Η Αλαμάνα & ο Διάκος
στη Λογοτεχνία μας
[Πεζός
λόγος]
του Δημ. Κουτσολέλου
Έργο: Γιάννα Ξέρα |
Οι λογοτέχνες μας, έκθαμβοι μπροστά
στην υπέρτατη θυσία του
Διάκου
και
πλημμυρισμένοι
από
απέραντη
συγκίνηση,
τραγούδησαν και ύμνησαν το θρυλικό έπος της Αλαμάνας, εκφράζοντας τη βαθύτερη ψυχική δύναμη τους. Στα έργα τους μας έδωσαν εκλεκτά κείμενα κι ωραίες λυρικές εικόνες της ανδρείας
και
αυτοθυσίας
του
γίγαντα
της
Λευτεριάς.
Ύμνησαν
το κονταροχτύπημα του πνεύματος και της ύλης, του χρέους της καρδιάς και της βαρβαρότητας, της ελληνικής πίστης και της τυραννίας, της αρετής και της κακίας,
του Δαυίδ και του Γολιάθ!
Ύψωσαν ως τ' αστέρια το θαυμασμό και την ευγνωμοσύνη τους,
σαν
ύμνο
και
σαν
Ωσσανά
των
πανελλήνων.
Ζωντάνεψαν όλα τα σύμβολα κι όλες τις εικόνες,
που συνθέτουν την υπέροχη μορφή
του
Ρουμελιώτη
ήρωα.
Η
αποσπασματική
ανθολόγηση,
που
ακολουθεί,
αντιπροσωπεύει
την
πνευματική
δόνηση
των
λογοτεχνών μας,
κόσμημα της ελληνικής ψυχής κι ανύψωση του
εθνικού αισθήματος.
* * *
Ο ηρωικός Στρατηγός και Δάσκαλος του πολύπαθου Γένους μας
ΠΑΝΝΗΣ
ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ
(1797-1864), γράφει:
«Πατρίς, να μακαρίζης, γενικώς, όλους τους Έλληνες, που θυσιάστηκαν δια σένα, να σ' αναστηθούνε, να ξαναειπωθής άλλη από τον κατάλογο των Εθνών. Όλους αυτούς να τους μακαρίζης. Όμως να θυμάσαι και να λαμπρύνης εκείνους, οπού πρωτοθυσιάστηκαν εις την Αλαμάνα, πολεμώντας με τόση δύναμη Τούρκων...»
*
Ο κορυφαίος ιστορικός της νεώτερης Ελλάδας ΚΩΝ/ΝΟΣ ΠΑΠΑΡΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ (1815-1891), σημειώνει:
«Ο Διάκος ανήκει εις την παράδοσιν και την ιστορίαν και είναι κτήμα του λαού μάλλον ή της επιστήμης. Ανέτειλε ως μετέωρον λαμπρόν εν τη αυγή της Επαναστάσεως και εν ακαρεί άφαντος γενόμενος, κατέλιπεν όπισθεν αυτού την μνήμην μάρτυρος άμα και μαχητού».
*
Ο άξιος συμπολεμιστής του Διάκου στη δοξασμένη μάχη της
Αλαμάνας ΚΟΜΝΑΣ
ΤΡΑΚΑΣ διηγείται στο βασιλιά Όθωνα, που συνόδευσε στον ιερό χώρο:
«Αφού ετοποθετήσαμε τους στρατιώτας μας εις την μάχην, εμείναμε έφιπποι επί σιδηροφόρων ίππων, υπό την πλάτανον ταύτην, ενώ έπιπτεν αδιαλείπτως ψιλή βροχή και ωμιλούμεν περί της εκβάσεως της μάχης…».
*
Ο
ζωντανός
εκφραστής
του
Εικοσιένα
και
μεγάλος
της
Ρωμιοσύνης ΓΙαννης Βλαχογιάννης (1867-1945), τονίζει:
«Ο Διάκος φάνηκε άξιος της λαϊκής τιμής κι αντιπλήρωσε
την εκλογή με τον ηρωικό του θάνατο. Λίγους μήνες, που έδρασε, αρχίζοντας Αγώνας, έδειξε τα θαυμαστά χαρίσματα της ψυχής του. Όμως, καθώς και πολλούς άλλους διαλεχτούς, η μοίρα του δεν τον αγάπησε και του πήρε τη ζωή άγουρα».
*
Ο
πνευματικός
γίγαντας
του
Ελληνισμού
και
φλογερός
ποιητής
μας
ΑΡΙΣΤ.
ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ
(1824-1879), σε μια
συγχαρητήρια και συγκινητική επιστολή του όπως τον Νομαρχεύοντα, το έτος 1867, όπως Φθιώτιδας Θεμ. Κορομάντζο, σχετικά με όπως ενέργειες για την ανέγερση του ανδριάντα του Αθαν. Διάκου στη
Λαμία, γράφει, ανάμεσα στ’ άλλα:
«Δύνασαι να φαντασθής μόνος σου ποίας αγαλλιάσεως πρόξενοι υπήρξαν δι’ εμέ αι τελευταίοι επιστολαί σου και η ευγενής πρωτοβουλία, ην ανέλαβες όπως ανέγερσιν ανδριάντος του αειμνήστου εθνομάρτυρος, ον ευτύχησα να εξυμνήσω. Η Ελληνική Φυλή έζησε και ζη τρεφόμενη εκ των αναμνήσεων του παρελθόντος και μόνο εκ των τάφων όπως αρνείται την ισχύν και την νεότητα καθ’ ομοίωσιν των ανθέων εκείνων, άτινα παραδόξως αναπτύσσονται εν τοις κοιμητηρίοις, αδιασπάστως συνδεόμενα μετά των τεθνεώτων και το κάλλος και την ευρωστίαν αυτών ανευρίσκοντα εν τη ερημιά και τη απομονώσει... Δεν παραδέχομαι την προτομήν, αλλά θέλω πλήρη τον ανδριάντα του Διάκου ανυψούμενον επί κραταιός και ακλόνητου βάσεως... Εν τούτοις, αν ζήσω έως τότε, θα καταβάλω πάσαν προσπάθειαν, όπως παρευρεθώ και απαγγείλω τον επιτάφιον λόγον» (22.12.1867).
*
Ο εξαίρετος μελετητής και συγγραφέας του έργου «ΦΘΙΩΤΙΣ» ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΟΡΤΣΕΛΑΣ (1840-1913) υπογραμμίζει σχετικά:
«...Ο πρόωρος και σκληρός θάνατος του Διάκου ετραυμάτισε καιρίως τα σπλάχνα της Ελλάδος. Άπαντες οι Έλληνες βαρυαλγώς επένθησαν την στέρησιν του ενδόξου αρχηγού της
Λεβαδείας. Η δημοτική ποίησις, πιστός διερμηνέας της εθνικής
ευγνωμοσύνης, εξύμνησε τον ηρωισμόν του Διάκου δια διαφόρων ασμάτων, καθ' όλην σχεδόν την Ελλάδα αδομένων εν τοις κυκλικοίς χοροίς και ταις πανηγύρεσι μέχρι σήμερον».
*
Ο Διγενής Ακρίτας του πνεύματος, κορυφαίος συγγραφέας κι έξοχος
πολιτικός
ηγέτης
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ (1902-1986) σημειώνει:
«Επάνω απ' όλα — ας μου επιτραπεί αυτή η εξομολόγηση, που την εμπνέει ο συνδυασμός του ηρωισμού με τον, εκ των
προτέρων, βέβαιο ή σχεδόν βέβαιο θάνατο — οι τριακόσιοι νεκροί με τον μάρτυρα Αθανάσιο Διάκο στην Αλαμάνα, οι τριακόσιοι, που έπεσαν στο Μανιάκι, μαζί με τον «εξωλέστατον» Παπαφλέσσα και η έξοδος του Μεσολογγίου...».
*
Ο έξοχος συγγραφέας και λογοτέχνης ΘΕΜ. ΑΘΑΝΑΝΑΣΙΑΔΗΣ-ΝΟΒΑΣ (1894-1961) επισημαίνει:
«...Αλαμάνα σημαίνει Αθανάσιος Διάκος. Σοφή που είναι η μοίρα της Ελληνικής Ιστορίας. Βρισκόμαστε στην αυγή της Ελληνικής Επανάστασης. Θα ήταν αφύσικο να νικήσουν στην Αλαμάνα οι Έλληνες. Ήταν όμως ανάγκη να θυσιαστούν. Τη θυσία την πήρε απάνω του ο ένας και ο ένας αυτός λέγεται Αθανάσιος Διάκος... Η χαραυγή του Αγώνα, ωραία και παρθενική σαν χαραυγή, χρειαζόταν έναν ωραίο και παρθενικό ήρωα. Η μοίρα αυτούς χάρισε το Διάκο. Όλες
τις σελίδες της παγκόσμιας Ιστορίας να
ξεφυλλίσετε, δεν θα βρείτε ωραιότερο και παρθενικότερο. Ήταν η ίδια η χαραυγή προσωποποιημένη... Η Επανάσταση είχε ανάγκη από ένα σύμβολο και το σύμβολο είχε ανάγκη απ’ αυτές τις
τρεις αρετές: Τα νιάτα, την ομορφιά και το ράσο... Έρχομαι
σχεδόν να πιστέψω, ότι ο Διάκος δεν τράβηξε μόνο συνειδητά προς τη θυσία, αλλά και σχεδόν την οργάνωσε έως την έσχατη λεπτομέρεια, για να την κάνει περισσότερο ιστορική και ωραία. Έρχομαι σχεδόν να πιστέψω, ότι ο Διάκος διάλεξε μόνος τη
μέρα του θανάτου του: ανήμερα του Άι-Γιωργιού. Τον ‘Αι-Γιώργη είχε κεντημένο απάνω στην αρματολική σημαία του. Τη
μέρα του ‘Αι-Γιωργιού ακριβώς έληξε το ετήσιο αρματολίκι του. Κι ο Βαλαωρίτης θα ‘ρθει κατόπι να κάνει τον ποιητικό παραλληλισμό: Τροπαιοφόρος μεγαλομάρτυς Γεώργιος - τροπαιοφόρος μεγαλομάρτυς Αθανάσιος Διάκος... Ο Αθανάσιος Διάκος μοιάζει με το Λεωνίδα στην ιερή συναίσθηση του χρέους. Αλλά τον ξεπερνά σε ηρωική θέληση και σε τραγική ομορφιά. Γιατί ο Λεωνίδας έπεσε μαζί με τους τριακόσιους του. Ο Διάκος έπεσε σχεδόν μόνος. Ο Λεωνίδας έπεσε «τοις κείνων ρήμασι πειθόμενος». Ο Διάκος έπεσε τοις ιδίοις ρήμασι πειθόμενος...
Η Αλαμάνα ήταν μια ηρωική τρέλα. Αλλά η τρέλα αυτή ήταν ένα βάπτισμα πυρός. Ο Διάκος ήξερε, πώς κάνει μια τρέλα, αλλά ήξερε, πως η τρέλα αυτή θα φρονημάτιζε τους φρόνιμους. Σήμερα μπορούμε αδίσταχτα να πούμε, ότι περισσότερο με το θάνατο του παρά με τη ζωή του ο Διάκος υπηρέτησε την Επανάσταση... Αυτόν, που πρωτοθυσιάστηκε στην Αλαμάνα θυμόμαστε σήμερα. Τον θυμόμαστε, αλλά δεν τον κλαίμε.
Ο ίδιος, μέσα στο έπος του Βαλαωρίτη, μας έχει απαγορέψει τα κλάματα:
«Δε θέλω να με κλάψετε, θέλω, σαν πολεμάτε,
την πρώτη σας την τουφεκιά, το πρώτο σας το βόλι,
για μένα να το ρίχνετε, για την ψυχή του Διάκου».
Κι
αυτό
κάνουμε,
Έλληνές
μου.
Το
πρώτο
μας
βόλι
—πραγματικό ή
συμβολικό
—
το
πρώτο
βόλι
των
πολέμων
και
το
πρώτο βόλι των
ειρηνικών
αγώνων
μας
το
ρίχνουμε
πάντα
για
την
ψυχή των
μεγάλων
ηρώων.
Αρχίζοντας
απ’
αυτούς,
αρχίζουμε
απ’
την Ελλάδα».
*
Ο
διακεκριμένος
Βοιωτάρχης
λογοτέχνης,
ιστορικός
και συγγραφέας ΤΑΚΗΣ ΛΑΠΠΑΣ (1904-1995 ), ανάμεσα στ'
άλλα,
γράφει:
«... Η μοίρα θέλησε στον ίδιο περίπου αυτό τόπο να σμίξουν δυο ιστορικά περιστατικά, τόσο μεγάλης σημασίας στην ιστορία της Ελλάδας: Η μάχη του Αυγούστου το 480 π.Χ. και του Απρίλη στα 1821... Ο Θανάσης Διάκος έχει πάρει πια τη μεγάλη του απόφαση: πολεμώντας, να σκοτωθεί στην Αλαμάνα... Ο θάνατος του θα έπαιρνε μια πλατειά σημασία για τους επαναστατημένους
Γραικούς. Όπως και γίνηκε. Το όνομά του έγινε πια σύμβολο
και το τραγούδι του το θούριο για τους μαχητές. Οι Τριπολιτσιώτες, φεύγοντας ν' αντισταθούν στ' ασκέρια του Δράμαλη, τραγουδούσαν το τραγούδι του Θανάση Διάκου, όπως γράφει ο Μοραΐτης Σπηλιάδης... Το αθάνατο Εικοσιένα είναι γεμάτο από ηρωικές Μορφές. Σαν τον πολέμαρχο όμως της Αλαμάνας, τον πρωτολάτη αγωνιστή στην Ελληνική Επανάσταση, θαρρώ, πως δεν έχει άλλον. Ο διάκος του Μοναστηριού του Προδρόμου της Αρτοτίνας, που πέταξε τα ράσα, για να ζωστεί τ' άρματα και να τάξει τη ζωή του στη Λευτεριά της σκλαβωμένης Πατρίδας του, είχε γεννηθεί ήρωας και ήρωας πέθανε».
*
Ο κορυφαίος Δάσκαλος του Λόγου και του Ήθους, εκλεκτός στοχαστής και πολυταλαντούχο πνεύμα Ι. Μ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
(1901-1982) υπογραμμίζει, ανάμεσα στ'
άλλα:
«Η Λαμία είναι δεμένη με τη μνήνη το Θανάση Διάκου. Εκεί
ο τόπος του μαρτυρίου του... Κάθε φορά, που τον συλλογιούμαι, που συλλογιούμαι το θάνατό του, με συνεπαίρνει πόνος βαθύς. Είναι ακατανόητο, πόσο ξαρμάτωτους μας αφήνει η κτηνωδία. Ο θάνατος του Διάκου είναι μια έκφραση του Κακού, όταν αποφασίσει το Κακό να γίνει τέχνη... Η στερνή κραυγή, ο στερνός θρήνος του Διάκου δεν έρχεται μονάχα απ' τα πονεμένα του σπλάχνα. Έρχεται από τα σπλάχνα της Φυλής, από την προαιώνια Ιστορία, από τον προαιώνιο μύθο. Με το στόμα του Διάκου, μιλεί, την ώρα εκείνη, ο Έλληνας... Ο στερνός θρήνος του Διάκου
είναι ο αποχαιρετισμός προς το φως, προς την ελληνική αιθρία... Ο Διάκος ήταν ο έτοιμος. Τον έπλασαν γενιές και γενιές, με την αψηφησιά του κινδύνου, με την αγάπη της Λευτεριάς, με την
προσήλωση προς το υπέρτατο χρέος... Αγαπούσε το Θεό, αγαπούσε και τη Λευτεριά. Λευτεριά είναι κι ο Θεός. Έτσι, άφησε
την ψυχή του στην κατάνυξη, καρτερώντας να σημάνει η ώρα Κι όταν η ώρα εσήμανε, δεν συλλογίστηκε τίποτα. Έγινε πολεμιστής, για ζωή ή για θάνατο. Θα ήθελα ακόμη να πω, πόσο άμεμπτη είναι στο Εικοσιένα η παρουσία του Διάκου. Ο άσπιλος κι ο αμόλυντος. Άνθρωπος του Θεού και της Πατρίδας. Ένα κομμάτι κάθετο φως, χωρίς ίσκιο κανένα. Απ' όπου και αν τον κοιτάξεις, γαλήνη περισκεπάζει την ψυχή σου. Είναι μια κατάφαση, ένα ναι. Ο Διάκος δε στοχάζεται, νιώθει... Το πάθος του Θανάση Διάκου είναι προορισμένο να συγκινεί τον αιώνιο άνθρωπο. Η φωτιά, που τον έκαψε, κάποτε έσβησε. Μ' απόμεινε στον τόπο της μια χλωμή φλόγα θαμπή σαν το παλιό χρυσάφι. Κι έγινε τούτη η φλόγα η στερνή στεφάνι και κυκλογύρισε τ' αφανισμένο
του πρόσωπο. Κι έτσι, χωρίς είδος και χωρίς κάλλος, περιλαμπόμενο απ' την αναλαμπή των Παραδείσων, τον απόθεσε μ' ευλάβεια στη μνήμη των Ελλήνων».
*
Ο
ακαταπόνητος
κι
άξιος
ιστορικός
ερευνητής
ΦΑΝΗΣ
ΜΙ-ΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ (1901-1960), σημειώνει:
« Ένας θαυμάσιος κύκλος θρύλων και παραδόσεων του Ελληνικού Λαού καταυγάζει τη ζωή του ήρωα της Αλαμάνας και
στέφει με τις αμάραντες δάφνες του μαρτυρίου την αγγελόμορφη κι ηρωική φυσιογνωμία του. Το δημοτικό τραγούδι, το δράμα, το μυθιστόρημα και, γενικά, η ποίηση κι η τέχνη περιέβαλαν με τη λατρεία τους τ’ αγνό και περήφανο τούτο παιδί της
φύσεως…»
*
Είναι
χαρακτηριστικά
τα
λόγια
του
εξαίρετου
Καθηγητή
του Πανεπιστημίου
Αθηνών
ΚΩΝ/ΝΟΥ
ΜΕΡΕΝΤΙΤΗ
:
«Ο Διάκος είναι η υψηλότερα μορφή του αγώνος ημών κατά των Τούρκων, η ευγενεστέρα και ιδεωδεστέρα μορφή, διότι εχώρησεν εις τον βωμόν της θυσίας, εις τον υπέρ Πατρίδος ένδοξον θάνατον, δι' ουδενός άλλου ελαυνόμενος ή υπό καθαρωτάτου μόνον έρωτος της ελευθερίας· υψηλόφρων ήτο ο ανήρ
ούτος, ως ποτέ και ο Λεωνίδας, άμωμος, ιερός...».
*
Ο εξαίρετος πολιτικός και υπέροχος Ρουμελιώτης ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΛΑΤΗΣ (1897-1977), γράφει:
«Ο Διάκος έκλεινε μέσα εις την ψυχήν του όλην την ηρωικήν Ιστορίαν του Έθνους και τον συνεκίνει βαθύτατα η στάσις
του Λεωνίδα, ήτις τον παρεκίνει εις μίμησιν και τον ωθεί να γράψει νέας σελίδας θανάτου και δόξης. Λεωνίδας και Διάκος. Τους χωρίζουν αιώνες πολλοί —πάρα πολλοί— αλλά τους ενώνουν τα κοινά ιδανικά, οι κοινοί αγώνες, η κοινή θυσία…».
*
Ο διακεκριμένος λογοτέχνης και συγγραφέας ΔΗΜ. ΣΙΑΤΟΠΟΥΛΟΣ επίσης, γράφει:
«Ένας απ’
τους
κορυφαίους
κι
ωραιότερους
ήρωες
των
ελληνικών αιώνων
κι
αγώνων,
στάθηκε
ο
Αθανάσης
Διάκος,
που,
με την παλληκαριά
και
τη
θυσία
του,
σφράγισε
το
μεγάλο
Εικοσιένα... Ένα
σύμβολο,
το
ωραιότερο,
αγωνιστικότερο
και
μαρτυρικότερο, ο Αθανάσης Διάκος, έκαμε τη ζωή του ολοκαύτωμα των ιδανικών του
και
δικαίωσε
το
λόγο
του,
απ'
τον
εξώστη
της
Μητρόπολης της
Λειβαδιάς,
που
αυτός
απελευθέρωσε
την
1η
του Απρίλη του 1821, όταν είπε:
«Οι Έλληνες, για ν' απελευθερωθούν, πρέπει να γνωρίζουν να πεθαίνουν με τα όπλα στα χέρια».
*
Ο έξοχος λογοτέχνης, εμπνευσμένος συγγραφέας, άξιος παιδαγωγός και γενναίος αγωνιστής ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΖΟΡΜΠΑΣ, τονίζει:
«Η μάχη της Αλαμάνας αποτελεί μαχητική έκφραση συνειδητής και αμετάκλητης θέλησης γι' αντίσταση των ολίγων, αλλά φιλελεύθερων, με πλούσια ευψυχία, κατά της οργανωμένης βίας της ανατολικής τυραννίας και της δυτικής αντίδρασης των ανθελληνικών συμμαχιών των αυτοκρατόρων...».
«... Εβόγγηξαν πέρα τα βουνά. Εμούγκρισε η θάλασσα κι ένα αστροπόβροντο ξέσπασε... Σαν κλέφτικο σφύριγμα ν' ακούστηκε από καραούλι κι ένας λεβέντης, λέει, ξεπρόβαλε απ' την Αλαμάνα... Τον γνώρισε ο τσέλιγκας. Ίδιος ήταν κατά πως τον έχουνε στο μάρμαρο στημένο στη Λαμία με τη φουστανέλλα, τη φλοκάτη και το σπαθί σπασμένο. Σα να τον άκουσε να λέει:
— Βασιλιά ξακουσμένε, καλώς μας ήλθες πάλε στον τόπο, που δόξασες!
—
Καλώς σας βρήκα, Διάκο!
—
Το δρόμο σου ακολουθήσαμε. Το πνεύμα σου μας καθοδήγησε, Λεωνίδα. Οι μικροί κι αδύνατοι στερνό τους όπλο έχουν τη θέληση!
—
Με την αντίσταση μας έπεσε ο εγωισμός του αλαζονικού Ξέρξη.
— Η βία εξευτελίστηκε με τη θυσία...
— Θανάοση, να σε φιλήσω!
—
Κι εγώ, βασιλιά μου!
Ένα δυνατό αστροπέλεκο ξέσπασε, που φώτισε γης κι ουρανό...
Από τους πρωτοήρωες του 1821, λίγοι συγκίνησαν, τόσο πολύ, τους λογοτέχνες και καλλιτέχνες μας, όσο ο ωραίος κάλλει πρωταγωνιστής της Αλαμάνας Θανάσης Διάκος, με τη λεβεντιά, που συνίσταται στη συνύπαρξη ψυχικού δυναμισμού κι ανώτερου ήθους, τη θεληματική θυσία του και το μαρτύριο
του...».
*
Ο σοφός αφηγητής, ακούραστος πνευματικός άνθρωπος και πολύπειρος στοχαστής ΖΑΧΟΣ ΞΗΡΟΤΥΡΗΣ , γράφει:
«Από τα βιογραφικά στοιχεία, που οι μελετητές και οι ιστορικοί μας έχουν δώσει για τον ήρωα της Αλαμάνας, ξέρουμε, πως ο πρώτος μεγάλος νεκρός του Ιερού Αγώνα, νέος ακόμη τότε, στο κλαρί, σχεδόν εικοσάχρονος, ήταν κιόλας πρωτοπαλλήκαρο του γνωστού οπλαρχηγού της Δωρίδας Σκαλτσοδήμου…».
*
Ο σεμνός πνευματικός αγωνιστής, χαλκέντερος ιστορικός ερευνητής κι
έξοχος
κριτικός
ΠΑΝΟΣ
ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
(1898-1984) γράφει, επίσης:
«Δύο γράμματα στάλθηκαν, στις πρώτες ιστορικές ώρες του ξεσηκωμού της Ανατολικής Ρούμελης, από το Διάκο. Μ' αυτά
ζητούσε απ' το λαό και τους άρχοντες του ενίσχυση σε τρόφιμα και πολεμοφόδια για την επιτυχία του Ιερού Αγώνα, που είχε
επίσημα αποφασισθεί και κηρυχθεί στις 27 του Μάρτη του 1821 στο Μοναστήρι του Όσιου Λουκά, που υπήρξε ο χώρος του
ξεκινήματος των επαναστατών. Εκεί, όπως είναι γνωστό, οι, υπό τον Διάκο, αγωνιστές παρακολούθησαν την ιερή λειτουργία, χοροστατούντος του Δεσπότη Σαλώνων Ησαΐα, κι ασπάστηκαν το χέρι του, που κρατούσε τη σημαία της Επαναστάσεως, ενώ με τ' άλλο του χέρι ευλογούσε τους αγωνιστές, ψέλνοντας το: «Σώσον, Κύριε, τον λαόν Σου...».
*
Ο
γλαφυρός
αφηγητής,
λαμπρός
επιστήμονας
και
διδακτικός λογοτέχνης ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΣΙΤΣΑΣ (1905-1983), σημειώνει:
«Η χαλικόστρωτη πεδινή κοίτη του Ασωπού, που ξαπλώνεται κάτω από τα Πουριά έως τη σμίξη της Αλαμάνας, είναι κατάφυτη από ροδοδάφνες, που, την εποχή αυτή, γεμίζουν ρόδινα σαλπίσματα στο Απριλιάτικο πανηγύρι του κάμπου, με τ' αναρίθμητα
αγριολούλουδα, τις μαργαρίτες, τις ανεμώνες και τις παπαρούνες. Συγκινητική στιγμή, για να παραπονεθεί ο μάρτυρας:
«Για δες καιρό, που διάλεξε
ο Χάρος να με πάρει...»
***
Λίγους ήρωες εθρήνησε η Δημοτική Μούσα, μ' ένα σωρό τραγούδια της,
όπως το Διάκο...
Έτσι,
ο Σπερχειός, που απόκτησε δόξα αθάνατη, με τη θριαμβευτική και σωτήρια για την τύχη, του
Ελληνισμού
νίκη
του
Νικηφόρου
Ουρανού-Στρατηγού
του
Βασιλείου
Βουλγαροκτόνου,
που
έγινε
στις
όχθες
του
το 995 μ.χ., καθαγιάστηκε στη νεότερη βίβλο της Ιστορίας, με τη θυσία του μεγάλου ήρωα και μάρτυρα, του εκλεκτού αυτού τέκνου της Ρούμελης...»
Πηγή: «ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΣ»,
Απρίλιος 1990
Επιμέλεια-Ανάρτηση:
Τάκης Ευθυμίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου