Πρώτες ανασκαφές στους Δελφούς
(του Τάκη Λάππα)
Όσοι
περνάνε σήμερα από τους Δελφούς και στέκουν προσκυνητές
και μελετητές του Ιερού τούτου τόπου, είμαι σίγουρος, αν όχι όλοι, οι περισσότεροι αγνοούνε ότι
πάνω απ' τα αρχαία αυτά ερείπια, πριν από πολλά χρόνια, υπήρχε χτισμένο ένα μικρό χωριουδάκι: το
Καστρί.
Σχεδόν
τίποτα δεν γνωρίζουμε κατά τα τουρκοκρατούμενα χρόνια για το χωριό αυτό. Οι Ευρωπαίοι ταξιδιώτες που περνούσανε
από κει, συνεπαρμένοι απ' τ' όνομα Δελφοί, δεν καταδέχτηκαν παρά λίγες σειρές
να αφιερώσουν για το χωριό, που άθελά
του σκέπαζε τον «ομφαλό της Γης». Κι όμως στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας έλαβε μέρος ενεργά. Όταν μάλιστα στα 1823 ο Μπερκόφτσαλης πάτησε τη
Ρούμελη φτάνοντας τον
Ιούνιο (11) στο Καστρί, το έκαψε ολόκληρο.
Σαν ήρθαν τα ειρηνικά χρόνια κι οι Έλληνες ξαναφτιάχνανε την καταστραμμένη απ' τις εχθρικές
κατεβασιές Ελλάδα, οι Καστρίτες στο ίδιο μέρος ξαναχτίσανε και πάλι το
χωριό τους. Δεν ήταν όμως τυχερό να ριζώσει για πάντα. Κάτω απ' τα θεμέλια του
είχε ταφεί μια άλλη πόλη. Μαζί μ' αυτή κ' ένα μεγάλο όνομα. Μπορεί βέβαια να μη
νοιαζόντανε για όλα αυτά οι Καστρίτες, μα έλα πού ενδιαφερότανε όλος ο άλλος κόσμος! Φυσικό ήταν να καταστραφεί, όπως κι
οι άνθρωποι όσοι προσπαθούν να ζήσουν με ένα βαρύ κληρονομικό όνομα στη
ράχη. Με τη διαφορά ότι εδώ ήταν ανάποδα. Οι Δελφοί κρατούσαν πάνω τους το
Καστρί. Και δεν άργησαν οι Δελφοί να αποτινάξουν το μικρό χωριουδάκι, για να δώσουν
στον κόσμο τα ερείπια τους και να γίνουν τώρα τόπος
λατρείας για τους
αρχαιόφιλους, μελέτης για τους αρχαιολόγους και για τους ταξιδιώτες.
Για
τις πρωταρχικές ανασκαφές έχουμε μια σύντομη πληροφορία.
Δημοσιεύεται στην εφημερίδα Εστία (8.5.1903).
Ο Κωσ. Μεταξάς έκτακτος
επίτροπος Ανατολικής 'Ελλάδος Μαρτίου 1830 έγραψε προς τον έφορο του Εθνικού Μουσείου Αιγίνης Α.
Μουστοξύδη:
«Εις τους Δελφούς εξακολουθούν τα σκαψίματα. Εύρον διαφόρους αρχαιότητας και
νομίσματα και απεφάσισα να εξοδεύσω μόνον σαράντα τάλληρα δια το σκάψιμον, και
έπειτα σας στέλλω ότι ηύρα, και αφού με πληροφορήσετε ότι ευρεθείσαι
αρχαιότητες χρήζουν τουλάχιστον πενήντα φορές περισσότερον παρ' όσα εξόδευσα,
τότε εξακολουθώ τα σκαψίματα. Πάντοτε όμως
ελπίζω να ευχαριστηθήτε από τους Δελφικούς αγώνας μας... Εύρομεν και
διάφορα μάρμαρα, αλλά η μετακόμισις αυτών απαιτεί, καθώς σας προεγράφηκεν,
διάφορα εργαλεία, δια τα οποία επληροφορήσαμεν τον τοποτηρητήν μας να σας
σημειώσει δια να μας στείλετε. Χωρίς αυτά τα εργαλεία δεν επιχειριζόμεθα την
μετακόμισίν των, δια να μην τα μεταποπίσω από τας θέσεις των και δεν ημπορέσω
μετά ταύτα να τα μεταφέρω έως εις την θάλασσαν...».
