηλότερο σημείο του φρουρίου. Αυτά προφασίζονταν οι αρμόδιοι για δικαιολογία, που τα αλεξικέραυνα, όσα είχαν τοποθετήσει σε διάφορες μεριές, ήταν χαλασμένα τα περισσότερα και δε δούλευαν.
Ο μιναρές αυτός φαίνεται στην ακουαρέλα που δημοσιεύουμε.
Λες κι ο Δίας επίτηδες σημάδεψε κι έρριξε το πύρινο βέλος του πάνω στ’ αλλόθρησκο τέμενος!...
Το ευτύχημα όμως για τους κατοίκους και την πολιτεία ήταν που η νεροποντή έσβησε τη φωτιά στο τζαμί και δεν πρόκανε ν’ απλωθεί και στις άλλες μπαρουταποθήκες. Πυροσβεστική υπηρεσία δεν υπήρχε και κανείς δεν αποτολμούσε να ζυγώσει στην Ακρολαμία. Υπήρχε ο κίδυνος και στις άλλες αποθήκες που κι αυτές ήταν γεμάτες πυρομαχικά.
Στο τζαμί - μπαρουταποθήκη είχαν μέσα βάλει 7.400 οκάδες στρατιωτική μπαρούτη, 1.800 οβούζια (σφαίρες στρογγυλές για παλιά κανόνια) και 80 οκάδες κυνηγετική μπαρούτη. Η ζημιά όλη πού γίνηκε έφτανε το μισό εκατομμύριο δραχμές. Χρηματικά ποσό αρκετά μεγάλο για κείνο τον καιρό.
Υπήρξαν και θύματα. Ένας υποδεκανέας σκοτωμένος κι ένα δεκατετράχρονο παιδί. Αρκετοί λαβωμένοι, άλλοι βαριά, άλλοι ελαφριά. Στους λαβωμένους κι ο συντάκτης της τοπικής εφημερίδας «Φάρος της Όθρυος».
Η κυβέρνηση μεμιάς ενδιαφέρθηκε. Με τηλεγράφημα της διέταξε το διοικητή σκαπανέων Πάνου με μερικούς στρατιώτες που βρίσκονταν στη Χαλκίδα, να φύγει μη καράβι. Ξεμπαρκάρισε στη Στυλίδα κι έφτασε στη Λαμία. Πρώτη του δουλειά να συμμαζέψει τ’ αποκαΐδια στην Ακρολαμία και να επιθεωρήσουν τα «αντικεραύνια». Αν λειτουργούσαν σωστά.
Κι η αθηναϊκή εφημερίδα «Μέριμνα» (13 Αυγούστου 1871) μόλις μαθεύτηκε το τραγικό περιστατικό, έγραφε το πιο κάτω αυστηρό σχόλιο:
«Εν ταις πυριταποθήκαις του φρουρίου Ακρολαμίας υπάρχουσιν αλεξικεραύνια. Αλλά ταύτα δεν ήσαν, ως φαίνεται, τέλεια και ένεκα τούτου δεν είχον την δύναμιν να έλξωσι τον επισκήψαντα κεραυνόν και να διευθύνωσιν αυτόν εν τη γη. Διατί, ερωτώμεν, τα αλεξικέραυνα δεν ήσαν καλά; Διατί η κυβέρνησις να μη φροντίσει προ του να τελεσθεί η συμφορά, να λάβει τα απαιτούμενα προφυλακτικά μέτρα; Μήπως προς δικαιολόγησίν της θα ισχυρισθεί ότι δεν ηδύνατο τότε τοιούτον τι να υποπτεύσει; Ο ισχυρισμός ούτος, ον ηκούσαμεν παρά πολλών, είναι γελοίος. Τοιαύτα συμβάντα δεν είναι δυνατόν να ώσι γνωστά εκ των προτέρων και διά τούτο λαμβάνονται προφυλακτικά μέτρα προ του να συμβώσι ταύτα. Τι ωφελούσι νυν τα προφυλακτικά μέτρα, αφού το κακόν εξετελέσθη;.. . Έπρεπε να συμβεί προχθές το δυστύχημα της Λαμίας δια να ληφθώσι μέτρα προς επιδιόρθωσιν των εις τα δημόσια κτίρια υπαρχόντων αλεξικεραυνίων. Ούτω προχθές και χθες εγένοντο αντικαταστάσεις και διορθώσεις των βεβλαμμένων αλεξικεραυνίων των Ανακτόρων κλπ.».
Το τραγικό περιστατικό της Λαμίας στάθηκε αφορμή να εξετάσουν και να επισκευάσουν στην πρωτεύουσα τα «αντικεραύνια», του παλατιού και όπου αλλού είχαν τοποθετήσει.
Οι Λαμιώτες την άλλη μέρα απ’ το κακό, συνάχτηκαν στο Δημαρχείο κι αξίωσαν το πιο γρήγορο να ξεμακρύνουν τα πυρομαχικά απ’ την πόλη τους. Να τα μεταφέρουν στο «διαλελυμένο» τότε κοντινό τους μοναστήρι της Δαμάστας. Ο δήμαρχος Γιάννης Κυρώζης κι άλλοτε είχε διαμαρτυρηθεί γιατί είχαν μεταβάλει το φρούριο σε μεγάλη μπαρουταποθήκη. Πριν δυο χρόνια, η ίδια τοπική εφημερίδα «Ανατολική Ελλάς» (15 Οκτωβρίου 1869) είχε γράψει:
«Όλοι οι κάτοικοι της Λαμίας μετά δέους και τρόμου ενατενίζουσι προς το σημείον εκείνο της ακροπόλεως, ένθα είναι εναποταμιευμένη πυρίτις, υπολογιζόμενη εκατοντακισχιλίας οκάδας και όλοι ερωτώσιν ανυπομόνως αν θα επίκειται διαρκώς αυτός ο κρατήρ ο απειλών να καταστρέψει την πόλιν σύμπασαν».
Φώναξε τότε ό δήμαρχος, μα η στρατιωτική ανάγκη το επέβαλε. Αν λοιπόν αρπάζανε φωτιά κι οι άλλες αποθήκες το αυγουστιάτικο κείνο δειλινό στα 1871, τότε αλίμονο. Δε θα χανόταν μονάχα η Ακρολαμία, «το μεσαιωνικό αυτό μνημείο, λείψανον του αρχαίου τείχους» κατά τον Βορτσέλα, μα κι αυτή η πολιτεία ολάκερη θα είχε αφανιστεί. Τους γλύτωσε, όμως, τότε απ’ το αναπάντεχο κακό η νεροποντή.
Πηγή: «Φθιωτικά Χρονικά»
Επιμέλεια-Ανάρτηση: Τάκης Ευθυμίου
3 σχόλια:
Εντυπωσιακή ιστορία , Τάκη .
Την είχα ξανακούσει αλλά αυτές οι λεπτομέρειες ....!!
Θυμίσει αρκετά την καταστροφή των Τουρκικών πολεμοφοδίων στο Λιανοκλάδι τον Ιούνιο του 1824 , όπως γράφει ο Χαρίλαος Μηχιώτης.
Το δίδαγμα της ιστορίας είναι το πόσο γρήγορα το Ελληνικό κράτος διέγνωσε τον κίνδυνο και επιδιόρθωσε τα αλεξικέραυνα των ...ανακτόρων !!!
Πόσα άγνωστα περιστατικά κρύβονται μέσα στις κιτρινισμένες σελίδες των παλιών εφημερίδων.
Η προχειρότητα και η αδιαφορία διέκρινε από παλιά τις δημόσιες υπηρεσίες αυτού του τόπου, όταν επρόκειτο να διασφαλίσουν τα αυτονόητα του απλού λαού, σε αντίθεση με την άμεση επέμβαση όταν επρόκειτο να διαφυλάξουν τα συμφέροντα της εξουσίας.
Ίδιο χάλι παντού και πάντοτε, αγαπητέ Ηλία!
Δημοσίευση σχολίου