Αυτά μονάχα έχουμε για
την εποχή του Καποδίστρια.
Τον
Αύγουστο του 1839, η τότε «επί των εκκλησιαστικών και της Δ. Εκπαιδεύσεως
Γραμματεία», δηλαδή ο τότε υπουργός Γ. Γλαράκης, υπόβαλε στον Όθωνα ένα
υπόμνημα που σώζεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Αρχείο Ανακτοβουλίου
Όθωνος). Γράφει:
«Ο περιώνυμος εν Δελφοίς
Ναός του Απόλλωνος ήτον το κοινόν των αρχαίων Ελλήνων, και αυτών των βαρβάρων
προσκύνημα, της γης ο ομφαλός, το μαντείον αφ' ου οι θεοί απεκάλυπτον εις τους
θνητούς το βιβλίον της ειμαρμένης. Ιδιώται, βασιλείς και δήμοι ολόκληροι,
προσήρχσντο μετ' ευλάβειας προσφέροντες πολυτελή δώρα, και ανδριάντες και αγάλματα
ανεγείροντο. Εκτός τούτου, ότι η Ελλάς ησθάνθη ότι η ένωσις είναι η πρώτη
εγγύησις της δυνάμεως, οι Δελφοί εκλέχθησαν ως έδρα των αμφικτυόνων, και ο
ανώτατος ούτος σύλλογος επέγραφεν εκεί επί μαρμάρων τα την τύχην όλων των
Ελληνικών λαών ρυθμίζοντα ψηφίσματα του. Αι διάφοροι των βαρβάρων εις την Ελλάδα εκδρομαί μετέβαλαν πολλάκις την τύχην των Δελφών, καθισταμένων πάντοτε του πρώτου ερμαίου της
αισχροκερδείας των εφορμών των. Οι θησαυροί διηρπάγησαν, τα αγάλματα
κατεδαφίσθησαν, οι ναοί εκρημνίσθησαν
και επί των ερειπίων των ίσταται σήμερον το μικρόν και πτωχόν χωρίδιον του Καστρίου».
Ως εδώ θα πήγαιναν καλά τα πράγματα για τους Καστρίτες, αν δεν έμπαινε στη μέση «το μικρόν και πτωχόν χωρίδιον του Καστρίου». Έπρεπε να τους
αδειάσει τον ιερό τόπο. Συνεχίζει λοιπόν ό Γλαράκης:
«Αλλ’ αυτή η παρελθούσα των Δελφών δόξα μας εγγυάται, ότι το
σημερινόν αυτών έδαφος πρέπει να καλύπτει πολλούς της αρχαιότητος και πολύτιμους θησαυρούς, την
τέχνην ουχ
ήττον διαφέροντος ή την επιστήμην. Αν αι χρυσαί πλίνθοι του Κροίσου
ελαφυραγωγήθησαν υπό ιερόσυλων κατακτητών, αλλά τα κοσμούντα τον Ναόν και το τέμενος αγάλματα
και ανάγλυφα
πρέπει κατά μέγα μέρος να σώζωνται ακέραια ή κολοβά υπό την σκόνην των αιώνων. Είναι δε επόμενον
να ευρίσκωνται
και πολλά των ψηφισμάτων του αμφικτυονικού συλλόγου, των οποίων η εύρεσις ήθελε χύσει φως μέγα
επί διαφόρων
εποχών της Ελληνικής_Ιστορίας. Επί πολύ η θέσις του
περίφημου Ναού ήτο άγνωστος και ενομίζετο ότι παν ίχνος του είχεν απολεσθή. Περιηγηταί είχον εύρει εντός του χωρίου τείχη
κεκαλυμμένα μ' έπιγραφάς, τας οποίας ο Βοίκιος εξέδωκε κατά μέρος εις την συλλογήν του, αλλ' εσχάτως προ τινών ετών εγχώριος τις εκ Δελφών, οικοδομών
οικίαν, εύρεν εντός των θεμελίων
διάφορα και γλυπτικής και αρχιτεκτονικής λείψανα, εις αυτόν ανήκοντα τον Ναόν. Τούτο έδωσεν άφορμήν εις την Γραμματείαν να ερευνήση ακριβέστερον
περί της θέσεως του Ναού, καί τω
όντι ανεκαλύφθη το έδαφος αυτού αμέσως
υπεράνω του ρηθέντος οικοπέδου. Η Γραμματεία σκεφθείσα ότι κατά πάντα λόγον είναι αναγκαίον να καθορισθή του ναού τουλάχιστον η θέσις εκ των νέων
εποικοδομημάτων, ότι τούτο απαιτεί και του τόπου η αρχαία φήμη και η ελπίς
της ευρέσεως γλυφών και επιγραφών, έπεμψε επιτοπίως
πρώτον μεν τον έφορον του Κεντρικού
Μουσείου, μετά δε ταύτα τον υπουργικόν
Σύμβουλον, κ. Ραγκαβήν, δια να ίδωσιν αυτοψί και συσκεφθώσι μεθ' ενός αρχιτέκτονος και των επιτόπιων αρχών, αν προς τούτο πρέπη να μετακομισθή αλλαχού
ολόκληρον το χωρίον και πού καί πώς, ή αν δύναται να ληφθή, άλλο
ευεφαρμοστότερον μέτρον».
Λιγάκι δύσκολο για τότε,
ολόκληρο χωριό που μόλις το ‘χανε
ξαναχτίσει να το γκρεμίσουν. Ο Γλαράκης όμως εύρισκε κάποια προσωρινή λύση. Υιοθετώντας τα συμπεράσματα
και τις γνώμες του Ραγκαβή, του εφόρου του Μουσείου και
του Διοικητή Φωκίδας, Ικανέ εισήγηση στο υπουργικό του υπόμνημα προς το βασιλιά, να τις αποδεχθεί. Κι
εξακολουθεί στο έγγραφο:
«Η μεταβίβασις του χωρίου εις άλλο μέρος θέλει μεν αφήσει ελεύθερον δι' ανασκαφήν ολόκληρον την θέσιν των αρχαίων Δελφών, αλλά συνεπιφέρει διαφόρους
ανυπέρβλητους δυσκολίας. Ουδείς βεβαίως θέλει εγκαταλείψει την οικίαν του, δια να οικοδομήση άλλην άνευ αποζημιώσεως, και η
ιδέα ότι δύναται να συμπαραλάβη και
την ύλη της παλαιάς του οικίας είναι εντελώς άτοπος, διότι η ύλη των καλυβών δεν
είναι τοιαύτης αξίας, ώστε να πληρώση τον κόπον και τα έξοδα της μετακομίσεως εις τόπον απέχοντα. Αλλ' εις ουδένα
των χωρικών συμφέρει να μετακομίση
την οικίαν του αλλαχού πριν ή ολόκληρον
το χωρίον μετακομισθή. Δια τούτο εγένετο πρότασις όχι να μετατοπισθή το χωρίον
ολόκληρον, αλλ' αυτό μεν να μένη
όπου και ήδη ίσταται δεικνύον των αρχαίων Δελφών την θέσιν, αι δε οικίαι
αι αρχαίον τι λόγου άξιον έδαφος καλύπτουσαι
να μετατοπισθώσιν αλλαχού εντός του αυτού χωρίου, εις μέρη ελεύθερα παντός αρχαίου λειψάνου. Κατά
την πρότασιν ταύτην ολίγαι μόνον
οικίαι, αι περί τας θέσεις όσας ο Παυσανίας
αναφέρει ως διακεκριμένος εις τους Δελφούς, δύνανται να κατεδαφισθώσι, διότι αποζημιούμενοι οι
οικοδεσπόται, δεν θέλουν έχει
ουδεμίαν δυσκολίαν να μεταβώσιν από μίαν εις άλλην εντός του χωρίου θέσιν. Προς
τοις άλλοις δε κατά τον τρόπον τούτον
δύναται να μη κατεδαφισθώσι και όλαι αύται πάλιν συγχρόνως, αλλά καθ' όσον τούτο ήθελε κρίνεσθαι αναγκαίον, δηλαδή καθ' όσον ήθελαν καταπίπτει και
ήθελε πρόσκεισθαι περί επισκευής ή νέας οικοδομής τινών εξ αυτών. Το υπό Στοιχ. Α' επισυνημμένον είναι σχέδιον του
χωρίου Καστρίου με όλας τας νυν
οικίας του, εξών αι κείμεναι επί των θέσεων α) του περιβόλου του Ναού, 6) της Λέσχης γ)
του θεάτρου, οικοδομημάτων αναφερομένων υπό του Παυσανίου, εχρωματίσθησαν με
βαθύτερον χρώμα, και είναι αι μόναι
κατεδαφιστέαι, ενεργούμενου του κατεδαφισμού καθ’ όσον μία εξ αυτών
καταπίπτει και πρόκειται να ανοικοδομηθή ή να έπισκευασθή. Ο αριθμός των
τοιούτων οικιών συμποσούται εις 53, η δε δι' αυτάς χορηγητέα αποζημίωσις κατά
τον ενταύθα υπό Στοιχ. Β' επισυνημμένον πίνακα της εκτιμήσεως, συμποσούται εις
45.146 δρχ. εξ ων μόνον αι 4.000 δρχ. είναι ανάγκη να δοθώσι προς το παρόν δι'
αποζημίωσιν του υπ' αριθ. 159 οίκου, άρτι οικοδομουμένου και ανορόφου εισέτι,
κειμένου εμπρός του περιβόλου του Ναού, επί θέσεως όπου εκοιλίσθησαν πολλά των
στηλών και των ζωοφόρων αυτού λείψανα, Η οικία αύτη είναι ανάγκη να κατεδαφισθή
αμέσως, διότι ούσα νεόκτιστος και ευρύχωρος θέλει κατέχει πάμπολλα έτη ακόμη
την σημαντικωτέραν του παλαιού περιβόλου θέσιν, και εις αυτόν δεν τον
οικοδεσπότην και εις τους των λοιπών καταδεδικασμένων οικιών είναι ανάγκη να
παραχωρηθή τόπος ίσος με τον υπ' αυτών
εγκαταλειπόμενον, εκ των χώρων των κειμένων αριστερώς και εμπρός του
χωρίου. Εις την παραχώρησιν ταύτην δύναται να συμπράξη ο Διοικητής Φωκίδας μετά
του αρχιτέκτονος Λαυρεντίου, όστις επιμελώς κατεμέτρησε των Δελφών το χωρίον
και κατέστρωσεν αυτού τον πίνακα. Τα νέα οικόπεδα κατά τινα ευρυθμίαν
διατεθειμένα δύνανται να παραχωρηθούν αμέσως εις τους ιδιοκτήτας, οίτινες,
οσάκις υποχρεούνται υπό της Κυβερνήσεως να οικοδομήσωσιν εις την νέαν θέσιν,
θέλουν αποζημιούσθαι δια την παλαιάν οικίαν των κατά την εκτίμησιν ήτις ήθελε
γίνει εκάστως, καθ' ην έποχήν ήθελε την εγκαταλείψει ο οικοδεσπότης. Κατά
τούτον μόνον τον τρόπον θέλουν νομίζω απαλλαχθή με ολιγώτατα έξοδα και ταύτα εκ
διαλειμμάτων γινόμενα τα προσοχής άξια μέρη των αρχαίων Δελφών».
Εδώ τελειώνει το υπόμνημα του
Γλαράκη. Καθώς βλέπουμε στο τελευταίο μέρος, πρότεινε να μείνει προσωρινά το χωριό στο ίδιο μέρος.
Οι λόγοι ήταν οικονομικοί. Όλο το Καστρί το
είχαν εκτιμήσει σε 186.594 δρχ.! Εκτιμητές ήταν ο δήμαρχος Καστριού Α.
Διαμαντόπουλος, ένας υπάλληλος της Διοικήσεως Φωκίδας κι ο αρχιτέκτονας
Λαυρέντιος. Ο τελευταίος είχε κάνει το σχέδιο του χωριού, κι είχε υποβληθεί στο
βασιλιά μαζί με το υπόμνημα.
Η αναλυτική
εκτίμηση του Καστριού απ' την επιτροπή γίνηκε στο τέλος του Νοέμβρη του 1838
και σώζεται, αλλά θα ήταν κουραστικό να τη δημοσιεύσω ολάκερη. Μας δίνει
ονομαστικά τους κατοίκους με τον αριθμό που αναφέρεται στο σχέδιο το σπίτι τους
και με την αξία.
Απ'
όλα τα σπίτια θα δούμε μονάχα ποιο ήταν με τον αριθμό 159, που βρισκόταν
μπροστά στον περίβολο του ναού του Απόλλωνα και μάλιστα σε μέρος, κατά τον
Γλαράκη: «όπου εκοιλίσθησαν πολλά των
στηλών και των ζωοφόρων αυτού λείψανα».
Το
σπίτι αυτό ήταν το πιο καλό του χωριού, ήταν του ηρωικού Καστρίτη αγωνιστή
Δήμου Φράγκου. Ένα χαρακτηριστικό επεισόδιο είναι αρκετό να μας δείξει το
γενναίο μαχητή της Αλαμάνας, της Γραβιάς, των Βασιλικών κ.λ.π. Σε μια μάχη
κοντά στα Σάλωνα είδε από μακριά να ‘ρχεται προς το μέρος του ένας ντελής
καβάλα στο ατίθασο άτι του. Ο Φράγκος, που βρέθηκε μ’ αδειανά όπλα, κρύφτηκε
πίσω από ένα ελιόδεντρο και τη στιγμή που προσπερνούσε ο ντελής αρπάζει το
άλογο ο Φράγκος απ' την ουρά και, στριφογυρίζοντας το με δύναμη, κατόρθωσε να
ρίξει κάτω τον καβαλάρη και να τον σκοτώσει με το γιαταγάνι του. Για τούτο ό
ποιητής λέει: «Ο Φράγκος από την ουρά έριχνε τους ντελήδες».
Λοιπόν το σπίτι του αγωνιστή Φράγκου θεωρούσε αναγκαίο ο Γλαράκης να
γκρεμιστεί πρώτο και συντομώτατα.
Αφού διαμαρτυρήθηκε ο Φράγκος στο Διοικητή Καστριού, στον έφορο των
Αρχαιοτήτων και σ’ αυτό τον Υπουργό, αναγκάστηκε να προσφύγει στο βασιλιά με
μια του αναφορά:
«Παλαιός
της Πατρίδος αγωνιστής, αφού προσέφερα το παν δια την ιεράν ανεξαρτησίαν της Πατρίδος εις τον θείον
Ναόν της, αφού παρήτησα εις την μανίαν του εχθρικού πυρός την προ της
Επαναστάσεως σημαντικήν κατάστασίν μου, φίλος ενταυτώ του ήσυχου και ειρηνικού
βίου, πατήρ πολυαρίθμου οικογενείας, προτιθέμην σκοπόν να αναγείρω κατά τα 1832
οικίαν εις την ιδιαιτέραν μου πατρίδα του Δήμου Δελφών».
Κι αφού εκθέτει την
παρέμβαση των αρμοδίων, προτείνει ο ίδιος μια λύση:
«Υποχρεούμαι ν' ανασκάψω δι' εξόδων μου και όσα τυχόν αγάλματα ή άλλο τι
τοιούτον αρχαίον ήθελαν εύρει, ή να το παραδώσω προς την Δημαρχίαν Δελφών κατά
διαταγήν της Β. Κυβερνήσεως ή να θέτω ταύτα
εντός περιφράγματος προς θεωρίαν του κοινού και να τα δίδω πάλιν εις την
Κυβέρνησιν όποτε αύτη ήθελεν τα ζητήσει.
Παραχωρώ το δικαίωμα εις την Κυβέρνησιν του να κάμη ανασκαφήν οπότε ήθελε
λάβει τοιούτον μέτρον, εις το υπό της οικίας μου οικόπεδον, χωρίς όμως αύτη να
επιφέρη βλάβην τινά της οικοδομής μου καί όσα τυχόν αγάλματα ήθελεν εύρει να
ανήκουσι εις αυτήν.
Εάν η Σ. Κυβέρνησις δεν ήθελεν εγκρίνει καμίαν των ανωτέρω δύο προτάσεων
μου, και θέλει να αποκτήση το περί ου ο
λόγος οικόπεδον μου, υποκύπτω και εις την θέλησιν αυτήν αφού
προηγουμένως:
1ον. Με αποζημιώσει δια τα γενόμενα έξοδα της μέχρι τούδε οικοδομής, επί υποχρεώσει τακτικών αποδείξεων
και λογαριασμών, και όχι κατά
την οποίαν έκαμεν εκτίμησιν ο Αρχιτέκτων, διότι εις αυτήν παρέλειψε την εκτίμησιν των θεμελίων και τίνων άλλων.
2ον. Με αποζημιώσει δια το οικόπεδον με άλλο αντάξιον
κτήμα και περί του οποίου
επιφυλάττομαι το δικαίωμα να ονομάσω εις ιδιαιτέραν μου αναφοράν, ότε η Γραμματεία ήθελεν εγκρίνει το
τελευταίον τούτο μέτρον».
Απ’ τη σεμνή και
δίκαιη αυτή αναφορά του Φράγκου αποδείχνεται ότι οι Καστρίτες γενικά είχαν
συναίσθηση του μέρους που κατοικούσαν. Με κάθε τρόπο προσπαθούσαν να δώσουν ότι τυχόν ανακαλύπτανε. Στα 1834 υπάρχει αίτηση των Καστριτών που ζητούσαν, απ' το βασιλιά να
ιδρυθεί μουσείο στο χωριό τους και να προφυλαχτούν τα ευρήματα.
Ξαναγυρίζω τώρα στο υπουργικό υπόμνημα. Η απάντηση δίνεται
απ' τον Όθωνα και βρίσκεται γραμμένη σε σχέδιο, αχρονολόγητη με αριθμό 2.966:
«... εγκρίνομεν ώστε αι εις το έγκλειστον του χωρίου
Δελφών σχέδιον με βαθύτερον χρώμα σημειούμεναι οικίαι, να
μην οικοδομηθώσι ποτέ, οψέποτε ήθελον καταπέσει, ουδέ να γίνη ποτέ εις αυτάς
επισκευή σημαντική...».
Και
σ' ένα χρόνο στις Φαιδριάδες αντηχούσαν τα χτυπήματα απ’ την «αρχαιολογική σκαπάνη» που θα φέρνανε
πια σε
φως τους σημερινούς Δελφούς.
Πηγή: «ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΣ», Ιούνιος 1978
Επιμέλεια-Ανάρτηση: Τάκης Ευθυμίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου